ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Υπό κατάρρευση η Folli Follie σύμφωνα με την PwC

Υπό κατάρρευση η Folli Follie σύμφωνα με την PwC
ΑΠΕ-ΜΠΕ/ Παντελής Σαίτας

Στην προειδοποίηση πως οι εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της Folli Follie δεν παρουσιάζουν εύλογα, από κάθε ουσιώδη άποψη, την εταιρική και ενοποιημένη χρηματοοικονομική θέση της εταιρείας και του Ομίλου κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018 προχώρησε η PwC στην έκθεση ελέγχου επί των εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων της εισηγμένης.

Η PwC για δεύτερη συνεχόμενή χρονιά έδωσε «αρνητική γνώμη» για τα οικονομικά μεγέθη της Folli Follie, ενώ καταγγέλλει και δυσκολίες στο έργο της κάτι που δείχνει πως η κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων για το 2019 θα πολυκαιρίσει. Ενδεικτικά , η PwC αναφέρει στην έκθεση της πως δεν της παρασχέθηκαν όλα τα εγκεκριμένα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της Folli Follie για την περίοδο 19 Σεπτεμβρίου 2019 έως 11 Φεβρουαρίου 2020, αφήνοντάς έτσι αιχμές για παρεμπόδιση του έργου της.

Από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της χρήσης που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2018 προκύπτει ότι το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της Folli Follie έχει καταστεί αρνητικό, κάτι που δείχνει πως το μέλλον της κρέμεται από μια κλωστή. Μεταξύ άλλων η έκθεση ελέγχου επί των εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων της Folli Follie αναφέρει τα εξής:

«Οι δανειακές υποχρεώσεις του Ομίλου έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες. Έως σήμερα ο Όμιλος δεν έχει έρθει σε συμφωνία με τους δανειστές του για αναδιάρθρωση του υφιστάμενου χρέους, ενώ δεν έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση από άλλα μέρη. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 η εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού και ο επιβληθείς περιορισμός των μετακινήσεων του καταναλωτικού κοινού, καθώς και οι επιβληθέντες περιορισμοί στη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων, οδήγησε σε περαιτέρω συρρίκνωση της ρευστότητας της εταιρείας. Με βάση τα ελεγκτικά τεκμήρια που τέθηκαν υπόψη μας, εκτιμούμε ότι η εταιρεία και ο Όμιλος, δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους από τη συνεχιζόμενη δραστηριότητά τους.

Η εταιρεία έχει εκπονήσει ένα πρόγραμμα λειτουργικής αναδιάρθρωσης, με σκοπό την αίτηση υπαγωγής της στις διατάξεις του άρθρου 106β του Ν.3588/2007. Εντούτοις στο παρόν στάδιο υφίσταται ουσιώδης αβεβαιότητα που εγείρει σημαντική αμφιβολία για την ικανότητα της εταιρείας και του Ομίλου να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις δραστηριότητες τους. Ως εκ τούτου δεν τεκμηριώνεται η εκτίμηση και η συνεπακόλουθη απόφαση της Διοίκησης σχετικά με τον τρόπο σύνταξης και παρουσίασης των συνημμένων εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, με βάση την αρχή της συνεχιζόμενης δραστηριότητας. Εάν τα στοιχεία του ενεργητικού και των υποχρεώσεων είχαν επιμετρηθεί με βάση τις ρευστοποιήσιμες αξίες τους, στις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, εκτιμούμε ότι αυτό θα είχε σημαντική επίδραση στη χρηματοοικονομική κατάσταση και στα αποτελέσματα της εταιρείας και του Ομίλου».

Αλλά η PwC χαρακτηρίζει επίσης μη αξιόπιστο το σύστημα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης της Folli. Συγκεκριμένα σημειώνει για το θέμα: «Κατά τη διάρκεια του ελέγχου μας και ως την ημερομηνία σύνταξης της παρούσας έκθεσης ελέγχου, η εταιρεία δεν έχει ολοκληρώσει τις απαραίτητες διαδικασίες για τον εντοπισμό αδυναμιών, ελλείψεων και παραλείψεων στο σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχουν οδηγήσει στην επεξεργασία και δημοσίευση εσφαλμένης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.

Πιο συγκεκριμένα, δεν ολοκληρώθηκε το έργο που είχε ανατεθεί στην εταιρεία Alvarez & Marsal για τις θυγατρικές εταιρείες το Ομίλου στην Ασία, το οποίο περιελάμβανε μεταξύ άλλων τη διερεύνηση των γεγονότων που είχαν οδηγήσει στη σύνταξη και δημοσίευση εσφαλμένων εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων για τη χρήση που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2017.

