ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Παγκόσμιο συντονισμό για την εποπτεία των κρυπτονομισμάτων ζητά το ΔΝΤ - Ηχηρές προειδοποιήσεις

Pixabay

Την ανάγκη παγκόσμιου συντονισμού προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματική εποπτεία στην αγορά των κρυπτονομισμάτων επισημαίνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης του για την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα (Global Financial Stability Report) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Την παρουσίαση του κεφαλαίου που τιτλοφορείται «Το οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων – Τί είναι ; Ποιο είναι το διακύβευμα» (The Crypto Ecosystem—What Is It, What’s at Risk?) πραγματοποίησαν σήμερα από την Ουάσιγκτον δύο Έλληνες στελέχη του ΔΝΤ ο Ευάγγελος (Έβαν) Παπαγεωργίου και ο Δημήτρης Δρακόπουλος, σε συζήτηση με τον Chief Content Officer του CoinDesk Μάικλ Κάσευ.

Κατά την παρουσίαση της έκθεσης τα στελέχη του ΔΝΤ τόνισαν πως καθώς η αγορά των κρυπτονομισμάτων αποκτά ισχύ, οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να επιταχύνουν το έργο τους.

Αρχικά επεσήμαναν πως τα κρυπτονομίσματα προσφέρουν έναν νέο κόσμο ευκαιριών, ήτοι γρήγορες και εύκολες πληρωμές, καινοτόμες οικονομικές υπηρεσίες και χρηματοπιστωτική πρόσβαση σε περιοχές του κόσμου με μη ανεπτυγμένα τραπεζικά συστήματα. «Όλα γίνονται δυνατά από το οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων. Αλλά μαζί με τις ευκαιρίες έρχονται προκλήσεις και κίνδυνοι», επεσήμαναν οι τρεις οικονομολόγοι.

Όπως ανέφεραν, η συνολική κεφαλαιοποίηση των κρυπτονομισμάτων έχει υπερβεί διεθνώς τα 2 τρισ. δολάρια, κάτι που συνιστά αύξηση δέκα φορές από τις αρχές του 2020.

Ωστόσο, σημείωσαν πως αυτό το ανθηρό οικοσύστημα που είναι γεμάτο με συναλλαγές, πορτοφόλια, εξορυκτές και εκδότες Bitcoin, αποτελείται από οντότητες που στερούνται ισχυρών πρακτικών λειτουργίας, διακυβέρνησης και ελέγχου του ρίσκου. Όπως ανέφεραν, η αγορά των κρυπτονομισμάτων έχει αντιμετωπίσει σημαντικές διακυμάνσεις σε περιόδους ευρύτερης αναταραχής της αγοράς, ενώ έχουν υπάρξει αρκετές περιπτώσεις κλοπών κεφαλαίων πελατών που σχετίζονται με hacking. Μέχρι στιγμής, αυτά τα περιστατικά δεν είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ωστόσο, καθώς τα κρυπτογραφικά περιουσιακά στοιχεία γίνονται πιο προσιτά στο ευρύ κοινό, ο αντίκτυπος του ως προς τις πιθανές επιπτώσεις στην ευρύτερη οικονομία αναμένεται να αυξηθεί.

«Οι κίνδυνοι για τους καταναλωτές παραμένουν σημαντικοί λόγω περιορισμένης ή ανεπαρκούς διαφάνειας και εποπτείας», σημείωσε ο Παπαγεωργίου.

Στην έκθεση του ΔΝΤ σημειώνεται πως περισσότερα από 16.000 κρυπτονομίσματα έχουν καταχωρηθεί σε διάφορες πλατφόρμες κατά καιρούς εκ των οποίων περίπου 9.000 υφίστανται σήμερα, ενώ τα υπόλοιπα έχουν εξαφανιστεί με κάποια μορφή. Για παράδειγμα, πολλά από αυτά δεν έχουν πλέον όγκους συναλλαγών ή οι προγραμματιστές τους τα έχουν εγκαταλείψει. Ορισμένα πιθανότατα δημιουργήθηκαν αποκλειστικά για σκοπούς κερδοσκοπίας ή ακόμη και για απάτη.

Το ΔΝΤ υποστηρίζει πως η (ψευδο) ανωνυμία των κρυπτογραφικών περιουσιακών στοιχείων δημιουργεί κενά δεδομένων για τις ρυθμιστικές αρχές και μπορεί να ανοίξει «ανεπιθύμητες πόρτες» για ξέπλυμα χρήματος, καθώς και για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Παρόλο που οι αρχές ενδέχεται να είναι σε θέση να εντοπίσουν τις παράνομες συναλλαγές, ενδέχεται να μην είναι σε θέση να προσδιορίσουν τα εμπλεκόμενα μέρη σε αυτές τις συναλλαγές.

Επιπλέον, το οικοσύστημα των κρυπτοστοιχείων εμπίπτει σε διαφορετικά ρυθμιστικά πλαίσια σε διαφορετικές χώρες, καθιστώντας τον συντονισμό πιο δύσκολο. Για παράδειγμα, οι περισσότερες συναλλαγές πραγματοποιούνται μέσω οντοτήτων που λειτουργούν κυρίως σε υπεράκτια χρηματοπιστωτικά κέντρα. Αυτό καθιστά την εποπτεία και την επιβολή κυρώσεων σχεδόν αδύνατη χωρίς διεθνή συνεργασία.

