Η ύφεση, οι κεντρικές τράπεζες και το «ταμπού» που σπάει
Ένα εκρηκτικό κοκτέιλ απειλεί την παγκόσμια οικονομία, με τους οικονομολόγους, τους διεθνείς οργανισμούς αλλά και κορυφαίους αξιωματούχους να θεωρούν πως η ύφεση είναι πολύ κοντά.
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ - Κίνας, η αντίστροφη μέτρηση για το Brexit στις 31 Οκτωβρίου, η αναταραχή στο Περσικό κόλπο και η επιβράδυνση μεγάλων οικονομικών αποτελούν κακούς οιωνούς για το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί είναι πως σύμφωνα με έρευνα της Bank of America Merrill Lynch, ο κίνδυνος της παγκόσμιας ύφεσης βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο μετά τον Αύγουστο του 2009, καθώς η επιβράδυνση της ανάπτυξης, το εμπόριο και η πολιτική αβεβαιότητα επιβαρύνουν το επενδυτικό κλίμα.
Το 38% των fund mangers που συμμετείχαν στην έρευνα αναμένει ύφεση κατά το επόμενο έτος, έναντι 34% που ήταν στην έρευνα του Αυγούστου.
Η έρευνα έδειξε ότι οι επενδυτές βλέπουν τα δημοσιονομικά μέτρα της Γερμανίας να έχουν τον πιο bullish δυναμική για τα risk assets κατά τους επόμενους έξι μήνες.
Στο μέτωπο των ΗΠΑ, οι επενδυτές που ερωτήθηκαν προσδιόρισαν τις δαπάνες υποδομής ως τον τομέα της οικονομικής πολιτικής με την πιο διστακτική υποστήριξη.
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ - Κίνας παρέμεινε στην κορυφή της λίστας για τους κινδύνους απρόσμενων γεγονότων (tail risk) με το 40% να θεωρεί το εμπόριο ως βασική ανησυχία.
Όσον αφορά τη λύση για τον εμπορικό πόλεμο, το 38% δηλώνει ότι η εμπορική διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας είναι το «νέο κανονικό» έναντι μόλις 30% που αναμένουν μια λύση πριν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020.
Οι ανησυχίες για επιστροφή σε υφεσιακό περιβάλλον έχει οδηγήσει τις Κεντρικές Τράπεζες στο να προχωρήσουν σε περαιτέρω νομισματική χαλάρωση.
Ο Μάριο Ντράγκι, στη λήξη της θητείας του στην ΕΚΤ αποφάσισε την εφαρμογή ενός νέου QE, ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μείωσε τα επιτόκια και άφησε ανοιχτό παράθυρο και για νέα μέτρα στήριξης.
Πάντως οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι εμφανίζονται επιφυλακτικοί για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας. Η UBS και ο αναλυτής της Σελθ Κάρπτνερ, τονίζει ότι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που υπάρχουν είναι ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα αλλά και ο τρόπος με τον οποίο διοικεί ο Trump.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο ελβετικός οίκος προχωρά σε υποβάθμιση των εκτιμήσεών του για το αμερικανικό ΑΕΠ τόσο για το 2019 όσο και για το 2020, εκτιμώντας ότι στο δ’ τρίμηνο 2019 το αμερικανικό ΑΕΠ θα τρέξει με ρυθμό 1,8%, δηλαδή θα εμφανίσει ήπια υποχώρηση σε σύγκριση με το 2% που εμφάνισε στο γ’ τρίμηνο.
Για το 2020, όμως, οι εκτιμήσεις της είναι κάτι παραπάνω από απαισιόδοξες, καθώς βλέπει την ανάπτυξη των ΗΠΑ στο 0,5% στο α’ τρίμηνο και στο 0,3% στο β’ τρίμηνο.
Αναφορικά με την οικονομία της Ευρωζώνης, αίσθηση προκαλεί η δήωση του μέλους της ΕΚΤ, Bostjan Vasle πως υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η οικονομική επιβράδυνση στην Ευρωζώνη θα διαρκέσει περισσότερο από ό, τι είχε προβλέψει η ΕΚΤ στις αρχές του έτους.
Kαι καθώς πληθαίνουν τα καμπανάκια για μία νέα παγκόσμια ύφεση και εκτιμάται ότι τα όπλα της νομισματικής πολιτικής, ακόμη και αυτά που θεωρούνται αντισυμβατικά δεν αρκούν για την τόνωση της ανάπτυξης, κάποιο ρίχνουν… στο τραπέζι εναλλακτικά σενάρια.
Ένα από αυτά, το φέρνει στο προσκήνιο το Bloomberg και αφορά τη συνεργασία κεντρικών τραπεζών- κυβερνήσεων για τονωτικές ενέσεις που βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό που ονομάζεται «χρήματα από το ελικόπτερο». Κάποτε αυτπό θεωρούνταν ταμπού, τώρα όμως, φαίνεται να κερδίζει συνεχώς έδαφος.
Τέτοιου είδου προτάσεις έχουν διατυπώσει μεταξύ άλλων ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Ρέι Ντάλιο και ο «βετεράνος» της νομισματικής πολιτικής, Στάνλι Φίσερ.
Τα σχέδια των δυο ανδρών έχουν διαφορές αλλά και μια κοινή συνισταμένη. Οι πανίσχυρες κεντρικές τράπεζες θα κάνουν ένα βήμα πίσω και θα συνεργαστούν με τις κυβερνήσεις.
Αυτού του είδους τα σχέδια τόνωσης ήταν ταμπού, όπως εξηγεί το Bloomberg, εν μέρει εξαιτίας των κινδύνων που ενέχουν για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών από την πολιτική.
Επειδή όμως τα φάντασμα του αποπληθωρισμού έχει επιστρέψει δριμύτερο, έχει μπει στο περιθώριο ο προβληματισμός για πολιτικές παρεμβάσεις είναι μεγάλη.
Υπό τις υπάρχουσες αυξάνονται οι φωνές που υποστηρίζουν πως η επόμενη κρίση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με απευθείας και μόνιμες ενέσεις ρευστού- τα λεγόμενα χρήματα από το ελικόπτερο. Αυτό είναι κάτι που οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν τη δυνατότητα να πράξουν μόνες.
Σε ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσαν οι κεντρικές τράπεζες να ενθαρρύνουν τον ιδιωτικό τομέα να δαπανήσει ή να επενδύσει, καθιστώντας τον δανεισμό του ακόμη πιο φθηνό από ό,τι σήμερα.
Τα επιτόκια ήδη βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, αλλά προς το παρόν είναι κυρίως οι κυβερνήσεις εκείνες που σπεύδουν να εκμεταλλευθούν τα νέα δεδομένα για να δανειστούν.
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές πως οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι για την παγκόσμια οικονομία και οι κυβερνήσεις αλλά και οι κεντρικές τράπεζες θα βρεθούν αντιμέτωπες με σοβαρές προκλήσεις. Και από τις αποφάσεις τους θα εξαρτηθεί εάν και σε ποιο βαθμό μπορεί να αποφευχθεί η ύφεση σε παγκόσμιο επίπεδο.