ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι μειώσεις φόρων στο επίκεντρο της τέταρτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης

Οι μειώσεις φόρων στο επίκεντρο της τέταρτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης
AP Photo/Dimitri Messinis

Στις φορολογικές και στις ασφαλιστικές πτυχές του προϋπολογισμού 2020, στη ρύθμιση των 120 δόσεων, στις αποκρατικοποιήσεις, αλλά και σε ζητήματα που σχετίζονται με τη λειτουργία της Δικαιοσύνης και του Κράτους Δικαίου, αναμένεται να επικεντρωθεί η τέταρτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση που ξεκινά σήμερα και θα διαρκέσει έως το τέλος της εβδομάδος.

Οι θεσμοί, σε νέα σύνθεση, θα πιάσουν το «νήμα» από εκεί που το άφησαν στις αρχές της χρονιάς, ωστόσο η προσοχή τους θα εστιασθεί και στο κατά πόσον η ελληνική κυβέρνηση θα πιάσει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Η σύνθεση της ομάδας των απεσταλμένων των δανειστών έχει αλλαγές. Τη θέση του ιρλανδού εκπροσώπου της Κομισιόν, Ντέκλαν Κοστέλο, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή γενικού διευθυντή Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων έχει πάρει ο Αυστριακός, Πολ Κούτος.

Το πρώτο ραντεβού του οικονομικού επιτελείου με το κουαρτέτο των δανειστών έχει οριστεί το μεσημέρι όπου στο τραπέζι των συζητήσεων ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα ανοίξει τη βεντάλια όλων των θεμάτων γύρω από τον προϋπολογισμό του 2020 .

Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς, οι μειώσεις των φόρων στα χαμηλά εισοδήματα, στα κέρδη των επιχειρήσεων και στα μερίσματα, μαζί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα ανέλθουν το 2020 σε 1,2 δισ. ευρώ. Οι θεσμοί θα επιδιώξουν να επιβεβαιώσουν το σχετικό μέγεθος και να διαπιστώσουν το κατά πόσον υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για τις σχετικές παρεμβάσεις.

Σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων, οι θεσμοί έχουν ήδη εκφράσει αντιρρήσεις για τη νέα ρύθμιση των 120 δόσεων και την προοπτική επέκτασης της, ενώ έχουν ζητήσει και πρόσθετες διευκρινίσεις για την αλλαγή στην πάγια ρύθμιση των 12 και 24 δόσεων.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, τα τεχνικά κλιμάκια ενημερώθηκαν για το φορολογικό νομοσχέδιο που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή το τελευταίο δίμηνο του έτους και στο οποίο θα προβλέπονται σημαντικές αλλαγές τόσο στη φορολογική κλίμακα όσο και στις εκπτώσεις φόρου, βάσει των οποίων θα προκύπτουν τα νέα αφορολόγητα όρια για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες με ή χωρίς παιδιά.

Τα τεχνικά κλιμάκια φέρονται να δέχθηκαν την εν λόγω αλλαγή της φορολογικής κλίμακας και τα ελληνικά επιχειρήματα πως το δημοσιονομικό κόστος δεν θα είναι απαγορευτικό.

Σημειώνεται πως η νέα φορολογική κλίμακα με την οποία θα φορολογηθούν το 2020 μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες και ελεύθεροι επαγγελματίες θα περιλαμβάνει μείωση όλων των φορολογικών συντελεστών κατά μία ποσοστιαία μονάδα για εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ και μείωση του εισαγωγικού συντελεστή στο 9% από 22% σήμερα για το πρώτο κλιμάκιο εισοδήματος έως 10.000 ευρώ.

Η ελληνική πλευρά στηρίζεται σε έναν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο της τάξης των 1,2 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 0,6-0,7% του ΑΕΠ για το 2020, που θα της επιτρέψει την εφαρμογή των σχεδίων της για φοροελαφρύνσεις.

Ο χώρος αυτός, εφόσον εξασφαλισθεί, θα προέλθει από τις ισόποσες ετήσιες επιστροφές των κερδών των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης από ελληνικά ομόλογα SMPs και ANFAs, οι οποίες –με τα σημερινά δεδομένα– δεν εγγράφονται στα έσοδα του προϋπολογισμού.

Η πρακτική αυτή εξετάζεται πλέον να αλλάξει και σύμφωνα με πληροφορίες από ευρωπαϊκές πηγές το θέμα είναι πιθανό να συζητηθεί στο Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου. Στην ουσία, μια πιθανή αποδοχή του αιτήματος θα ισοδυναμεί με έμμεση μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2,8-2,9% του ΑΕΠ.

Τέλος, αυτόν τον σχεδιασμό αναμένεται να διευκολύνει η νέα, επικαιροποιημένη ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, η οποία θα συνοδεύει την έκθεση της τέταρτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης των θεσμών. Δεδομένης της μεγάλης πτώσης των επιτοκίων δανεισμού όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και του ESM, η εικόνα της βιωσιμότητας αναμένεται βελτιωμένη, καθιστώντας λιγότερο πιεστική την ανάγκη για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.