Κορωνοϊός:Πώς βλέπει η Goldman Sachs την απάντηση της ευρωζώνης, τι εκτιμά για οικονομίες και αγορές
Μη επαρκή θεωρούν στελέχη της Goldman Sachs την αντίδραση της ευρωζώνης στη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού, εκτιμώντας πως οι παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν μπορούν από μόνες τους να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες χρηματοδότησης των κρατών μελών.
Η επενδυτική τράπεζα θεωρεί πως οι επενδυτές θα αρχίσουν σε 12 μήνες από τώρα να κοιτούν με μεγαλύτερη προσοχή τα στοιχεία για τα κρατικά χρέη και πως οι εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης, έρχονται ξανά στο προσκήνιο.
Σε ενημέρωση που έκαναν μέσω τηλεδιάσκεψης ο Peter Oppenheimer, Chief Global Equity Strategist της Goldman Sachs, ο Andrew Wilson, επικεφαλής του τομέα Global Fixed Income της Goldman Sachs Asset Management και η Silvia Ardagna, επικεφαλής του Investment Strategy Group της επενδυτικής τράπεζας και την οποία παρακολούθησε το CNN Greece, αναφέρθηκαν στην κρίση του κορωνοϊού, στις εκτιμήσεις τους για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, στις προβλέψεις τους για το πως θα κινηθούν νομίσματα και μεγάλες αγορές, αλλά και για το ποιες θα είναι οι προοπτικές των οικονομιών και των αγορών σε βάθος 18 μηνών.
Ανάκαμψη σε σχήμα «V»
Στην τοποθέτηση του ο Peter Oppenheimer ανέφερε αρχικά πως το «σοκ» που βιώνει η παγκόσμια οικονομία δεν έχει προηγούμενο, καθώς το 99% της παγκόσμιας παραγωγής έχει επηρεαστεί με κάποιο τρόπο από τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Το στέλεχος της GS ανέφερε πως η επενδυτική τράπεζα αναμένει ύφεση 6,2% στις ΗΠΑ εφέτος, 9% στην ευρωζώνη, 11,6% στην Ιταλία και ύφεση 3% στην Κίνα. Όπως τόνισε, τόσο η πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης όσο και η αβεβαιότητα για τις αποφάσεις πολιτικής, όπως καταγράφονται στις έρευνες, είναι τεράστια. Σημείωσε δε πως η αύξηση της ανεργίας θα είναι αναπόφευκτη, εκτιμώντας πως θα φθάσει το 15% στις ΗΠΑ και στο 20% στην Ισπανία.
Ο ίδιος ανέφερε πως το βασικό σενάριο δείχνει πως η υποχώρηση της πανδημίας θα επιτρέψει μια σημαντική ανάκαμψη στο δεύτερο εξάμηνο του 2020. Για το 2021 εκτίμησε πως η παγκόσμια ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 6,2%, πως οι ΗΠΑ θα αναπτυχθούν με ρυθμό 5,5% και πως η ευρωζώνη θα τρέξει με ρυθμό 7,8%. Σημείωσε δε πως σε όρους ανάπτυξης η ανάκαμψη θα έχει σχήμα «V» και όχι «U». Κατά τον Oppenheimer υπάρχουν τρία στοιχεία που είναι ενθαρρυντικά. Η μείωση των κρουσμάτων, η συντονισμένη παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών και οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις που δεν έχουν προηγούμενο.
Πάντως, παρά τις θετικές αυτές παραμέτρους το στέλεχος της Goldman Sachs ανέφερε πως η ανάκαμψη των χρηματιστηριακών αγορών κατά 25% ήλθε πολύ γρήγορα και ήταν πολύ ευρεία σε έκταση (σ.σ. Too Far Too Fast, είπε σχετικά). Ο ίδιος διευκρίνισε πως «πιθανότητα έχουμε δει τα χαμηλά» για το δείκτη S&P του αμερικανικού χρηματιστηρίου, ενώ απαντώντας αναφορικά με τις μετοχές που έχουν τις καλύτερες προοπτικές, είπε πως λόγω των χαρακτηριστικών της κρίσης ξεχωρίζει τις μετοχές των τηλεπικοινωνιών και του τεχνολογικού κλάδου. Ως γενικό κανόνα, είπε πως οι μετοχές που είναι ελκυστικές είναι εκείνες επιχειρήσεων που έχουν προβλέψιμες ταμειακές ροές και δίνουν μέρισμα.
Απαντώντας σε ερώτηση για την πορεία του δολαρίου ο Oppenheimer ανέφερε πως «το κατά πόσο το αμερικανικό νόμισμα μπορεί να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο», θα εξαρτηθεί από τα επίπεδα αβεβαιότητας για την πορεία της κρίσης. Ο ίδιος εκτίμησε πως οι επενδυτές θα τοποθετηθούν σταδιακά σε λιγότερο ασφαλείς προορισμούς, κάτι που θα αποδυναμώσει το δολάριο.
Ο ρόλος των οίκων αξιολόγησης
Λαμβάνοντας τον λόγο ο Andrew Wilson, επικεφαλής του τομέα Σταθερού Εισοδήματος της Goldman Sachs Asset Management εστίασε στην έγκαιρη απάντηση που έδωσαν κράτη και κεντρικές τράπεζες στην κρίση και είπε πως η χαλάρωση στην οποία προχώρησαν και ο χρόνος που το έκαναν πρέπει να επαινεθεί.
