Κρίσιμη αξιολόγηση της Ελλάδος στην αντιμετωπίσιμη του «ξεπλύματος» χρήματος
Εξαιρετικά κρίσιμη είναι η αξιολόγηση της Ελλάδος από τον Οργανισμό Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force - FATF), τον φορέα από τον οποίον προέρχονται οι κανόνες του διεθνούς δικαίου για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, που θα διεξαχθεί από τις 16 έως και τις 21 Ιουνίου στο Ορλάντο των ΗΠΑ. Μπορεί το τελευταίο 24ωρο δημοσιεύματα του εγχώριου Τύπου να εστίασαν στις δραστηριότητες που έχουν προγραμματίσει στελέχη της ελληνικής αποστολής στις ΗΠΑ μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης στις 21 Ιουνίου, ωστόσο αυτή η πτυχή αδικεί την πολύμηνη προσπάθεια που έχει γίνει ώστε η χώρα μας να παραμείνει στην πρώτη κατηγορία των χωρών με επαρκείς διαδικασίες για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος χρήματος.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό πως οι χώρες που «κόβονται» από την FATF διότι παρουσιάζουν στρατηγικές αδυναμίες στον τομέα του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, είναι χώρες που μπαίνουν σε γκρίζες και μαύρες λίστες και στις διεθνείς συναλλαγές μαζί τους απαιτούνται συγκεκριμένες ενέργειες.
Για παράδειγμα όταν μια χώρα θεωρείται πως δεν έχει συμμορφωθεί προς τα πρότυπα της FATF, συνιστάται στα κράτη μέλη ιδιαίτερη προσοχή κατά τις επιχειρηματικές σχέσεις και συναλλαγές με εταιρείες της χώρας αυτής, με τα χρηματοπιστωτικά της ιδρύματα, αλλά και με εκείνους που ενεργούν για λογαριασμό τους.
Παράλληλα, επιβάλλονται από τα κράτη μέλη αντίμετρα και στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και εφόσον απαιτείται ακόμη και αναστολή λειτουργίας τραπεζικών υποκαταστημάτων, θυγατρικών εταιρειών, καθώς και αντιπροσωπειών τραπεζών που λειτουργούν εντός της επικράτειας τους, προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία του χρηματοπιστωτικού τους συστήματος από το ξέπλυμα χρήματος, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τη διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής.
Εάν μια χώρα είναι στην «γκρίζα» λίστα της FATF, ο Οργανισμός Χρηματοπιστωτικής Δράσης ενθαρρύνει τα μέλη του να παρατείνουν την εφαρμογή αυξημένης δέουσας επιμέλειας σε επιχειρηματικές σχέσεις και συναλλαγές με φυσικά και νομικά πρόσωπα από την εν λόγω χώρα. Κάτι που προκαλεί πολλά προσκόμματα και αποθαρρύνει τις συναλλαγές.
Η τελευταία φορά που η χώρα μας είχε αξιολογηθεί από την Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης ήταν τον Ιούνιο του 2007. Να σημειωθεί δε πως από το 2011 η Ελλάδα είναι στην «πρώτη κατηγορία» της FATF, δεδομένου ότι εφαρμόζει τα διεθνή πρότυπα της με συνέπεια και καταγράφει θετικές επιδόσεις στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Να σημειωθεί πως τον Νοέμβριο που μας πέρασε το κλιμάκιο αξιολογητών της FATF που θα βαθμολογήσει τη χώρα μας ως προς τις επιδόσεις της στην αντιμετωπίσιμη του ξεπλύματος χρήματος, αναχώρησε με καλές εντυπώσεις από την Ελλάδα στην επιτόπια έρευνα που διενήργησε.
Το κλιμάκιο έμεινε στην Αθήνα για σχεδόν τρεις εβδομάδες και είχε καθημερινά συναντήσεις με όλες τις αρχές και υπηρεσίες που εμπλέκονται στην καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Στη βάση αυτή, οι αξιολογητές είχαν συναντήσεις με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και ειδικά με την αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Άννα Ζαΐρη που ηγείται της Αρχής, με στελέχη της ΑΑΔΕ, του ΣΔΟΕ, της Οικονομικής Αστυνομίας, την Τράπεζας της Ελλάδος, της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κ.α..
Ένα από τα θέματα που ανέδειξε αυτός ο έλεγχος ήταν η αδυναμία της χώρας μας να ελέγχει σε πραγματικό χρόνο τη χρηματοδότηση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ). Αν και η κυβέρνηση πέρασε νομοθεσία για τη λειτουργία Μητρώου Ελληνικών και Ξένων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σε θέματα διεθνούς προστασίας, μετανάστευσης και κοινωνικής ένταξης, ωστόσο ακόμη αυτό δεν έχει ολοκληρωθεί.
Τέλος, άγνωστο παραμένει το πώς η FATF θα αξιολογήσει τις αλλαγές στο νέο Ποινικό Κώδικα, καθώς με αυτές η Ελλάδα καθίσταται μια από τις ελάχιστες χώρες διεθνώς που η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δεν θα θεωρείται κακούργημα, αλλά πλημμέλημα. Σύμφωνα με τη λογική του νόμου, εάν τελεστεί μία φορά ξέπλυμα τότε θεωρείται πλημμέλημα και η προβλεπόμενη ποινή είναι τρία έτη φυλάκιση και χρηματική ποινή. Στις περιπτώσεις δε που η πράξη τελείται κατ΄ εξακολούθηση προβλέπεται κάθειρξη έως 15 έτη. Έως σήμερα το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αντιμετωπίζεται ως κακούργημα και τιμωρείται με φυλάκιση έως δέκα χρόνια, ενώ όταν η πράξη τελείται κατ΄ εξακολούθηση προβλέπεται κάθειρξη έως 20 έτη.