ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ήπιες οι προσδοκίες για την φετινή ανάπτυξη

Ήπιες οι προσδοκίες για την φετινή ανάπτυξη

Γράφει ο Άγγελος Τσακανίκας, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ, Διευθυντής Εργαστηρίου Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ).

Με το ελληνικό καλοκαίρι προ των πυλών και τη βελτίωση στις προσδοκίες πολιτών και επιχειρήσεων να αμβλύνει κάπως το βαρύ ψυχολογικό φορτίο των προηγούμενων μηνών, αναπόφευκτα η δημόσια συζήτηση στρέφεται στην επόμενη μέρα για την ελληνική οικονομία. Όχι γιατί η πανδημία έχει παρέλθει, άλλωστε οι ανακοινώσεις των καθημερινών θανάτων συνανθρώπων μας δεν επιτρέπουν κανέναν εφησυχασμό. Αλλά η προσαρμογή στο νέο περιβάλλον είναι αναπόφευκτη και η εκτίμησή μας για την πορεία της οικονομίας καθορίζει τις επόμενες επιλογές μας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Σαφώς οι αβεβαιότητες είναι ακόμα μεγάλες, καθώς πολλά εξαρτώνται από πιθανά νέα κύματα πανδημίας στον επόμενο χειμώνα. Θεωρώντας όμως ότι αυτό δεν θα συμβεί ή θα έχει πολύ ηπιότερα χαρακτηριστικά, μπορούμε να επισημάνουμε μια πολύ συγκρατημένη αισιοδοξία, κυρίως για την επόμενη χρονιά και όχι τόσο για τη φετινή. Σαφώς, μετά την οξύτατη υποχώρηση του ΑΕΠ το 2020 σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, η προσδοκία για λογική ελατηρίου είναι ελκυστική. Όμως δεν τη θεωρώ πιθανή. Πολλές επιχειρήσεις δεν θα μπορέσουν να επανέλθουν σε λειτουργία προ covid, μετά και την αναπόφευκτη απόσυρση των μέτρων στήριξης σε ρευστότητα και απασχόληση που ισχύουν σήμερα. Η επαναφορά σημαντικών τομέων της οικονομίας στα επίπεδα πριν από την πανδημία δεν θα είναι αυτόματη, ούτε σίγουρη, και σε αυτή την πορεία εξεύρεσης νέας ισορροπίας πολλές θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις θα χαθούν.

Η συγκράτηση της κατανάλωσης το προηγούμενο διάστημα θα διοχετευτεί ενισχυμένη μεν στην οικονομία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα επανέλθει σύντομα στα προηγούμενα επίπεδα. Ο τουρισμός επίσης φέτος θα κινηθεί πολύ ηπιότερα από τις αρχικές προβλέψεις, καθώς ήδη χάνονται μέρες σε μήνες που σε άλλες χρονιές «έκαναν» τη διαφορά. Γιατί η σημαντική διαφορά στα έσοδα δεν ήταν ζήτημα ενός ικανοποιητικού Ιουλίου-Αυγούστου, ούτε πορείας εγχώριου τουρισμού, αλλά των υπόλοιπων μηνών. Η τουριστική αγορά είναι μουδιασμένη και πρακτικά εμπόδια μετακινήσεων στις βασικές μας αγορές ήδη καθορίζουν τις ταξιδιωτικές επιλογές παγκοσμίως.

Επίσης κομβικό ρόλο για τη χώρα μας αναμένεται να παίξει η αντιμετώπιση των νέων εκρηκτικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του χρέους που δημιούργησε η πανδημική κρίση και η επιβεβλημένη προσπάθεια για διαχείρισή της. Με ποιους όρους θα αναγνωστεί αυτή από τις αγορές και τους πιστωτές μας;

Από την άλλη πλευρά υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης με πλήθος έργων, μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων αλλά ταυτόχρονα και με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Η κυκλική οικονομία και ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι έννοιες που διευκολύνουν, ενισχύουν την αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα διεργασιών και επιχειρηματικών πρακτικών, και οδηγούν σε βελτίωση της επιχειρηματικής και τελικά της εθνικής ανταγωνιστικότητας. Αλλά η ανάγκη για επενδύσεις με ισχυρό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομία, που δημιουργούν ποιοτικές, καλά αμοιβόμενες θέσεις εργασίας στην εγχώρια οικονομία είναι το βασικό ζητούμενο. Η δε χρηματοδότησή τους απαιτεί και τη συνέργεια του τραπεζικού τομέα που προσπαθεί ακόμα να βρει το νέο βηματισμό του. Συνεπώς διαβλέπω πολύ ήπια ανάπτυξη για το 2021, εντονότερη σαφώς το 2022, αλλά επαναφορά στα προ covid επίπεδα του ΑΕΠ στις αρχές του 2023.

Διαβάστε όλο το αφιέρωμα εδώ