Ως εκ τούτου, η Διοίκηση του Ομίλου δεν γνωρίζει τις αιτίες που έχουν οδηγήσει στην παραποίηση ή στην απόκρυψη οικονομικών στοιχείων, ποια πρόσωπα έδιναν τις σχετικές εντολές και ποια ήταν τα εμπλεκόμενα πρόσωπα στη διάπραξη αυτών των πράξεων. Χωρίς την ολοκλήρωση της διερεύνησης αυτής υπάρχει εγγενής αδυναμία εφαρμογής των κατάλληλων δικλίδων εσωτερικού ελέγχου που θα επέτρεπαν στη Διοίκηση να έχει επαρκή και αξιόπιστα δεδομένα ώστε να καταρτίσει τις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις απαλλαγμένες από ουσιώδη σφάλματα, που οφείλονται είτε σε απάτη είτε σε λάθος. Όπως αναφέρεται στην Σημείωση 39 των εταιρικών και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, με την υπ’ αριθμόν 2893/21/11/2018 απόφαση το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, μετά από αίτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, διέταξε την εταιρεία PwC να διενεργήσει έκτακτο διαχειριστικό έλεγχο επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της εταιρείας και των θυγατρικών της για τη χρήση που έληξε 31 Δεκεμβρίου 2017. Ο εν λόγω διαχειριστικός έλεγχος βρίσκεται σε εξέλιξη και τα όποια ευρήματα του δεν έχουν απεικονιστεί στα λογιστικά αρχεία της εταιρείας και των θυγατρικών της μέχρι την ημερομηνία της παρούσας έκθεσης ελέγχου (σ.σ. 10/7/2020)».

Αλλά και για την ενοποίηση των θυγατρικών και τις διορθώσεις λαθών η PwC είναι καταπέλτης για τους χειρισμούς της Folli.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση ελέγχους, «η Διοίκηση συνέταξε τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις παραλείποντας την ενοποίηση των θυγατρικών εταιρειών Links of London (International) Ltd, Links (London) Limited, Links of London Com Ltd (UK), Links of London Inc (USA), Links of London Japan Co Ltd, Links of London (Asia) Ltd, Juicy Couture Ireland Ltd, Strenaby Finance Ltd, Juicy Couture Europe Ltd, Folli Follie UK LTD και της Qivos S.A.. Επίσης δεν ενοποιήθηκε με τη μέθοδο της καθαρής θέσης η συμμετοχή της Εταιρείας στην Μαρίνα Μυτιλήνης. Οι παραλείψεις αυτές συνιστούν ουσιώδη παρέκκλιση από τις απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 10 «Ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις» και ΔΛΠ 28 «Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις». 4. Μη υιοθέτηση νέων λογιστικών προτύπων Κατά παράβαση των προβλέψεων των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ), όπως αυτά έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση , η Διοίκηση δεν υιοθέτησε από την 1/1/2018 τα νέα λογιστικά πρότυπα ΔΠΧΑ 9 «Χρηματοοικονομικά μέσα» και ΔΠΧΑ 15 «Έσοδα από συμβάσεις με πελάτες», καθώς και τη Διερμηνεία της Επιτροπής Διερμηνειών Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 23 «Αβεβαιότητα σχετικά με χειρισμούς του Σελίδα 23 από 86 φόρου εισοδήματος».

Ακόμη σημειώνεται για τη διόρθωση λαθών παρελθόντων ετών: «Η Διοίκηση συνέταξε τις αναθεωρημένες εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της προηγούμενης χρήσης που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2017, βασιζόμενη εν μέρει στα ευρήματα του ημιτελούς ελέγχου της Alvarez & Marsal. Εντούτοις δεν κατέστη εφικτό να γίνει από τη διοίκηση αναδρομικά πλήρης διόρθωση των λαθών στις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τα όσα ορίζει το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 8 «Λογιστικές πολιτικές, μεταβολές των λογιστικών εκτιμήσεων και λάθη». Ως εκ τούτου οι εταιρικές και ενοποιημένες καταστάσεις ταμειακών ροών της προηγούμενης χρήσεως που έληξε την 31 Δεκεμβρίου 2017 είναι επίσης εσφαλμένες, καθώς η Διοίκηση δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που θα επέτρεπαν τη σύνταξη των εν λόγω καταστάσεων απαλλαγμένων από ουσιώδη λάθη. Από τις ελεγκτικές διαδικασίες που κατέστη δυνατό να ολοκληρώσουμε για τις χρήσεις 2017 και 2018, εντοπίσαμε διαφορές οι οποίες, αν διορθώνονταν, θα μείωναν κατά την 31 Δεκεμβρίου 2018 τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας και του Ομίλου κατά περίπου 14 εκατ. ευρώ και 19 εκατ. ευρώ αντίστοιχα».

Τέλος, μεταξύ άλλων η PwC αποκαλύπτει για τα δάνεια προς τις θυγατρικές της Folli τα εξής: «Κατά τη διάρκεια του 2019 και του 2020, η εταιρεία χορήγησε δάνεια σε θυγατρικές της εταιρείες, συνολικού ποσού 12,9 εκατ. ευρώ περίπου, για τα οποία δεν κατέστη δυνατό να λάβουμε τα απαιτούμενα ελεγκτικά τεκμήρια. Τα δάνεια αυτά χορηγήθηκαν σε θυγατρικές από τις οποίες η εταιρεία είχε ήδη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις που είχαν χαρακτηριστεί από τη Διοίκηση ως μη ανακτήσιμες. Λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την ημερομηνία αναφοράς η Διοίκηση της μητρικής εταιρείας είχε την πρόθεση να συνεχίσει τη χρηματοδότηση των εν λόγω θυγατρικών για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών, θα έπρεπε να είχε αναγνωριστεί το αντίστοιχο ποσό ως υποχρέωση στις συνημμένες εταιρικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Συνεπώς, τα αποτελέσματα της χρήσης, καθώς και τα ίδια κεφάλαια όπως αυτά παρουσιάζονται στις εταιρικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, είναι αυξημένα κατά 12,9 εκατ. ευρώ περίπου».