ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Κορκίδης: Θα θέλαμε μεγαλύτερη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Ταμείο Ανάκαμψης

Κορκίδης: Θα θέλαμε μεγαλύτερη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Ταμείο Ανάκαμψης
ΙΝΤΙΜΕ

«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα θέλαμε μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης», δήλωσε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής Βασίλης Κορκίδης με αφορμή την ανακοίνωση ότι το Ελληνικό Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνεται στην πρώτη ομάδα των χωρών των οποίων τα Σχέδια Ανάκαμψης θα εγκριθούν από την Κομισιόν, εντός του Ιουνίου.

Όπως ανέφερε ο κ. Κορκίδης: «Η Ελλάδα είναι μεταξύ των προνομιούχων χωρών του Ταμείου Ανάκαμψης και το κυβερνητικό επιτελείο που διαχειρίζεται το "Ελλάδα 2.0", θέλει αφενός να έρθουν τα χρήματα το συντομότερο και αφετέρου να δαπανηθούν σωστά, εκεί που πρέπει, όταν και όπως πρέπει. Βεβαίως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα θέλαμε μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και αυτό δεν επισημαίνεται μόνο στην Ελλάδα, αλλά και από πολλούς άλλους εθνικούς φορείς ευρωπαϊκών χωρών. Το Ε.Β.Ε.Π., γνωρίζοντας τη δυσκολία του εγχειρήματος και παρά τα εύσημα που λαμβάνουμε από τις Βρυξέλλες, θεωρεί μεγάλη πρόκληση την επίτευξη των στόχων στο οριοθετημένο χρονοδιάγραμμα. Ο κίνδυνος να υπάρχουν τα χρήματα και να μην υλοποιείται μια επένδυση είναι συνήθης και υπαρκτός, αλλά μπορεί να αποφευχθεί με τη χρήση "δεικτών συμμετοχής", οι οποίοι θα καταδεικνύουν, εάν πράγματι αυτή τη φορά, τα χρήματα θα "πιάσουν τόπο" στην οικονομία της χώρας μας».

Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς αναφέρει σε σημερινή ανακοίνωσή του «σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση του Ευρωπαίου Επιτρόπου Οικονομικών, στις διαδικασίες του RRF θα ισχύσει η αρχή «first come first served». Ωστόσο η μεγάλη πρόκληση για όλα τα κράτη-μέλη, και φυσικά για την Ελλάδα είναι να προχωρήσει άμεσα στην έναρξη των έργων και βέβαια στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται με βάση τα ορόσημα και τους στόχους που έχουν τεθεί, από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η διαδικασία εκταμίευσης των χρημάτων από το RRF» (Σ.Σ. Recovery & Resilience Facility).

Στην ανακοίνωση υπενθυμίζεται ότι στο «Ελλάδα 2.0» υπάρχουν αυστηρά ορόσημα και σημαντικοί στόχοι βάσει των οποίων θα γίνονται οι εκταμιεύσεις. Ορόσημα θα είναι, η ψήφιση νόμων, η έκδοση υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων, η δημιουργία μιας πλατφόρμας με την οποία θα υλοποιείται μία μεταρρύθμιση. Όσον αφορά στους στόχους θα σχετίζονται με το τελικό αποτέλεσμα. «Μάλιστα, συνεχίζει η ανακοίνωση του επιμελητηρίου, το 2022 οι στόχοι που έχουν τεθεί είναι ιδιαίτερα υψηλοί, καθώς η Ελλάδα καλείται να διπλασιάσει τις απορροφήσεις σε σχέση με το ΠΔΕ στα 10 δις ευρώ από 5 δις ευρώ. Ειδικά στο σκέλος των δημοσίων επενδύσεων ο κίνδυνος είναι μεγάλος να υπάρχουν τα χρήματα και να προκύψουν καθυστερήσεις γραφειοκρατικού χαρακτήρα στην ωρίμανση των έργων και από τυχόν προσφυγές σε διαγωνισμούς».

Ακόμη, στην ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:

Μετά από έξι μήνες κοινοβουλευτικών συζητήσεων και δικαστικών διαδικασιών, οι 27 χώρες της ΕΕ επικύρωσαν το νομικό μέσο για ίδιους πόρους, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο να εκταμιευτούν χρήματα από το ταμείο ανάκαμψης στις εθνικές κυβερνήσεις έως τον Ιούλιο. Οι τελευταίες χώρες που ολοκλήρωσαν τη διαδικασία στα κοινοβούλιά τους πριν μια εβδομάδα ήταν η Αυστρία και η Πολωνία, ενώ οι πρώτες που επικύρωσαν την απόφαση στα μέσα Ιανουαρίου ήταν η Κροατία και η Κύπρος. Η απόφαση για τους ιδίους πόρους, επιτρέπει στην ΕΕ να δανειστεί τα απαραίτητα κεφάλαια στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να τα επιστρέψει έως το 2058. Μετά την υπογραφή της νομοθεσίας από όλα τα κράτη μέλη, η ΕΕ βρίσκεται πλέον στη διαδικασία έγκρισης των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που έχουν υποβάλει τα κράτη μέλη. Τα σχέδια εκατοντάδων σελίδων, περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο κάθε χώρα σκοπεύει να επενδύσει τα χρήματα που θα λάβει, το οποίο είναι το βασικό στοιχείο του ταμείου. Από τα 672,5 δις ευρώ του RRF, έως 312,5 δις ευρώ θα διανεμηθούν ως επιχορηγήσεις και 360 δις ευρώ ως δάνεια. Κάποιες χώρες επέλεξαν να μην ζητήσουν δάνεια, αλλά μόνο επιχορηγήσεις, που σημαίνει ότι το συνολικό ταμείο του RRF δεν θα φτάσει το αρχικό ποσό των 750 δις ευρώ.

Το RRF για την Ελλάδα προβλέπει 12,6 δις ευρώ δάνεια και 16,4 δις επιδοτήσεις, εκ των οποίων τα 6,2 δις και 2,1 δις ευρώ για πράσινη και ψηφιακή μετάβαση αντίστοιχα. Για την ενίσχυση της απασχόλησης και την αναβάθμιση δεξιοτήτων προβλέπονται 4,1 δις και για ιδιωτικές επενδύσεις 4 δις ευρώ. Η Ελλάδα εκτιμά ότι το 2021 και το 2022 από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα εισπράξει περίπου 12 δις ευρώ και θα δαπανήσει πάνω από 7 δις ευρώ. Η απορρόφηση, εφόσον επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί στο 100%, ανέρχεται σε 1,6 δις ευρώ το 2021 και 5,7 δις ευρώ το 2022. Ειδικά για το 2022, τα 5 δις ευρώ αφορούν σε επιδοτήσεις και τα υπόλοιπα 700 εκατ. ευρώ σε δάνεια. Ο λόγος για τον οποίο το ύψος των δανείων είναι χαμηλό οφείλεται στο γεγονός ότι πρώτα θα δοθούν τα ίδια κεφάλαια του επενδυτή και κατόπιν θα γίνει η αποπληρωμή της συμμετοχής του Δημοσίου, έως 50%, με τα ανάλογα δάνεια.

Η Επιτροπή εξετάζει συνολικά 21 σχέδια από Ελλάδα, Βέλγιο, Δανία, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Ιταλία, Κύπρο, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ουγγαρία, Αυστρία, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβενία, Σλοβακία, Φινλανδία, Ιρλανδία και Σουηδία, ενώ μόλις εγκριθούν τα πρώτα εθνικά σχέδια από την Επιτροπή και το Συμβούλιο, τα χρήματα θα αρχίσουν να εκταμιεύονται. Στο πιο αισιόδοξο σενάριο, οι εκταμιεύσεις μπορούν να ξεκινήσουν κάποια στιγμή τον Ιούλιο, ένα ολόκληρο χρόνο μετά, αφότου οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν να δημιουργήσουν το ταμείο-ορόσημο για να βοηθήσουν τις οικονομίες τους να ανακάμψουν από τον καταστροφικό αντίκτυπο της πανδημίας. Η Επιτροπή ενημέρωσε ότι, οι χώρες που υπέβαλαν τα σχέδιά τους πριν από το Μάιο, όπως η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία και η Σλοβακία, θα λάβουν το 30% των πόρων εντός του 2021. Για το σύνολο των χωρών, κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου, η ΕΕ πρέπει να είναι έτοιμη να διανείμει από 60 έως 100 δις ευρώ.

Η Πορτογαλία, η οποία έχει την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, προσπαθεί να επιταχύνει τις διαδικασίες έγκρισης και εκταμίευσης, ώστε να σταματήσει την οικονομική ζημία που έχει προκληθεί από την κρίση της πανδημίας.