Στο σημείο αυτό η έκθεση του ΔΝΤ αναφέρεται στα «Stablecoins», κρυπτονομίσματα τα οποία συνδέουν την αξία τους συνήθως με το δολάριο και τα οποία αυξάνονται ταχύτατα, με την κεφαλαιοποίηση τους να φτάνει ήδη τα 120 δισ. δολάρια. Όπως τονίζεται, ο όρος «Stablecoins», ωστόσο, περιλαμβάνει μια πολύ διαφορετική ομάδα κρυπτογραφικών περιουσιακών στοιχείων και μπορεί να είναι παραπλανητικός. Δεδομένης της σύνθεσης των αποθεμάτων τους, ορισμένα «Stablecoins» θα μπορούσαν να υπόκεινται σε ρευστοποιήσεις, κάτι που θα είχε επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Η έκθεση του ΔΝΤ εστιάζει στο ότι οι αναδυόμενες αγορές και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες πρωτοστατούν στην υιοθέτηση κρυπτονομισμάτων. Και οι Παπαγεωργίου και Δρακόπουλος διατυπώνουν την εξής ηχηρή προειδοποίηση: «Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι κάτοικοι σε αυτές τις χώρες αύξησαν απότομα τον όγκο συναλλαγών τους στις πλατφόρμες κρυπτονομισμάτων το 2021. Κοιτάζοντας μπροστά, η ευρεία και ταχεία υιοθέτηση των κρυπτονομισμάτων μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές προκλήσεις. Η κρυπτοποίηση μπορεί να μειώσει την ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να εφαρμόζουν αποτελεσματικά τη νομισματική πολιτική. Θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, για παράδειγμα μέσω κινδύνων χρηματοδότησης και φερεγγυότητας που προκύπτουν από ασυμφωνίες νομισμάτων, καθώς και να ενισχύσει τη σημασία ορισμένων από τους προαναφερθέντες κινδύνους για την προστασία των καταναλωτών και την οικονομική ακεραιότητα».

Μια ακόμη πτυχή που ανέδειξαν τα στελέχη του ΔΝΤ είναι πως οι απειλές σε δημοσιονομικό επίπεδο θα μπορούσαν επίσης να ενταθούν, δεδομένης της δυνατότητας των κρυπτονομισμάτων να διευκολύνουν τη φοροδιαφυγή, ενώ όπως τόνισαν, η αυξημένη ζήτηση για κρυπτονομίσματα θα μπορούσε επίσης να διευκολύνει τις εκροές κεφαλαίων που επηρεάζουν την αγορά συναλλάγματος.

Στο σημείο αυτό οι Παπαγεωργίου και Δρακόπουλος προχώρησαν σε συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής.

Ως πρώτο βήμα, ανάφεραν πως οι ρυθμιστικές αρχές και οι επόπτες πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν τις ραγδαίες εξελίξεις στο οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων και ειδικά τους κινδύνους που δημιουργούν, αντιμετωπίζοντας γρήγορα τα κενά δεδομένων. «Ο παγκόσμιος χαρακτήρας των κρυπτονομισμάτων σημαίνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να ενισχύσουν τον διασυνοριακό συντονισμό για να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους κανονιστικού αρμπιτράζ και να εξασφαλίσουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των κανόνων», ανέφεραν.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να δώσουν προτεραιότητα στην εφαρμογή των υφιστάμενων παγκόσμιων προτύπων. Τα πρότυπα που επικεντρώνονται στα κρυπτονομίσματα περιορίζονται επί του παρόντος κυρίως στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ωστόσο, άλλα διεθνή πρότυπα - σε τομείς όπως η ρύθμιση κινητών αξιών, καθώς και οι πληρωμές, οι εκκαθαρίσεις και οι διακανονισμοί - χρειάζονται προσοχή.

Κατά το ΔΝΤ, καθώς ο ρόλος των «Stablecoins» αυξάνεται οι κανονισμοί θα πρέπει να είναι ανάλογοι με τους κινδύνους που δημιουργούνται και τις οικονομικές λειτουργίες που εξυπηρετούν αυτά τα assets. Για παράδειγμα, οι κανόνες θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με εκείνους που ισχύουν σε οντότητες που παρέχουν παρόμοια προϊόντα (π.χ. τραπεζικές καταθέσεις ή κεφάλαια χρηματαγοράς).

Ακόμη, σημειώνεται πως σε ορισμένες αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες, η άνοδος των κρυπτονομισμάτων μπορεί να τροφοδοτείται από την «αδύναμη αξιοπιστία» της κεντρικής τράπεζας της εκάστοτε χώρας (σ.σ. Τουρκία), τα ευάλωτα τραπεζικά συστήματα, την αναποτελεσματικότητα στα συστήματα πληρωμών και την περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Καταλήγοντας, τα στελέχη του ΔΝΤ ανέφεραν πως εφόσον εκδοθούν ψηφιακά νομίσματα από τις ίδιες τις κεντρικές τράπεζες αυτό θα οδηγήσει στην ικανοποίηση της ανάγκης για καλύτερες τεχνολογίες πληρωμών.

«Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις διασυνοριακές πληρωμές, ώστε να γίνονται γρηγορότερα, φθηνότερα, με μεγαλύτερη διαφάνεια και χωρίς αποκλεισμούς. Ο χρόνος έχει ουσιαστική σημασία και η δράση πρέπει να είναι αποφασιστική, γρήγορη και καλά συντονισμένη σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε να αντιμετωπιστούν τα τρωτά σημεία και να αναδειχθούν τα οφέλη», επεσήμαναν οι Παπαγεωργίου και Δρακόπουλος.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης