Έξοδος της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας το 2022
Ανανεώθηκε:
Την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας το 2022, τη μείωση της ανεργίας κατά πέντε μονάδες, την έκρηξη των επενδύσεων, επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα και το τέλος της ύφεσης δείχνουν οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών όπως αποτυπώνονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής.
Με το Μεσοπρόθεσμο η κυβέρνηση ανοίγει παράθυρο για νέες φοροελαφρύνσεις τα επόμενα χρόνια ανάλογα με την εξέλιξη του δημοσιονομικού χώρου ενώ προαναγγέλλει ουσιαστικά 109.175 νέες προσλήψεις στο Δημόσιο έως το 2025.
Μεταξύ των βασικών στόχων που περιγράφονται στις 88 σελίδες είναι η επίτευξη των υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών μεγέθυνσης από το 2021, η μείωση των κόκκινων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό από το 2022, αλλά και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έως το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Το οικονομικό πρόγραμμα προβλέπει μέσο ρυθμό ανάπτυξης 4,3% του ΑΕΠ για την πενταετία 2021-2025, με σωρευτική αύξηση των επενδύσεων κατά 88,4% και των εξαγωγών κατά 43,1%.
Επί του παρόντος το οικονομικό επιτελείο επαναλαμβάνει την εκτίμηση για ρυθμό ανάπτυξης 3,6% φέτος, ενώ για το 2022 η ανάπτυξη θα είναι στο 6,2%, όπου σταδιακά κατεβάζει ταχύτητα 4,1% το 2023, στο 4,4% το 2024 και στο 3,3% το 2025.
Στο σύνολο της περιόδου 2022-2025, τα τρία τέταρτα της ανάπτυξης αναμένεται να προέλθουν μεσοσταθμικά από τις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης, με τον εξωτερικό τομέα να συνεισφέρει κατά το υπόλοιπο ένα τέταρτο.
Η ανάπτυξη θα έχει οδηγό τις δημόσιες επενδύσεις που αναμένεται να αυξηθούν για την πενταετία κατά 88,4%, την αύξηση της τελικής ζήτησης σωρευτικά κατά 10% και τις εξαγωγές οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν σωρευτικά κατά 42,5% την ίδια περίοδο.
Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα αυξηθούν φέτος κατά 7%, το 2022 η αύξηση θα φθάσει σε ύψος ρεκόρ κατά 30,3% και στη συνέχεια θα αυξάνονται κατά 12,3% το 2023, το 2024 κατά 10,8% και κατά 7,4% το 2025. Από το 2023 η οικονομία καταγράφει πάλι πρωτογενή πλεονάσματα καταλήγοντας το 2025 στο 3,7% του ΑΕΠ. Για φέτος, εκτιμάται ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα 7,1% του ΑΕΠ, το 2022 σε έλλειμμα 0,5% του ΑΕΠ, ενώ από το 2023 γυρίζει στο 2% το 2023, 2,8% το 2024 και 3,7% το 2025.
Το Μεσοπρόθεσμο ανοίγει παράθυρο για ελαφρύνσεις καθώς καταγράφεται η αξιοποίηση του δυνητικού διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου με στόχο την περαιτέρω μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Κατόπιν της ενεργοποίησης της γενικής ρήτρας διαφυγής το σχέδιο καταρτίζεται με βάση τις θεσμοθετημένες πολιτικές – με το σενάριο βάσης – και δεν παρουσιάζονται εναλλακτικά σενάρια.
Υπογραμμίζεται επίσης πως συνολικά κατά την τελευταία διετία έχουν διοχετευθεί για στήριξη της οικονομίας – εν μέσω πανδημίας – πόροι 41 δισ. ευρώ (23,1 δισ. ευρώ το 2020, 15,8 δισ. ευρώ το 2021, 2,1 δισ. ευρώ το 2022), ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν σε ικανοποιητικά επίπεδα στα 34,6 δισ. ευρώ, έχοντας η χώρα αποπληρώσει το μεγαλύτερο τμήμα των δανείων από το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με το υπουργείο, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, του νέου ΕΣΠΑ και η κινητοποίηση των ιδιωτικών κεφαλαίων συνολικού ύψους 100 δισ. ευρώ αναμένεται να δημιουργήσουν 200.000 νέες θέσεις εργασίας έως το 2025, μειώνοντας ύστερα από δεκαετίες το ποσοστό ανεργίας κοντά στο 10%. Η ανεργία από 16,3% φέτος υποχωρεί στο 14,4% το 2022, στο 13,2% το επόμενο έτος, στο 11,9% το 2024 και στο 11,1% το 2025. Σημειώνεται ότι οι συνολικοί πόροι του σχεδίου ανέρχονται σε 30,5 δισ. ευρώ έως το 2026, εκ των οποίων 17,8 δισ. ευρώ είναι επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ δάνεια, και οι συνολικοί επενδυτικοί πόροι που θα ενεργοποιηθούν να ανέλθουν σε περίπου 59 δισ. ευρώ. Η ανάπτυξη θα εστιάσει σε τέσσερις πυλώνες: την πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την απασχόληση - δεξιότητες - κοινωνική συνοχή και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Ο συνολικός προγραμματισμός προσλήψεων βασίζεται στον κανόνα 1:1. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, οι προσλήψεις για το 2021-2025 αθροίζονται σε 109.175 έναντι 74.187 αποχωρήσεων. Το 2021 οι νέες προσλήψεις ανέρχονται στις 32.870, το 2022 στις 23.214, το 2023 στις 19.503, το 2024 στις 20.510, το 2025 στις 13.077. Η ιδιωτική κατανάλωση θα επανέλθει το 2022 στα επίπεδα του 2019, ανακτώντας τις απώλειες, με το επίπεδο της απασχόλησης και του ονομαστικού μέσου μισθού ξεπερνούν του 2019 (κατά 1,6% και 1,1%, αντίστοιχα). Η συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί σε χαμηλότερο επίπεδο το 2022 (στο 68,5%, έναντι 69,3% το 2019 και 71,3% κατά μέσο όρο το 2020-2021).
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ονομαστικού μισθού προβλέπεται στο 2,4%, όμως η βαθμιαία άνοδος του πληθωρισμού (από το 1,3% το 2023 στο 1,7% στο τέλος της περιόδου προβλέψεων) αναμένεται να περιορίσει τη μέση αύξηση του πραγματικού μισθού στο 0,8%. Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι που αποτυπώνονται περιλαμβάνουν την επιμονή της πανδημίας και οι τυχόν διαταραχές της γεωπολιτικής σταθερότητας, του Προσφυγικού και Μεταναστευτικού και το Brexit.
Οι ενδογενείς προκλήσεις συνοψίζονται στη στήριξη της ρευστότητας και της εργασίας ώστε να αποσοβηθούν μόνιμες επιπτώσεις στον παραγωγικό ιστό, ενώ παράλληλα θα επιδιώκεται βιώσιμη δημοσιονομική πολιτική προς ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα.