Οι επενδύσεις που φέρνουν πιο κοντά την ενεργειακή μετάβαση
Επενδύσεις άνω των 20 δισ. ευρώ συνολικά σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας βρίσκονται «στα σκαριά» για την Ελλάδα μέσα στα επόμενα χρόνια, με τη χώρα μας να «πατάει γκάζι» στην πράσινη μετάβαση.
Είτε πρόκειται για φωτοβολταϊκά πάρκα, είτε για αιολικά, είτε για επενδύσεις στην αποθήκευση και μεταφορά ενέργειας, εγχώριες και διεθνείς εταιρείες έχουν δημιουργήσει έναν οδικό χάρτη επενδύσεων τεράστιας αξίας. Παράλληλα, καταλύτης στην προσπάθεια αυτή αναδεικνύεται και το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς προσφέρει ήδη κεφάλαια 4,5 δισ. ευρώ για τοN σκοπό αυτό, ενώ δεν αποκλείεται –με τον ανασχεδιασμό του Ταμείου το προσεχές χρονικό διάστημα- το ποσό αυτό να αυξηθεί.
Ενδεικτικό είναι ότι, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Ανάπυξης Άδωνις Γεωργιάδης, «η Ελλάδα ξαφνικά δέχεται αιτήματα επενδύσεων κι εδώ έρχεται η δική μου αρμοδιότητα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και είναι δύσκολη δουλειά αυτή, γιατί εδώ υπάρχει τώρα το εξής πρόβλημα: Τα αιτήματα για επενδύσεις για παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα είναι υπερβολικά περισσότερα από το διαθέσιμο δίκτυο που έχουμε για να κουμπώσουμε επάνω τα έργα αυτά. Εν πάση περιπτώσει, αυτό είναι από τα ευχάριστα προβλήματα της ζωής, να έχεις περισσότερους πελάτες από όσους μπορείς να ικανοποιήσεις. Η αλήθεια είναι ότι κάνουμε προσπάθειες. Και από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουμε βάλει χρήματα για την αναβάθμιση του δικτύου και ο ΔΕΔΔΗΕ κάνει τις δικές του προσπάθειες αναβάθμισης του δικτύου και πολλά άλλα θα γίνουν. Τα επόμενα 4-6 χρόνια θα είναι χρόνια κοσμογονίας στο δίκτυο και στις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ελλάδα, χωρίς αμφιβολία».
Αντίστοιχη είναι η εικόνα που δίνει και ο Υφυπουργός για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια του Υπουργείου Εξωτερικών Κώστας Φραγκογιάννης, ο οποίος σε πρόσφατη τοποθέτησή του μίλησε για «καταιγίδα» επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας, τονίζοντας ότι μέσα από τις επενδύσεις αυτές, η Ελλάδα ωφελείται πολλαπλά καθώς θωρακίζει την ενεργειακή της ασφάλεια και εδραιώνει τη θέση της ως περιφερειακός ενεργειακός κόμβος.
Από την πλευρά της, η Γενική Γραμματέας Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου ανέφερε πως «η Ελλάδα είχε την προνοητικότητα να σχεδιάσει την πράσινη μετάβαση εδώ και τρία χρόνια και τώρα να βρίσκεται σε φάση υλοποίησης». Ειδικά δε ως προς την προώθηση των ΑΠΕ, έχει υλοποιηθεί το κομμάτι των μεταρρυθμίσεων για την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, ενώ στο κομμάτι της εξοικονόμησης «έχουμε διαρκώς καινούρια εργαλεία για να βοηθήσουμε τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, κάθε είδους κτίρια στη χώρα που χρειάζεται να αναβαθμιστούν ενεργειακά».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε μάλιστα στο κομμάτι του Ταμείου Ανάκαμψης, τονίζοντας πως «το μεγαλύτερο στοίχημα για την κυβέρνηση και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, παράλληλα με αυτόν τον άλλο κόσμο των επίκαιρων κρίσεων, των τιμών ενέργειας και της ενεργειακής ασφάλειας, είναι να απορροφήσουμε το 32% των κονδυλίων που έχει η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης, που απευθύνονται σε πράσινες επενδύσεις - είναι 4,5 δισεκατομμύρια - να το απορροφήσουμε, να το ρίξουμε στην αγορά μέχρι το τέλος του 2025 [...] Επικεντρωνόμαστε χωρίς πολλά λόγια σε πρότζεκτ που θα απορροφήσουν αυτά τα ποσά, έχουμε στο υπουργείο κάτω από το RRF συνολικά 24 δράσεις στον τομέα της ενέργειας, της εξοικονόμησης, της ηλεκτροκίνησης, του περιβάλλοντος της αειφορίας».
Διεθνής ανάγκη για επενδύσεις
Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί πως η ανάγκη για επενδύσεις σε ΑΠΕ είναι διεθνής με τα ποσά να ζαλίZουν, φτάνοντας ακόμη και τα 6 τρισεκατομμύρια δολάρια, κάθε χρόνο.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε άρθρο της η επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, «η κλιματική αλλαγή είναι μια από τις πιο κρίσιμες προκλήσεις για τη μακροοικονομική και τη χρηματοοικονομική πολιτική των κρατών-μελών του ΔΝΤ τις προσεχείς δεκαετίες. Οι πρόσφατες αυξήσεις στο κόστος των καυσίμων και των τροφίμων καθώς και οι επακόλουθες κοινωνικές ταραχές καταδεικνύουν το πόσο σημαντικές είναι οι επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια και στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας έναντι των κραδασμών. Θα απαιτηθούν τεράστιες παγκόσμιες επενδύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Οι εκτιμήσεις για τις εν λόγω επενδύσεις κυμαίνονται από 3 έως 6 τρισ. δολ. ετησίως μέχρι το 2050. Τα σημερινά επίπεδα των σχεδόν 630 δισ. δολαρίων αποτελούν μόνο ένα κλάσμα αυτού που πραγματικά χρειάζεται, ενώ πολύ λίγα πηγαίνουν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε μια σημαντική στροφή προς την αξιοποίηση της δημόσιας και, ιδίως, της ιδιωτικής χρηματοδότησης. Με περιουσιακά στοιχεία ύψους 210 τρισ. δολ. για τους ομίλους του κλάδου ή σχεδόν το διπλάσιο του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος όλου του κόσμου, το στοίχημα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους επενδυτές είναι το πώς θα κατευθύνουν μεγάλο μερίδιο των συμμετοχών τους σε έργα άμβλυνσης της κλιματικής κρίσης και προσαρμογής σε αυτήν».