ΟΟΣΑ: Βιώσιμο παρά τον κορωνοϊό παραμένει το ελληνικό χρέος
Ανανεώθηκε:
Διατήρηση των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδος χαμηλότερα του 15% του ΑΕΠ έως το 2030 προβλέπει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην έκθεση του για τη χώρα μας που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Ωστόσο, ο ΟΟΣΑ τονίζει πως μακροπρόθεσμα οι προκλήσεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είναι πολλές και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες.
Οι αναλυτές του ΟΟΣΑ αναφέρουν πως λόγω της πτώσης του ονομαστικού ΑΕΠ και, σε μικρότερο βαθμό, λόγω της δημοσιονομικής στήριξης μετά το σοκ του κορωνοϊού, ο δείκτης δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω.
«Καθώς η οικονομία θα ξαναρχίζει να ανακάμπτει και ο προϋπολογισμός θα μετατοπίζεται σταδιακά προς τα πρωτογενή πλεονάσματα, ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να αρχίσει να μειώνεται και πάλι, με τη βοήθεια των χαμηλών επιτοκίων»… «Η υψηλότερη ανάπτυξη και ένα πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ θα εξασφάλιζαν σταθερή μείωση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ μακροπρόθεσμα», αναφέρεται στην έκθεση.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους αναμένεται να αυξηθεί μέτρια τα επόμενα χρόνια, καθώς το σοκ του κορωνοϊού οδηγεί σε αυξημένες εκδόσεις χρέους από την αγορά που έχουν μικρότερη διάρκεια και υψηλότερο επιτόκιο σε σχέση με το χρέος του επισήμου τομέα (σ.σ. ESM, ΔΝΤ, κ.α..).
Οι δείκτες δημόσιου χρέους της Ελλάδας, που ήταν στο 177% του ΑΕΠ το 2019 (ο δεύτερος μεγαλύτερος μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ μετά την Ιαπωνία), αναμένεται να αυξηθεί το 2020 και αναμένεται να είναι κοντά στο 190% του ΑΕΠ το 2021. Αυτό σε περίπτωση που δεν εμφανιστούν περαιτέρω κρούσματα λοιμώξεων. Εάν συνεχιστεί η πανδημία, ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως το χρέος θα κινηθεί πάνω από το 200% του ΑΕΠ.
Αυτό που για τον Οργανισμό είναι πιο σημαντικό είναι πως μεσοπρόθεσμα το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης προβλέπεται να παραμείνουν χαμηλά.
«Η συνέχιση της στρατηγικής της κυβέρνησης να εκδίδει χρέος με μεγαλύτερη διάρκεια και να επωφελείται από τα χαμηλά επιτόκια, ειδικά μετά τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ, μπορεί να περιορίσει τους κινδύνους αύξησης των ετήσιων ακαθάριστων αναγκών χρηματοδότησης», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Κατά το βασικό σενάριο του ΟΟΣΑ, οι ακαθάριστες ανάγκες αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους αναμένεται να κορυφωθούν το 2033 στο 11% -12% του ΑΕΠ. Μόνο σε ένα αρνητικό σενάριο, που προβλέπει χαμηλότερη ανάπτυξη, χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, μικρότερη μέσης διάρκεια λήξης του νέου χρέους και υψηλότερα μέσα επιτόκια, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα μπορούσαν να αυξηθούν πάνω από το όριο του 15% του ΑΕΠ πριν από το 2030. Όπως υπογραμμίζει ο ΟΟΣΑ, σε αυτή την περίπτωση το Eurogroup θα έπρεπε να λάβει πρόσθετα μέτρα που θα καθιστούν βιώσιμο το ελληνικό χρέος.
Για να δείξει πως αυτό το σενάριο δεν είναι απίθανο ο Οργανισμός αναφέρει πως εάν είχαμε ένα δεύτερο κύμα πανδημίας και η Ελλάδα αναγκαζόταν να εκδόσει νέα ομόλογα με μέση διάρκεια μόλις 4 ετών, οι ετήσιες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα ξεπερνούσαν το 15% του ΑΕΠ πολύ πιο σύντομα και θα έφθαναν το 15,6% του ΑΕΠ ήδη από το 2028.