ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Θύμα» της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν η οικονομία της Τουρκίας;

«Θύμα» της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν η οικονομία της Τουρκίας;
Presidential Press Service via AP, Pool

Η εισβολή των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Συρία αποτελεί μεταξύ άλλων επίδειξη δύναμης από τον Ταγίπ Ερντογάν.

Ο Τούρκος πρόεδρος στο πλαίσιο της επεκτατικής διπλωματικής πολιτικής που ακολουθεί, αρέσκεται να τα βάζει με... Θεούς και δαίμονες, εμφανιζόμενος ως παντοδύναμος και ικανοποιώντας ταυτόχρονα τους ψηφοφόρους του.

Όμως ο «Σουλτάνος» έχει μια «αχίλλειο πτέρνα» που ακούει στο όνομα οικονομία. Το τουρκικό οικονομικό θαύμα των προηγούμενων ετών έχει αρχίσει να θαμπώνει και, όπως υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι, με τις κινήσεις του ο Ερντογάν βάζει περαιτέρω τρικλοποδιές στις οικονομικές προοπτικές της χώρας του. Και αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τη «βουτιά» της τουρκικής λίρας στον απόηχο της επέμβασης στην Συρία και των απειλών του Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή κυρώσεων στην Αγκυρα.

Τις προηγούμενες ημέρες το τουρκικό νόμισμα υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από το Μάιο επεκτείνοντας τις απώλειές του για εφέτος σχεδόν στο -12%. Σε κλοιό πιέσεων βρέθηκε και το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, ενώ η απόδοση του 2ετούς κρατικού ομολόγου έφτασε να ενισχύεται έως 66 μονάδες βάσης.

Λίρα και επιχειρήσεις υπό δοκιμασία

Όπως υποστηρίζουν οικονομικοί αναλυτές, τα οικονομικά σχέδια της Τουρκίας ενδέχεται να πέσουν θύμα της εξωτερικής της πολιτικής. Η υποχώρηση του πληθωρισμού και η σχετική σταθερότητα της λίρας υποτίθεται πως θα έδιναν στην κεντρική τράπεζα το περιθώριο να μειώσει τα επιτόκια δανεισμού και να βοηθήσει την κυβέρνηση του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Εντογάν ώστε να επιτύχει τον φιλόδοξο στόχο για ανάπτυξη 5% το 2020. Ωστόσο, η ευκαιρία για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να χάνεται.

Η στρατιωτική επιχείρηση στη νοτιοανατολική Συρία κατά των κουρδικών δυνάμεων ενδεχομένως να αποφέρει πολιτικά κέρδη στο εσωτερικό της Τουρκίας, ωστόσο οι επενδυτές εμφανίζονται επιφυλακτικοί. Ακόμη περισσότερο επειδή ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει απειλήσει πως μπορεί να «καταστρέψει και εκμηδενίσει» την τουρκική οικονομία αν προχωρήσει η Άγκυρα σε ενέργειες στη Συρία, τις οποίες κρίνει ο ίδιος ως απαράδεκτες.

Το οικονομικό σχέδιο της Τουρκίας βασίζεται στη χαλαρότερη νομισματική πολιτική και θα μπορούσε να εκτροχιαστεί αν υποχωρήσει η συναλλαγματική ισοτιμία της λίρας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αυξηθεί η τιμή των εισαγόμενων προϊόντων.

Η τουρκική κεντρική τράπεζα έχει μειώσει τα επιτόκια δανεισμού δύο φορές από τον περασμένο Ιούλιο, όταν ο Ερντογάν είχε απολύσει τον προηγούμενο επικεφαλής της. Αναμενόταν να ακολουθήσει και άλλη μείωση των επιτοκίων δανεισμού αφότου ο ετήσιος πληθωρισμός υποχώρησε τον Σεπτέμβριο κάτω από το 10%, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών.

Η προσπάθεια να έχει η τουρκική οικονομία μια σχετικά ομαλή «προσγείωση» μπορεί να αποβεί άκαρπη, αν επικρατήσουν οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της Τουρκίας έναντι των οικονομικών. Ενδεχόμενη επανάληψη των κυρώσεων που είχαν επιβάλει πέρυσι οι ΗΠΑ στην Τουρκία εξαιτίας της σύλληψης Αμερικανού πάστορα θα έπληττε σκληρά την τουρκική οικονομία.

Το μεγάλο ύψος του εξωτερικού δανεισμού της Τουρκίας εξακολουθεί να αποτελεί λόγο ανησυχίας. Αν επιταχυνθεί η υποχώρηση της λίρας, η κεντρική τράπεζα θα αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ του να υποστηρίξει είτε το νόμισμα είτε την οικονομική ανάπτυξη.

Οι τουρκικές επιχειρήσεις έχουν τεράστια χρέη, που ανέρχονται σε 200 δισ. δολάρια, τα οποία πρέπει να αποπληρωθούν το 2019. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους αυτού είναι σε δολάρια και ευρώ, κάτι που σημαίνει πως οι εταιρείες θα δυσκολευτούν να το αποπληρώσουν, αν η λίρα παραμείνει αδύναμη.

