ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΟΟΣΑ: Οι παροχές υπονομεύουν τη δημοσιονομική αξιοπιστία

ΟΟΣΑ: Οι παροχές υπονομεύουν τη δημοσιονομική αξιοπιστία
EUROKINISSI

Σαφή προειδοποίηση πως οι παροχές της ελληνικής κυβέρνησης, στο βαθμό που αποκλίνουν από την μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική υπονομεύουν τα κέρδη στη δημοσιονομική αξιοπιστία, απηύθυνε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σε έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.

Για τα πρόσφατα δημοσιονομικά μέτρα, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι θα μειώσουν τα φορολογικά έσοδα, κυρίως με τη μείωση ορισμένων συντελεστών ΦΠΑ και την αύξηση των δαπανών, κυρίως για τις συντάξεις, από το 2019.

«Τα μελλοντικά δημοσιονομικά μέτρα πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα τις επενδύσεις στις υποδομές και τις δεξιότητες, την καταπολέμηση της φτώχειας και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών και των ελέγχων. Τα μέτρα αυτά, μαζί με τη μεγαλύτερη πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης, την ανάπτυξη της εξωδικαστικής μεσολάβησης και την ιδιωτικοποίηση κρατικών ενεργειακών περιουσιακών στοιχείων, θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και θα μειώσουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων, ενώ θα στηρίξουν τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους», τονίζει η έκθεση.

Στο σημείο αυτό ο Οργανισμός στέλνεις σαφές μήνυμα για τις επιπτώσεις από τη χαλάρωση της δημοσιονομικής προσπάθειας.

«Αποκλίσεις από την τρέχουσα μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική θα υπονόμευε τα κέρδη στη δημοσιονομική αξιοπιστία. Οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της ανταγωνιστικότητας και της υγείας των τραπεζών θα δημιουργούσαν καθοδικούς κινδύνους στην προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων. Μία πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα ενός άτακτου Brexit θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία μεγαλύτερη επιβράδυνση των εξαγωγών. Τα πρόσφατα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ταχύτερα από το αναμενόμενο αποτελέσματα, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και βελτιώνοντας περαιτέρω τις επενδυτικές προοπτικές», σημειώνεται στην έκθεση.

Ο ΟΟΣΑ στις προβλέψεις του αναμένει ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα διατηρήσει τη δυναμική της, με το ΑΕΠ της χώρας να αυξάνεται 2,1% φέτος και 2% το 2020.

Η εγχώρια ζήτηση θα συμβάλλει περισσότερο στην ανάπτυξη από ότι στο πρόσφατο παρελθόν, αντισταθμίζοντας τη συγκράτηση της αύξησης των εξαγωγών, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας: |Οι επενδύσεις αναμένεται να αρχίσουν να ανακάμπτουν, καθώς οι χρηματοδοτικές συνθήκες βελτιώνονται. Τα υψηλότερα εισοδήματα των νοικοκυριών, λόγω της πρόσφατης αύξησης του κατώτατου μισθού και της αύξησης της απασχόλησης, θα στηρίξουν την κατανάλωσή τους. Το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού συνεχίζει να υπερβαίνει τους μεσοπρόθεσμους στόχους, η πρόσβασης στις διεθνείς αγορές ομολόγων βελτιώνεται και το ταμειακό μαξιλάρι είναι σημαντικό».

Ο ΟΟΣΑ αναφέρεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% στα 650 ευρώ τον μήνα και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους φέτος τον Φεβρουάριο, σημειώνοντας ότι με τις αυξήσεις αυτές, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σε σχέση με τον μέσο μισθό πλησιάζει τον μέσο όρο των χωρών του Οργανισμού. «Η αύξηση θα μειώσει τη φτώχεια των εργαζομένων, αλλά ενέχει τον κίνδυνο να συμβάλει στην άτυπη εργασία και την επιβράδυνση των κερδών στον αριθμό των θέσεων εργασίας, δεδομένης της ασθενούς παραγωγικότητας», σημειώνει.

Όσον αφορά στα δημοσιονομικά, η έκθεση αναφέρει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού ανήλθε στο 4,2% του ΑΕΠ το 2018, με τα ισχυρά έσοδα - όπως αυτά του ΦΠΑ από τις δαπάνες των τουριστών - και οι χαμηλότερες από τις προγραμματισμένες δημόσιες επενδύσεις να συμβάλουν στην υπεραπόδοση. Για τον προϋπολογισμό του 2019 σημειώνει ότι ναι μεν διατηρείται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, αλλά «υπάρχουν κίνδυνοι στη διαχείριση των δαπανών».