ΔΝΤ: Πολλές από τις θέσεις εργασίας που θα καταστραφούν από την κρίση πιθανόν δεν θα επανέλθουν
Η κρίση του κορωνοϊού θα μετασχηματίσει τις οικονομίες και οι υπεύθυνοι για την άσκηση της πολιτικής πρέπει να προετοιμαστούν γι' αυτό, αναφέρουν κορυφαία στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) σε άρθρο τους.
Η επικεφαλής οικονομολόγος Γκίτα Γκόπινατ και ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Υποθέσεων του Ταμείου Βίτορ Γκασπάρ, που είναι οι συντάκτες του άρθρου με τίτλο «Δημοσιονομικές πολιτικές για έναν μετασχηματισμένο κόσμο», σημειώνουν ότι «πολλές από τις θέσεις εργασίας που θα καταστραφούν από την κρίση πιθανόν δεν θα επανέλθουν» και για τον λόγο αυτό «θα είναι αναγκαίο να διευκολυνθεί η μεταφορά πόρων από τομείς που είναι πιθανόν να συρρικνωθούν μόνιμα, όπως των αερομεταφορών, σε τομείς που θα αναπτυχθούν, όπως των ψηφιακών υπηρεσιών».
Τα στελέχη του ΔΝΤ σημειώνουν ακόμη ότι θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των εταιρειών που δεν έχουν ρευστότητα αλλά είναι αξιόχρεες και αυτών που δεν είναι αξιόχρεες. «Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να λάβουν περαιτέρω μέτρα, όπως να χρησιμοποιήσουν μετατρέψιμα ομόλογα και να χορηγήσουν μετοχικό κεφάλαιο (ή ακόμη και να εθνικοποιήσουν προσωρινά) στρατηγικές και συστημικές εταιρείες. Πολλές χώρες θα χρειαστεί, επίσης, να λάβουν γρήγορες και αποφασιστικές δράσεις για να βελτιώσουν τους νομοθετημένους μηχανισμούς για την επίλυση του υπερβάλλοντος χρέους και την αποτροπή μακροπρόθεσμων οικονομικών πληγών», αναφέρουν.
Προτεραιότητα η δημόσια υγεία
Κορυφαία προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής, σύμφωνα με το ΔΝΤ, παραμένει η δημόσια υγεία, καθώς οι πολιτικές που περιορίζουν τους κινδύνους για την υγεία συμβάλλουν σημαντικά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, βοηθώντας έτσι την οικονομική δραστηριότητα και απασχόληση και μειώνοντας τις πιέσεις στα δημόσια οικονομικά. Στο μέλλον, οι έγκαιρες και στοχευμένες διαδικασίες για τον περιορισμό του ιού «θα έχουν πολύ μικρότερο οικονομικό και δημοσιονομικό κόστος σε σύγκριση με μία γενική καραντίνα», σημειώνει το άρθρο.
Το ΔΝΤ τονίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να παραμείνει υποστηρικτική και ευέλικτη έως ότου υπάρξει μία ασφαλής και μόνιμη έξοδος από την κρίση. «Αν και το δημόσιο χρέος θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω σε ένα δυσμενές σενάριο, μία νωρίτερα από ό,τι δικαιολογείται δημοσιονομική υποχώρηση αποτελεί έναν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο εκτροχιασμού της ανάκαμψης, με υψηλότερο μελλοντικό δημοσιονομικό κόστος», σημειώνει.