Ύφεση 9% προβλέπει η Κομισιόν για την Ελλάδα το 2020
Ύφεση που θα κινηθεί στο 9% εφέτος και ανάπτυξη με ρυθμό 5% το 2021 προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ελληνική οικονομία στις φθινοπωρινές της προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα και στις οποίες δεν έχουν υπολογιστεί οι πιθανές επιπτώσεις από το δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Στην έκθεση της Κομισιόν σημειώνεται πως η Ελλάδα έχει επηρεαστεί σοβαρά από την πανδημία του κορωνοϊού, καθώς ο μεγάλος τομέας των υπηρεσιών της και η εξάρτησή της από τον διεθνή τουρισμό καθιστούν τη χώρα ιδιαίτερα ευάλωτη στα σοκ που προκαλούν οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί και τα μέτρα τήρησης κοινωνικών αποστάσεων, γράφει στις φθινοπωρινές της προβλέψεις η Κομισιόν.
Αν και αναγνωρίζεται πως η γρήγορη αντίδραση σε επίπεδο πολιτικής βοήθησε ώστε να αμβλυνθεί η επίπτωση στην απασχόληση και στις επιχειρήσεις μέχρι στιγμής, ωστόσο σημειώνεται πως η οικονομική δραστηριότητα το 2021 αναμένεται να στηριχθεί από τα επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα που παρουσιάζονται στο προσχέδιο προϋπολογισμού.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει πως οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας σημείωσε τεράστια πτώση το δεύτερο τρίμηνο 2020 με το πραγματικό ΑΕΠ να μειώνεται 14% σε τριμηνιαία βάση, μετά από μια σχετικά ήπια μείωση 0,7% σε τριμηνιαία βάση το πρώτο τρίμηνο. «Η πτώση ήταν αποτέλεσμα των μέτρων που ελήφθησαν για να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού και τα μέτρα αυτά ήταν πιο αυστηρά στο διάστημα από τα μέσα Μαρτίου έως τα μέσα Μαΐου. Τόσο η εγχώρια ζήτηση όσο και οι εξαγωγές επλήγησαν σοβαρά. Η ταχεία πολιτική αντίδραση για να προστατευθεί η απασχόληση και να διασφαλιστεί η ρευστότητα για τις επιχειρήσεις απέτρεψε μια πιο αρνητική επίπτωση στην αγορά εργασίας κατά το α’ εξάμηνο του έτους. Η ανεργία κορυφώθηκε στο 18% τον Ιούνιο, έναντι του 15,6% τον Φεβρουάριο, αλλά τον Ιούλιο μειώθηκε στο 16,8%», σημειώνεται στην έκθεση.
Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να ανακάμψει σταδιακά, αλλά καθώς ορισμένοι περιορισμοί παραμένουν σε ισχύ και επηρεάζουν την καταναλωτική συμπεριφορά και τα διαθέσιμα εισοδήματα, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα.
«Η μεγάλη αβεβαιότητα, τα χαμηλότερα έσοδα και οι περιορισμοί στη ρευστότητα λειτούργησαν επιβαρυντικά στις επενδύσεις το πρώτο εξάμηνο του 2020, αλλά οι δημόσιες επενδύσεις και η στήριξη ρευστότητας αναμένεται να διευκολύνουν την ανάκαμψη. Συνολικά, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί κατά 9% το 2020 και να ακολουθήσει μερική ανάκαμψη με 5% ανάπτυξη το 2021 και 3,5% το 2022», τονίζεται σχετικά.
Η ΕΕ σημειώνει πως οι ελληνικές εξαγωγές κατέγραψαν πτώση 32% σε ετήσια βάση στο δεύτερο τρίμηνο 2020.
«Οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να συμβάλουν αρνητικά στην ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2020, αλλά να γίνουν θετικές κατά τη διάρκεια της ανάκαμψης το 2021 και το 2022. Ενώ οι εξαγωγές αγαθών αναμένεται να ανακάμψουν γρήγορα, οι εξαγωγές υπηρεσιών αναμένεται να παραμείνουν σημαντικά χαμηλότερα των προ κρίσεως επιπέδων ακόμα και πέραν του προβλεπόμενου ορίζοντα. Ο διεθνής τουρισμός, που είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την ελληνική οικονομία, ήταν ο οδηγός της μεγάλης πτώσης των εξαγωγών υπηρεσιών το πρώτο εξάμηνο του 2020. Οι αφίξεις τουριστών αναμένεται να ανακάμψουν εν μέρει μόνο το 2021 και το 2022», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Για την ανεργία η ΕΕ εκτιμά πως αναμένεται να αγγίξει το 18% το 2020, ενώ η ανάκαμψη που αναμένεται για το 2021 και 2022 θα συμβάλει στον περιορισμό της ανεργίας κάτω του 17% για το 2022. Για τον πληθωρισμό εκτιμά πως με επίπτωση από τις χαμηλές τιμές ενέργειας, τη μειωμένη ζήτηση και τις μειώσεις του ΦΠΑ, ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι αρνητικός, στο -1,3% το 2020, για να ανακάμψει μερικώς το 2021 και 2022.
Όπως αναφέρει η Κομισιόν στη φθινοπωρινή της έκθεση, η δημοσιονομική πολιτική θα στηρίξει την ανάκαμψη. Λόγω της κάμψης της οικονομίας και του κόστους των δημοσιονομικών μέτρων που λαμβάνονται για να αντιμετωπιστεί η κρίση, που υπολογίζονται στο 4,1% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας αναμένεται να κινηθεί κοντά στο -7% του ΑΕΠ το 2020. Η πρόβλεψη ενσωματώνει επίσης την καταβολή αναδρομικών συντάξεων ύψους 0,8% του ΑΕΠ, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας τον Ιούλιο του 2020. Το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνει ελλειμματικό το 2021 και το 2022. Κατά την ΕΕ το πρωτογενές ισοζύγιο που παρακολουθείται στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας προβλέπεται να φτάσει σε έλλειμμα 4,5% του ΑΕΠ το 2020. Ωστόσο, όλα τα στοιχεία της ελληνικής πλευράς συνηγορούν πως θα κινηθεί αισθητά υψηλότερα από το επίπεδο αυτό.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί γύρω στο 207,1% του ΑΕΠ το 2020 και να μειωθεί γύρω στο 195% το 2022, με τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης.
«Η δημοσιονομική πρόβλεψη περιβάλλεται από σημαντικούς κινδύνους. Οι κίνδυνοι αυτοί σχετίζονται με την ενεργοποίηση κρατικών εγγυήσεων που εκδόθηκαν πρόσφατα στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων. Περαιτέρω κίνδυνοι σχετίζονται με το κόστος των συνεχιζόμενων νομικών διεκδικήσεων και των υπόλοιπων υποχρεώσεων προς τον δημόσιο τομέα, που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν το ισοζύγιο όταν συμφωνηθούν. Η αβεβαιότητα που σχετίζεται με την πλήρη έκταση των αναδρομικών αποζημιώσεων για τις περικοπές στις επικουρικές συντάξεις και στα εποχικά δώρα που εισήχθησαν υπό τις προηγούμενες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις παραμένει, καθώς η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί. Περαιτέρω κίνδυνοι πηγάζουν από το πιθανό επιπλέον κόστος της κάλυψης των ανθρώπων που δεν έχουν ασφάλιση υγείας», αναφέρει η Επιτροπή.