ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Έτος ορόσημο το 2020 για τις ελληνικές τράπεζες: Τα δύο σενάρια

Έτος ορόσημο το 2020 για τις ελληνικές τράπεζες: Τα δύο σενάρια

Το 2020 θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμο έτος για την πορεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Κάποιοι από τους τραπεζίτες βλέπουν μισογεμάτο το ποτήρι και κάποιοι το βλέπουν μισοάδειο. Και οι μεν και οι δε στηρίζουν τις προβλέψεις τους σε κάποιες παραδοχές που είναι αρκετά επισφαλής και μεταβαλλόμενες. Οι σημαντικότερες εξ αυτών είναι η πορεία της ελληνικής οικονομίας και η επιτυχία του σχεδίου «Ηρακλής», για τη μείωση του αποθέματος των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών.

Οι αισιόδοξοι εκ των τραπεζιτών, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Γιώργος Χαντζηνικολάου, εκτιμούν πως το 2020 οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να παίζουν καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας.

Όπως αναφέρουν σε αναλύσεις τους, η ενίσχυση της καταθετικής και της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, θα τους επιτρέψει να ανταποκριθούν ενεργά στις ανάγκες χρηματοδότησης παραγωγικών, επιχειρηματικών και επενδυτικών σχεδίων.

Αν και αναγνωρίζουν πως η μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να είναι το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ωστόσο θεωρούν πως με την έγκριση του σχεδίου «Ηρακλής», οι προοπτικές διαγράφονται θετικές, καθώς το πρόγραμμα αυτό θα συμβάλει στη περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ. Επιπρόσθετα, αναμένεται να αναπτυχθούν στην πλήρη μορφή τους οι δραστηριότητες των εταιρειών διαχείρισης πιστωτικών απαιτήσεων, με αποτέλεσμα να επιταχυνθούν περαιτέρω οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και η εξυγίανση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών.

Οι απαισιόδοξοι τραπεζίτες θεωρούν πως το σχέδιο «Ηρακλής» δεν αρκεί για να επαναφέρει τις τράπεζες στην «κανονικότητα». Όπως υποστηρίζουν, το μεγάλο ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, το οποίο συστηματικά προσθέτει στο κόστος κεφαλαίου και δεν επιτρέπει τις τράπεζες να εστιάσουν στον νέο δανεισμό, θα παραμείνει ως πρόβλημα. Ο δε συνδυασμός υψηλού κόστους κεφαλαίου με σχετικά χαμηλής απόδοσης επενδυτικές ευκαιρίες θα εξακολουθήσει να φρενάρει την πιστωτική επέκταση και ως εκ τούτου την κερδοφορία των τραπεζών.

Κατά τους ίδιους τραπεζίτες, οι ελληνικές τράπεζες θα μικρύνουν, λόγω της συνεχιζόμενης στενότητας της αγοράς, η οποία θα παραμείνει ως απότοκο της μετριοπαθούς μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης στην περιοχή του 2% ετησίως, της αρνητικής αποταμίευσης και του υψηλού εσωτερικού κόστους χρήματος.