ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Φορολογικές δηλώσεις: Άνοιξε η εφαρμογή του TAXISnet

Φορολογικές δηλώσεις: Άνοιξε η εφαρμογή του TAXISnet
INTIME/ ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Άνοιξε την Μ. Τετάρτη η εφαρμογή του TAXISnet για την υποβολή των φετινών φορολογικών δηλώσεων με τα εισοδήματα του 2019. 

Άγνωστο παραμένει το εάν η διαδικασία υποβολής των δηλώσεων θα παραταθεί πέραν της καταληκτικής προθεσμίας της 30ης Ιουνίου, κάτι που έχουν αφήσει να εννοηθεί τόσο ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, όσο και ο Διοικητής της ΑΑΔΕ Γιώργος Πιτσιλής.

Εκπεφρασμένος στόχος της κυβέρνησης είναι οι επιστροφές φόρων που αντιστοιχούν στις πιστωτικές δηλώσεις να γίνεται εφέτος με αυτοματοποιημένες διαδικασίες και τα ποσά να πιστώνονται άμεσα στους λογαριασμούς των δικαιούχων. Υπό αυτή την έννοια το άνοιγμα του Taxis για την υποδοχή των εφετινών φορολογικών δηλώσεων, είναι κάτι που αναμένουν πολλοί φορολογούμενοι πως και πως διότι προσβλέπουν στα ποσά των επιστροφών.

Ωστόσο, έχει επέλθει μια αλλαγή διαδικασίας ως προς την επιστροφή φόρου στο εφετινό Ε1. Συγκεκριμένα, έχει καταργηθεί ο πίνακας 10, στον οποίο καλούνταν να δηλώσουν τον ΙΒΑΝ του τραπεζικού τους λογαριασμού, ώστε να τους πιστωθεί τυχόν επιστροφή φόρου. Πλέον θα εμφανίζεται μήνυμα που θα ενημερώνει για την υποχρέωση γνωστοποίησης του ΙΒΑΝ, με υποβολή ηλεκτρονικής Αίτησης/Υπεύθυνης Δήλωσης του δικαιούχου στη διαδικτυακή πύλη www.aade.gr της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

Η υποβολή της δήλωσης

Από την απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ για τον τύπο και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2019 προκύπτουν τα εξής:

Οι ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019, των υπόχρεων της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013, υποβάλλονται υποχρεωτικά, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, έως την ημερομηνία που ορίζουν οι οικείες διατάξεις. Οι ίδιες ημερομηνίες ισχύουν και για τις δηλώσεις που θα υποβληθούν σε εξαιρετικές περιπτώσεις σε χειρόγραφη μορφή στις Δ.Ο.Υ. Ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτύου, υποβάλλονται και οι εκπρόθεσμες αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019, καθώς και οι εκπρόθεσμες αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής.

Τα παραπάνω ισχύουν για δηλώσεις που υποβάλλονται είτε από τους ίδιους τους φορολογούμενους με τους δικούς τους κωδικούς πρόσβασης είτε από εξουσιοδοτημένο φοροτεχνικό λογιστή λογιστικό γραφείο με τους προσωπικούς του κωδικούς πρόσβασης.

Η εξουσιοδότηση προς τον φοροτεχνικό λογιστή λογιστικό γραφείο αφορά στη διαχείριση των εντύπων Ε1, Ε2 και Ε3 και πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω της διαχείρισης εξουσιοδοτήσεων των ηλεκτρονικών εφαρμογών «TAXISnet». Στην περίπτωση αυτή, βεβαιώνεται το γνήσιο της υπογραφής της εξουσιοδότησης του φορολογούμενου (και της συζύγου του/ΜΣΣ, εάν υποβάλλεται κοινή δήλωση) προς τον λογιστή, από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή ΚΕΠ (άρθ. 11 παρ. 1 του ν. 2690/1999, όπως ισχύει).

Σε περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής λόγω αποδεδειγμένης τεχνικής αδυναμίας που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ή εφόσον κρίνεται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν συντρέχει αντικειμενική και πραγματική αδυναμία υποβολής της δήλωσης με ηλεκτρονικό τρόπο, επιτρέπεται να υποβληθούν αυτές σε χειρόγραφη μορφή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. Αυτό ισχύει και στις περιπτώσεις που η προθεσμία υποβολής της δήλωσης λήγει στο τέλος του έτους, εφόσον υπάρχει αδυναμία ηλεκτρονικής υποβολής.

Σε περίπτωση που οι ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 των συζύγων/ ΜΣΣ υποβάλλονται ως κοινές με βάση τα οριζόμενα στην περ. α' της παραγράφου 4 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013, δεν απαιτείται καμία επιπλέον ενέργεια από τους συζύγους.

