ΔΝΤ: Κέρδος 6% του ΑΕΠ για την Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης την επομένη τριετία
Ανανεώθηκε:
Το σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσουν οι επιχορηγήσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία αποτυπώνει έκθεση του ΔΝΤ για τις προοπτικές της οικονομίας της Ευρώπης που παρουσιάσθηκε σήμερα από τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τομέα του Ταμείου Άλφρεντ Κάμερ.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ η Ελλάδα θα σημειώσει ύφεση 9,5% εφέτος, ωστόσο θα αναπτυχθεί με ρυθμό 4,1% το 2021 και 5,6% το 2022, κυρίως λόγω των επιχορηγήσεων που θα λάβει η χώρα μας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης την περίοδο 2021 -2023. Να σημειωθεί πως το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση 8,3% εφέτος στην ευρωζώνη και ανάπτυξη με ρυθμό 5,2% το 2021 και 3,1% το 2022.
«Το ΔΝΤ προβλέπει μείωση 7% του ΑΕΠ της Ευρώπης το 2020, αναφέροντας πως η ανάκαμψη από την πανδημία θα είναι άνιση και μερική. Ενώ το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να ανακάμψει κατά 4,7% το 2021, θα εξακολουθήσει να είναι χαμηλότερο κατά 6,3% σε σχέση με το ΑΕΠ που προβλεπόταν πριν από την πανδημία, πράγμα που σημαίνει απώλεια σχεδόν 3 τρισ. ευρώ. Μεγάλο μέρος αυτής της απώλειας δεν θα καλυφθεί μεσοπρόθεσμα», τονίζεται στην έκθεση του ΔΝΤ.
Η ανάλυση του ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης μετά τον κορωνοϊό λαμβάνει υπόψη το πρόσφατα εγκεκριμένο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 750 δισ. ευρώ και ειδικά τα 390 δισ. ευρώ που αποτελούν επιδοτήσεις που θα δοθούν από την ΕΕ μέσω του ταμείου.
Σύμφωνα με τις προβολές του ΔΝΤ, τα μέλη της ΕΕ αναμένεται να λαμβάνουν κατά μέσο όρο επιχορηγήσεις 0,6% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση την περίοδο 2021-2023. Ωστόσο, για την περίπτωση της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Κροατίας και της Πορτογαλίας, οι επιχορηγήσεις προβλέπεται να φτάσουν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ.
Τα 390 δισ. ευρώ των επιδοτήσεων προβλέπεται να δαπανηθούν κατά τη διάρκεια 2021-2024, με τη μέγιστη χρήση να γίνεται στην τριετία 2022-2023. Η ανάλυση του ΔΝΤ υποθέτει ότι περίπου το 50% αυτών των κεφαλαίων θα ενισχύσει τα δημόσια επενδυτικά σχέδια στο πλαίσιο των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και περίπου το 25% θα χρηματοδοτήσει τρέχουσες δαπάνες. Το υπόλοιπο 25% εκτιμάται πως θα χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση ήδη υφιστάμενων έργων.