Όμως το χρέος δεν είναι το μόνο «φάντασμα» που «στοιχειώνει» την Τουρκία: η χώρα ταλαιπωρείται επίσης από τον υψηλό πληθωρισμό, τη μειωμένη κατανάλωση και την έλλειψη επενδυτικής εμπιστοσύνης, που πηγάζει εν μέρει από την αντίληψη πως λείπει το κράτος δικαίου στη χώρα.

Αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε υποτίμηση της λίρας, βλάπτοντας ταχύτατα την εμπιστοσύνη των επενδυτών και προκαλώντας πανικό στους καταναλωτές ότι το νόμισμα θα ξαναδιολισθήσει, ενισχύοντας έτσι την υφιστάμενη καταναλωτική επιβράδυνση.

Πράγματι, όταν η λίρα έκανε «βουτιά» το περασμένο καλοκαίρι, οι Τούρκοι άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην οικονομία, με αποτέλεσμα να ξοδεύουν λιγότερα και να μετατρέπουν τις λίρες τους σε δολάρια ή άλλα νομίσματα -παρά τις επίσημες εκκλήσεις για το αντίθετο-, κάτι που οδήγησε σε περαιτέρω πτώση τη λίρα.

Η ζημιά στη λίρα βλάπτει τις προσπάθειες της Τουρκίας να ενισχύσει τον χρηματοπιστωτικό της τομέα σε μια κρίσιμη περίοδο για την οικονομία της. Οι οίκοι αξιολόγησης βρίσκονται με το δάχτυλο στη σκανδάλη, με τη Moody’s τον Ιούνιο να «πετσοκόβει» τις προοπτικές 18 τραπεζών, αφού προηγουμένως είχε υποβαθμίσει την τουρκική οικονομία.

Κάνουν πίσω οι ευρωπαϊκοί όμιλοι;

Εν τω μεταξύ, μεγάλοι ευρωπαϊκοί όμιλοι εμφανίζονται μετά την τουρκική επέμβαση στη Συρία πιο επιφυλακτικοί στο ενδεχόμενο να ενισχύσουν την παρουσία τους στην Τουρκία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Volkswagen, η οποία θέτει υπό αμφισβήτηση τη σχεδιαζόμενη επένδυσή της, λόγω της τουρκικής εισβολής στη Συρία.

«Παρακολουθούμε πολύ προσεκτικά και με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις», δήλωσε εκπρόσωπος του γερμανικού κολοσσού στο περιοδικό Der Spiegel και στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, επισημαίνοντας ότι η δημιουργία εργοστασίου κοντά στην Σμύρνη βρίσκεται το τρέχον διάστημα στο τελικό στάδιο του σχεδιασμού, έπειτα από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις με την Τουρκία.

Σε αυτό σχεδιάζεται να κατασκευάζονται τα μοντέλα VW Passat και Skoda Superb, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες κυρίως της ανατολικής Ευρώπης. Το ύψος της επένδυσης υπερβαίνει το 1,5 δισ. ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν 4.000 νέες θέσεις εργασίας. Η έναρξη της ανέγερσης των εγκαταστάσεων έχει προγραμματιστεί για το τέλος του 2020, με την παραγωγή να ξεκινά το 2022.

Όπως ανέφερε η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, η επίσημη υπογραφή των συμβολαίων για την κατασκευή του εργοστασίου θα καθυστερήσει, εξαιτίας των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Μπλόκο στις εξαγωγές

Τις εξαγωγές στρατιωτικού υλικού στην Τουρκία επανεξετάζει η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εξαιτίας της εισβολής της χώρας στη Συρία. Το βρετανικό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε την αναστολή της έγκρισης όλων των αδειών εξαγωγών οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών ενόσω βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή η διαδικασία αξιολόγησης.

Παράληλα, η Ιταλία, που είναι στην πρώτη θέση της κατάταξης των κρατών που εξάγουν στρατιωτικό υλικό στην Τουρκία βάσει αξίας πέρυσι, αποφάσισε επίσης να απαγορεύσει προσωρινά τις εξαγωγές όπλων και πυρομαχικών στην Άγκυρα, μετά την ταυτόσημη απόφαση της Γαλλίας και της Γερμανίας, ενώ η Ισπανία άφησε να εννοηθεί ότι είναι επίσης έτοιμη να απαγορεύσει προσωρινά τις εξαγωγές στρατιωτικού υλικού στο συμβούλιο των ευρωπαίων ΥΠΕΞ.

Φαίνεται λοιπόν πως ο Ταγίπ Ερντογάν θα βρεθεί σύντομα αντιμέτωπος με την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών της χώρας του και την ενίσχυσης της επιφυλακτικότητας των επενδυτών.

Τότε είναι που θα πρέπει να δικαιολογήσει στην κοινή γνώμη της χώρας του τις αποφάσεις του, οι οποίες έπληξαν περαιτέρω την οικονομία και τους πολίτες. Και όλα αυτά την ώρα που έχει αρχίσει η κριτική στο πρόσωπό του από πρώην στενούς του συνεργάτες που μάλιστα ετοιμάζονται να δημιουργήσουν νέα κόμματα. Δύσκολοι οι καιροί για τον Τούρκο πρόεδρο…