Ο Wilson επανέλαβε πως το οικονομικό σοκ από την πανδημία είναι μεγάλο και πως ακόμη είμαστε σε φάση αξιολόγησης των επιπτώσεων του εγκλεισμού και της πορείας του ιού. Στο σημείο αυτό υποστήριξε πως οι αγορές έχουν προεξοφλήσει τις εξελίξεις για ένα διάστημα τριών έως έξι μηνών και πως το ράλι σε μετοχές και ομόλογα αποτυπώνει αυτή την κατάσταση. Ωστόσο, είπε πως βραχυπρόθεσμα θα υπάρξει μεγάλη μεταβλητότητα και διακυμάνσεις, καθώς τα μακροοικονομικά μεγέθη και τα εταιρικά αποτελέσματα για ένα συγκεκριμένο διάστημα δεν θα προσφέρουν καθαρό ορίζοντα.
Αναφορικά με τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής διεθνώς είπε πως είναι πιο πιθανό να υπάρξει μια μεγαλύτερη ποσοτική χαλάρωση, παρά μείωση επιτοκίων. «Αναμένουν διατήρηση των συνθηκών αυτών για μεγάλο διάστημα. Η αναζήτηση yield (απόδοσης) θα συνεχιστεί για μεγάλο διάστημα», είπε. Μάλιστα, διευκρίνισε πως οι νομισματικές συνθήκες είναι σήμερα τόσο διευκολυντικές που δεν οδηγούν τους asset managers στο να πουλήσουν σε χαμηλές τιμές τα στοιχεία ενεργητικού που έχουν στην κατοχή τους.
Στο σημείο αυτό τόνισε πως υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα στις αγορές ομολόγων για το πως θα λειτουργήσουν οι οίκοι αξιολόγησης, δεδομένου ότι η ποιότητα της πίστωσης είναι καθοριστική και δεσμευτική παράμετρος για τις επενδύσεις πολλών μεγάλων επενδυτικών οίκων. «Οι επενδυτές μετά από 12 με 18 μήνες θα εξετάσουν το ύψος του δημοσίου χρέους και το πως θα εξοφληθεί», είπε σχετικά, ενώ προσέθεσε πως το «risk premium» θα εξαρτηθεί και από τα επίπεδα του πληθωρισμού.
Το στέλεχος της GS έθεσε και μια ακόμη πτυχή, υποστηρίζοντας πως οι επενδυτικές αποφάσεις θα επηρεαστούν μεσοπρόθεσμα και από τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες και στο πως έχουν επηρεάσει συγκεκριμένες υπηρεσίες και κλάδους.
Οι προκλήσεις για την ευρωζώνη
Μια ανάλυση εστιασμένη στην ευρωζώνη έκανε από την πλευρά της η Silvia Ardagna, Managing Director στον τομέα επενδυτικής στρατηγικής της Goldman Sachs.
Όπως ανέφερε, τα κράτη της ευρωζώνης έχουν έως σήμερα παράσχει στήριξη για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορωνοϊού ίση με το 4% του ΑΕΠ τους. Αυτή η στήριξη έχει δοθεί είτε με την μορφή υψηλών εγγυήσεων που διευκολύνουν τις τραπεζικές πιστώσεις, είτε απευθείας μέσω δαπανών για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και τη στήριξη κλάδων. Ωστόσο, το στέλεχος της επενδυτικής τράπεζας σημείωσε πως η δημοσιονομική τόνωση στην οποία έχει προχωρήσει η ευρωζώνη είναι αισθητά χαμηλότερη από εκείνη των ΗΠΑ και εκτίμησε πως θα χρειαστούν πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις. Αναγνώρισε δε πως ως ποσοστό του ΑΕΠ το χρέος των χωρών της ευρωζώνης θα αυξηθεί λόγω του COVID-19 περίπου 20% με 30%.
Η ίδια χαρακτήρισε ως «γεμάτο αναταράξεις» το δρόμο που έχει να διανύσει η ευρωζώνη, μη αποκλείοντας να δοκιμαστεί ακόμη μια φορά η πίστη των επενδυτών στη συνοχή της. Στο σημείο αυτό η Silvia Ardagna υπογράμμισε πως αν και η ΕΚΤ παίρνει σημαντικά μέτρα, το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της δεν επαρκεί για να στηρίξει χώρες όπως η Ιταλία που έχουν μεγάλη ανάγκη χρηματοδότησης των ελλειμμάτων τους.
«Οι αποφάσεις που έλαβε το Eurogroup αποτελούν ένα πρώτο βήμα, αλλά δεν θα αλλάξουν το παιχνίδι. Χρειάζονται περισσότερα μέτρα για το σημείο που βρισκόμαστε», είπε και προσέθεσε πως υπάρχει αβεβαιότητα για το εάν θα υπάρξει άμεση πρόσβαση των κρατών μελών στους πόρους του ESM, αλλά και το εάν το ταμείο ανάκαμψης (Recovery Fund) που αποφάσισε η Ευρωομάδα θα συσταθεί εγκαίρως και θα μπορέσει να εκδώσει κοινό χρέος. Πάντως αναγνώρισε πως οι κρίσεις έχουν δείξει πως οδηγούν την ευρωζώνη σε μεγαλύτερη συνοχή.