Σε αυτή την περίπτωση διενεργείται ξεχωριστή βεβαίωση του φόρου και εκδίδονται δύο πράξεις προσδιορισμού φόρου, μία για κάθε σύζυγο. Στις πράξεις προσδιορισμού φόρου αναφέρονται τα εισοδήματα και των δύο συζύγων/ΜΣΣ και διαφοροποιείται μεταξύ τους ο Πίνακας Γ' της πράξης, στον οποίο αναγράφονται τα ποσά του κάθε συζύγου/ΜΣΣ χωριστά. Πιστωτικά ποσά του ενός συζύγου/ΜΣΣ δεν συμψηφίζονται με τυχόν χρεωστικά του άλλου και στην περίπτωση που έχουν και οι δύο πιστωτικά ποσά, επιστρέφονται στον κάθε δικαιούχο χωριστά.

Ο φόρος των συζύγων/ μερών συμφώνου συμβίωσης που προκύπτει από την κοινή τους δήλωση, βεβαιώνεται στη Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι σύζυγοι έχουν διαφορετική Δ.Ο.Υ. λόγω του ότι ένας εκ των δύο (ή και οι δύο) ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή λόγω διαφορετικής φορολογικής κατοικίας. Ως εκ τούτου, οι πράξεις προσδιορισμού φόρου που εκδίδονται με την υποβολή κοινής δήλωσης αναγράφουν και στους δύο συζύγους/Μ.Σ.Σ. τη Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου συζύγου.

Οι σύζυγοι, ωστόσο, δύνανται να υποβάλουν χωριστή δήλωση, κατά τα οριζόμενα στην περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013, εφόσον έχουν επιλέξει για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2019 να υποβάλουν χωριστή δήλωση, ακολουθώντας την διαδικασία που περιγράφεται στην Α. 1017/2019 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ (Β΄ 63).

Οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, χωρίς να απαιτείται γνωστοποίηση στην ειδική ηλεκτρονική εφαρμογή, ο καθένας για τα εισοδήματά του, εφόσον έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης ή ο ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή φέρει ο φορολογούμενος.

Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η ενημέρωση του Τμήματος Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ με τις παραπάνω μεταβολές.

Τα φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, στην περίπτωση που ενημερώσουν το Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. με δήλωση μεταβολής, δύνανται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους. Στην περίπτωση αυτή, έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους έγγαμους και υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι εκείνο το μέρος του συμφώνου συμβίωσης, το οποίο κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ως υπόχρεος και για τα εισοδήματα του άλλου μέρους του συμφώνου συμβίωσης.

Οι δηλώσεις των κατοίκων εξωτερικού υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου έως την ημερομηνία που ορίζουν οι οικείες διατάξεις και για τους κατοίκους ημεδαπής. Σε περίπτωση που φορολογικός κάτοικος Ελλάδας μετέφερε την κατοικία του στο εξωτερικό εντός του 2019, η δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα καθ' όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και το αργότερο έως τις 31.12.2020 (ΠΟΛ.1201/2017 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, Β΄ 4441).

Οι δηλώσεις των αποβιωσάντων υποβάλλονται σε χειρόγραφη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εμπρόθεσμα έως 31.12.2020. Στην περίπτωση αυτή, απαιτείται ενημέρωση του Τμήματος Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ του αποβιώσαντος πριν από την υποβολή της δήλωσης με την ημερομηνία θανάτου και τα στοιχεία των νόμιμων κληρονόμων/ εγγυτέρων συγγενών, προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

Στην περίπτωση που ανήλικο άγαμο τέκνο υποβάλλει ξεχωριστή φορολογική δήλωση για μια ή και για τις δύο περιπτώσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013 και παράλληλα αποκτά και εισοδήματα άλλης κατηγορίας, όπως για παράδειγμα εισοδήματα από ακίνητα, αυτά αναγράφονται στη δήλωση του υπόχρεου γονέα, όπως ορίζουν οι διατάξεις της ίδιας παραγράφου.

Σε περίπτωση υποβολής εντύπου Ε3 για ανήλικο τέκνο, του οποίου τα εισοδήματα φορολογούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 11 του ΚΦΕ, η δήλωση του γονέα με το Ε3 του ανήλικου τέκνου υποβάλλεται σε χειρόγραφη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Σε περίπτωση πτώχευσης υποβάλλονται δύο δηλώσεις, μια δήλωση από τον σύνδικο πτώχευσης για τα εισοδήματα από την πτωχευτική περιουσία, σε χειρόγραφη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και μια δήλωση από τον πτωχό για τα τυχόν εισοδήματα από τη μη πτωχευτική περιουσία, ηλεκτρονικά.

Οι δηλώσεις με επιφύλαξη υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου και εντός χρονικού διαστήματος 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης οφείλουν οι φορολογούμενοι να προσκομίσουν στη Δ.Ο.Υ. τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους και τον λόγο της επιφύλαξης, προκειμένου να εκκαθαριστούν οι δηλώσεις και να εκδοθούν οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου από τις Δ.Ο.Υ. εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 παρ. 1 του ΚΦΔ, προθεσμίας των 90 ημερών από την υποβολή της δήλωσης. Σε περίπτωση που τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν προσκομιστούν εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας των 30 ημερών, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται, χωρίς να ληφθεί υπόψη η επιφύλαξη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 του ΚΦΔ, η επιφύλαξη δεν συνεπάγεται την αναστολή της είσπραξης του φόρου.