ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής: Αντισυνταγματικές φορολογικές διατάξεις του πολυνομοσχεδίου

Πλήθος προβληματικών διατάξεων στα θέματα φορολογίας εντόπισε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στο πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα.

Ειδικά για το θέμα της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στο μεικτό κέρδος των επιχειρήσεων που κατέχουν άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και στον τρόπο που επιχειρείται η αύξηση της συμμετοχής αυτής η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής εμφανίζεται να θεωρεί μη ορθή την προσέγγιση του υπουργείου.

Σημειώνεται πως με την προτεινόμενη ρύθμιση θεσπίζονται προοδευτικοί, κλιμακωτοί συντελεστές αναλόγως του ύψους του μεικτού κέρδους των ανωτέρω επιχειρήσεων και, συγκεκριμένως, 30% επί του κλιμακίου μεικτού κέρδους μέχρι 100.000.000 ευρώ, 32,5% επί του κλιμακίου μεικτού κέρδους από 100.000.001 ευρώ έως και 200.000.000 ευρώ, και 35% επί του κλιμακίου μεικτού κέρδους που υπερβαίνει τα 200.000.001 ευρώ.

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής η ως άνω θέσπιση προοδευτικών συντελεστών για τη φορολόγηση νομικών προσώπων ενδεχομένως δεν βρίσκεται σε αρμονία µε την αρχή της φορολογικής ισότητας, λαμβανομένου υπόψη ότι επί νομικών προσώπων δεν υφίσταται κατ’ αρχήν δικαιολογητική βάση διαφοροποίησης του συντελεστή φορολόγησης αναλόγως του ύψους των μικτών κερδών τους, κυρίως όταν η κλιμάκωση αρχίζει από μεικτό κέρδος υπερβαίνον τα 100.000.000 ευρώ.

Επισημαίνεται, επίσης, ότι η θέσπιση προοδευτικής φορολογίας επί νομικών προσώπων παρέχει ευχέρεια καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, δια της σύστασης περισσότερων του ενός νομικών προσώπων µε το αυτό αντικείμενο, στα οποία και θα κατανέμεται το φορολογητέο έσοδο, ούτως ώστε η φορολόγησή του να γίνεται µε τον εκάστοτε ισχύοντα χαμηλότερο συντελεστή.

Από διαδικαστικής πλευράς υπογραμμίζεται πως δεδομένου ότι οι ανωτέρω κλιμακωτοί συντελεστές διαμορφώνονται βάσει του ετήσιου μεικτού κέρδους, ενώ ο φόρος αποδίδεται σε μηνιαία βάση, σημειώνεται ότι δεν είναι σαφές πώς θα προσδιορίζεται ο φορολογικός συντελεστής στις ανωτέρω μηνιαίες δηλώσεις. «Για τον λόγο αυτό, σκόπιμο είναι να προβλεφθεί ότι, για την εξεύρεση του συντελεστή, είτε θα γίνεται αναγωγή του μεικτού κέρδους που έχει προκύψει μέχρι τον μήνα υποβολής της δήλωσης σε ετήσια βάση, είτε θα λαμβάνεται υπόψη το μεικτό κέρδος του προηγούμενου έτους, καθώς και ότι µε τη δήλωση του τελευταίου μήνα του ημερολογιακού έτους θα γίνεται εκκαθάριση του φόρου που οφείλεται σε ετήσια βάση, και η προκύπτουσα χρεωστική ή πιστωτική διαφορά θα αποδίδεται ή θα συμψηφίζεται, κατά περίπτωση», σημειώνει η υπηρεσία της Βουλής.

Ως προς το ζήτημα της φορολόγησης, ως παροχής σε είδος, της αγοραίας αξίας της παραχώρησης, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οχημάτων προς εργαζομένους, εταίρους ή μετόχους τους με την οποία αυξάνεται από 30% σε 80% το κόστος απόσβεσης, τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων ή μίσθωσης των οχημάτων που παραχωρούνται προς τα ανωτέρω πρόσωπα, το οποίο θεωρείται ότι συνιστά φορολογητέο εισόδημά τους, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής υπογραμμίζει πως «η ανωτέρω ρύθμιση δεν φαίνεται να τελεί σε αρμονία µε την αρχή της φορολόγησης µε βάση τη φοροδοτική ικανότητα, διότι το ποσοστό της χρήσης του παραχωρούμενου οχήματος που λογίζεται ότι δεν γίνεται για τις ανάγκες της επιχείρησης που το παραχωρεί, και το οποίο δεν συνιστά εισόδημα, αλλά για την ικανοποίηση προσωπικών αναγκών του χρήστη (οπότε και συνιστά παροχή σε είδος), υπερβαίνει τα δεδομένα της κοινής πείρας».

Για το χρόνο απόδοσης του τέλους συνδρομητικής τηλεόρασης και του τέλους συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας και ειδικά για την πρόβλεψη του νομοσχεδίου ότι τα ανωτέρω τέλη εισπράττονται από τις επιχειρήσεις που παρέχουν τη σχετική υπηρεσία και αποδίδονται στη φορολογική διοίκηση µε μηνιαίες δηλώσεις, που υποβάλλονται μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από την έκδοση κάθε λογαριασμού, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξόφλησης του λογαριασμού, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής αναφέρει πως ο ως άνω προσδιορισμός του χρόνου απόδοσης του φόρου δεν φαίνεται απολύτως αναγκαίος, δεδομένου ότι πλέον παρέχεται στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων η νομοθετική εξουσιοδότηση να καθορίσει µε απόφασή του τον «χρόνο και τη διαδικασία επιβολής και απόδοσης των επιβαλλόμενων τελών.

Για την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στον καφέ και στα υγρά αναπλήρωσης τα οποία περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής τονίζεται πως αν και η προτεινόμενη ρύθμιση εντάσσεται µεν νομοτεχνικά στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα, πλην όμως περιλαμβάνει αυτοτελείς ρυθμίσεις, ουσιαστικές και διαδικαστικές, ως προς το ρυθμιζόταν ζήτημα και δεν παραπέμπει για την εφαρμογή της σε άλλες διατάξεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα.

Τέλος, για τον περιορισμό που θέτει το νομοσχέδιο στην αποθεματοποίηση καπνοβιομηχανικών προϊόντων , ώστε να μην υπάρξει μεγάλη καθυστέρηση στην είσπραξη των αναμενόμενων δημοσίων εσόδων η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής αναφέρει πως αυτή συνιστά δυσανάλογο περιορισμό του συνταγματικού δικαιώματος συμμετοχής στην οικονομική ζωή της χώρας για τις ήδη δραστηριοποιούμενες επιχειρήσεις στη συγκεκριμένη αγορά.

Περαιτέρω, για τον κατ’ ουσία αποκλεισμό της δυνατότητας εισόδου στη συγκεκριμένη αγορά νέων επιχειρήσεων κατά τη μεταβατική περίοδο έως την 1.1.2017 η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής τονίζει πως δημιουργεί, ομοίως, προβληματισμό ως προς τη συμβατότητα της προτεινόμενης ρύθμισης προς την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, καθώς και την ελευθερία εγκατάστασης ή κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Αντιπροτείνει δε να παρασχεθεί δυνατότητα να χορηγείται εξαίρεση από τον ανωτέρω περιορισμό, µε αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου οργάνου της τελωνειακής Αρχής.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης