ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Φόροι 7,3 δισ. ευρώ θα πληρωθούν μέσα στις πρώτες 60 ημέρες του 2020

Φόροι 7,3 δισ. ευρώ θα πληρωθούν μέσα στις πρώτες 60 ημέρες του 2020
ΙΝΤΙΜΕ

Φόρους 7,3 δισ. ευρώ αναμένει να εισπράξει μέσα στις πρώτες 60 ημέρες του 2020 το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να μπει με το «δεξί» στο νέο δημοσιονομικό έτος. Αυτή η θετική εκκίνηση είναι απαραίτητη προκειμένου η Ελλάδα να είναι σε πλεονεκτική θέση στη διαπραγμάτευση που θα ανοίξει με τους εταίρους στην ευρωζώνη για τη μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα από το 2021.

Να σημειωθεί πως στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 20120 η κυβέρνηση έχει προϋπολογίσει πως θα εισπράξει από φόρους 17 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά στο δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2020 έχει προϋπολογίσει φορολογικά έσοδα 51 δισ. ευρώ.

Τον Ιανουάριο 2020 η κυβέρνηση υπολογίζει να εισπράξει από φόρους 4,050 δισ. ευρώ. Για τον Φεβρουάριο αναμένει φορολογικά έσοδα 3,3 δισ. ευρώ. Για τον Μάρτιο έχει προϋπολογίσει φορολογικές εισπράξεις 2,9 δισ. ευρώ. Για τον Απρίλιο προβλέπει φορολογικά έσοδα 3,4 δις ευρώ και το Μάιο εισπράξεις από φόρους 3,2 δισ. ευρώ.

Εάν οι θεσμοί και το Eurogroup πειστούν έως το Μάιο πως η δημοσιονομική δυναμική της Ελλάδος θα είναι ισχυρή τόσο το 2020 όσο και το 2021, τότε θα διευκολυνθεί η θέση της κυβέρνησης η οποία επιθυμεί μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα από το 3,5% του ΑΕΠ στην περιοχή του 2,2% του ΑΕΠ.

Οι χαμηλότεροι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτρέψουν περαιτέρω μείωση της φορολογίας και ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων. Κάτι τέτοιο, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση και διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα έχει ευνοϊκές επιδράσεις στο δυνητικό προϊόν και στη μακροχρόνια βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Τράπεζας της Ελλάδος, εάν διατηρηθούν οι ευνοϊκοί όροι χρηματοδότησης από τις αγορές και ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα μειωθεί στο 2,2% του ΑΕΠ από το 2021, θα προκύψει οριακή μόνο αύξηση του χρέους κατά περίπου 2% του ΑΕΠ έως το 2060 και ανεπαίσθητη αύξηση των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών κατά 0,3% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο.