ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Επιστολή Παπαδημούλη σε Λαγκάρντ για την Τράπεζα Πειραιώς

Επιστολή Παπαδημούλη σε Λαγκάρντ για την Τράπεζα Πειραιώς
INTIME

Επιστολή με θέμα την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ να μην καταβληθούν σε μετρητά από την Τράπεζα Πειραιώς τόκοι, ύψους 165 εκατ. ευρώ, για τις υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες (CoCos) έστειλε προς την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Παπαδημούλης.

«Η μετατροπή των CoCos σε μετοχές θα οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες αξίας για το Ελληνικό Δημόσιο εξαιτίας της διαφοράς της σημερινής χρηματιστηριακής αξίας της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς σε σχέση με την τιμή κατά το έτος ανακεφαλαιοποίησής της» επισημαίνει στην επιστολή του ο κ. Παπαδημούλης, υπογραμμίζοντας πως «είναι κρίσιμο να αποσαφηνιστεί ποια είναι η τεκμηρίωση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και με ποιο τρόπο διασφαλίζονται οι Έλληνες φορολογούμενοι και το συμφέρον του Ελληνικού Δημοσίου από τη συγκεκριμένη απόφαση».

Σημειώνεται πως για το θέμα της αποπληρωμής από την Τράπεζα Πειραιώς τόκων, ύψους 165 εκατ. ευρώ, για τις υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες (CoCos) ύψους 2 δισ. ευρώ ο επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία είχε στείλει επιστολή στις αρχές Νοεμβρίου προς τον πρόεδρο του Εποπτικού Συμβουλίου Αντρέα Ενρία.

Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή:

«Αξιότιμη κυρία Λαγκάρντ,

Σε συνέχεια ερώτησης με αίτημα γραπτής απάντησης που υπέβαλα στις αρχές Νοεμβρίου προς τον Πρόεδρο του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, θα ήθελα να επανέλθω στο θέμα του Μετατρέψιμου Ομολόγου CoCo της Τράπεζας Πειραιώς.

Από ανακοίνωση της Τράπεζας Πειραιώς την 23η Νοεμβρίου 2020 πληροφορηθήκαμε ότι «… παρέλαβε την οριστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η οποία επιβεβαιώνει τη μη παροχή έγκρισης στο αίτημα της Τράπεζας για πληρωμή σε μετρητά ύψους 165εκατ. ευρώ του ετήσιου τοκομεριδίου των υπό Αίρεση Μετατρέψιμων Ομολόγων (Contingent Convertible Security–CoCo) προς το Ταμείο Χρηματοπιστωικής Σταθερότητας (ΤΧΣ)».

Αντίστοιχη ανακοίνωση εξέδωσε και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στις 23 Νοεμβρίου 2020, όπου αναφέρει ότι «… σύμφωνα με την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η Τράπεζα [Πειραιώς] δεν θα προβεί στην καταβολή με μετρητά των ετήσιων τοκομεριδίων για το έτος 2020 των Υπό Αίρεση Μετρατρέψιμων Ομολογιών (Contingent Convertible Security – CoCoS) που κατέχει σήμερα το ΤΧΣ».

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ίδια η Τράπεζα Πειραιώς, με ανακοίνωσή της στις 30 Οκτωβρίου 2020, είχε επισημάνει ότι «Η κεφαλαιακή επίπτωση από την πληρωμή των τόκων σε μετρητά (περίπου 40 μονάδες βάσης) μπορεί να απορροφηθεί από την Τράπεζα, με δεδομένο ότι διαθέτει συνολικό δείκτη κεφαλαίων ανερχόμενο στο 16,1% έναντι εποπτικής απαίτησης για το 2020 11,25%».

Μάλιστα, πέρσι, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) είχε εγκρίνει την πληρωμή των τοκομεριδίων των CoCos, τα οποία η Τράπεζα Πειραιώς κατέβαλε στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, παρότι είχε χαμηλότερο δείκτη κεφαλαίων (15,2%).

Η μετατροπή των CoCos σε μετοχές θα οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες αξίας για το Ελληνικό Δημόσιο εξαιτίας της διαφοράς της σημερινής χρηματιστηριακής αξίας της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς σε σχέση με την τιμή κατά το έτος ανακεφαλαιοποίησής της. Υπενθυμίζεται ότι η Τράπεζα Πειραιώς είχε τη δυνατότητα να πληρώσει το τοκομερίδιο των 165 εκατ. ευρώ αλλά δεν το έπραξε ζημιώνοντας έτσι το Ελληνικό Δημόσιο.

Παρά τις σημαντικές της συνέπειες, η συγκεκριμένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ δεν έχει δημοσιευτεί, ενώ εγείρει σημαντικά ερωτήματα. Συνεπώς, είναι κρίσιμο να αποσαφηνιστεί ποια είναι η τεκμηρίωση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και με ποιο τρόπο διασφαλίζονται οι Έλληνες φορολογούμενοι και το συμφέρον του Ελληνικού Δημοσίου από τη συγκεκριμένη απόφαση.

Σε συνέχεια των παραπάνω επισημάνσεων και για λόγους διαφάνειας, παρακαλώ να μου αποστείλετε την εν λόγω απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, καθώς και τα κείμενα τεκμηρίωσης που τη συνοδεύουν.

Με εκτίμηση,

Δημ. Παπαδημούλης»