ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ανάπτυξη 2% βλέπει για το 2019 το ΙΟΒΕ - Χαμηλό το επίπεδο των επενδύσεων

Ανάπτυξη 2% βλέπει για το 2019 το ΙΟΒΕ - Χαμηλό το επίπεδο των επενδύσεων
ΑΠΕ-ΜΠΕ

Την πρόβλεψη πως η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί εφέτος κατά 2% περίπου διατυπώνει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα. Για ακόμη μια φορά το ΙΟΒΕ κάνει λόγο για ανάγκη μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας προς την κατεύθυνση της ενδυνάμωσης της παραγωγικής δομής και διατυπώνει σχετικές συστάσεις.

Το ΙΟΒΕ σημειώνει στην έρευνα του πως ο ρυθμός πραγματικής μεγέθυνσης για το τρέχον έτος αναμένεται στην περιοχή του 2%, παρόμοιος δηλαδή και με του 2018.

Κάνοντας μια αποτύπωση των θετικών το Ίδρυμα σημειώνει πως οι εξαγωγές καταγράφουν ισχυρή δυναμική, δημοσιονομικά υπάρχει εξισορρόπηση, στις τιμές καταγράφεται σταθερότητα και γίνονται βήματα για την ανάκτηση της πρόσβασης της χώρας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και τη σταδιακή εξομάλυνση της χρηματοδότησης της, εξέλιξη που θα διευκολύνει και τη μεσοπρόθεσμη πορεία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα.

Παράλληλα όμως με τα παραπάνω αναφερόμενα θετικά χαρακτηριστικά της τρέχουσας συγκυρίας, το ΙΟΒΕ σημειώνει πως υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι για προβληματισμό και εγρήγορση. Στην καρδιά του προβλήματος βρίσκεται το ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο επενδύσεων, το οποίο δεν είναι σαφές πόσο γρήγορα θα μπορούσε να ανέβει στο ύψος που απαιτείται ώστε να στηριχθούν συστηματικά υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης μεσοπρόθεσμα. Προβληματισμό επίσης προκαλεί και το επίπεδο και η δυναμική της ανεργίας, για την οποία υπάρχει κίνδυνος σταθεροποίησης σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα μεσοπρόθεσμα με έντονα αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιδράσεις.

«Αν η ελληνική οικονομία δεν απελευθερώσει και κινητοποιήσει ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις μέσα από κατάλληλες διαθρωτικές τομές, θα υπάρξει γρήγορα επιστροφή στην ύφεση, η οποία με τη σειρά της θα υπονομεύσει και την εξυπηρέτηση του χρέους στα επόμενα χρόνια. Αποτελεί επείγουσα ανάγκη να μην χαθεί σχετικός χρόνος και ευκαιρίες προεκλογικά και να δρομολογηθεί η εφαρμογή ενός αποτελεσματικού σχεδίου τομών, με αναπτυξιακό πρόσημο, μετεκλογικά», σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ.

Σύμφωνα με την έκθεση η ανάγκη μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας προς την κατεύθυνση της ενδυνάμωσης της παραγωγικής δομής είναι άμεση για τουλάχιστον τέσσερις λόγους. Είναι κρίσιμης σημασίας οι ρυθμοί πραγματικής μεγέθυνσης της οικονομίας να κινηθούν κατά την επόμενη πενταετία σε υψηλό επίπεδο που να υπερβαίνει συστηματικά το 2%, έτσι ώστε αφενός να διευκολύνεται η διαχείριση των ιδιωτικών και δημόσιων χρεών, αφετέρου να δρομολογείται μία σταδιακή σύγκλιση με άλλες οικονομίες της ευρωζώνης. Εξίσου σημαντικό όμως είναι να τεθούν οι βάσεις για αύξηση των ρυθμών μεγέθυνσης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα πάνω από το προβλεπόμενο επίπεδο της περιοχής του 1%, εξέλιξη που προϋποθέτει αύξηση της παραγωγικότητας και του ποσοστού των επενδύσεων στην οικονομία. Μια θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας θα επιτρέψει επίσης καλύτερη διασύνδεση με τις εξελίξεις στην Ευρώπη, που δεν προβλέπονται να κινηθούν ευθύγραμμα τα επόμενα χρόνια, και τη μεγαλύτερη δυνατότητα επηρεασμού τους ώστε να απομακρυνθεί η οικονομία της χώρας από το περιθώριο των εξελίξεων και να διεκδικήσει επί της ουσίας το μερίδιο στην επενδυτική δυναμική που της είναι απαραίτητο. Ο τελικός, αλλά σίγουρα όχι λιγότερο σημαντικός, λόγος για την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης αφορά στην κοινωνική συνοχή.

Στη βάση αυτή το ΙΟΒΕ προχωρεί σε επισημάνσεις για το ασφαλιστικό, το φορολογικό και το εκπαιδευτικό σύστημα:

  • Όσον αφορά στο σύστημα συντάξεων, αυτό είναι κομβικής σημασίας για την εξέλιξη και της οικονομίας ευρύτερα, τόσο λόγω του μεγάλου δημοσιονομικού βάρους του, όσο και των κινήτρων ή αντικινήτρων που δημιουργεί στην εργασία και την αποταμίευση. Κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων υπήρξαν θετικά βήματα και για τον εξορθολογισμό της δαπάνης αλλά και προς την ενοποίηση των ταμείων. Το σημερινό σύστημα όμως, δημιουργεί συνολικά στρεβλά και ασθενή κίνητρα για εργασία επιβαρύνοντας την υπέρμετρα με εισφορές που δεν έχουν ανταποδοτικότητα, δεν δημιουργεί αποθεματικά στην οικονομία προς επένδυση και ταυτόχρονα δεν εκπέμπει εμπιστοσύνη, ιδίως στους νέους εργαζόμενους, για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα που μπορεί να έχει. Είναι λοιπόν αναγκαίο να υπάρξουν τομές άμεσα προς την ουσιαστική ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων του. Υπολογίζεται πως το κενό χρηματοδότησης για τη μετάβαση είναι τάξης μεγέθους που ασφαλώς μπορεί να γίνει η διαχείρισή του τα επόμενα χρόνια. Τα οφέλη, αντίστοιχα, από την ενίσχυση της εργασίας και τη δημιουργία αποθεματικών που θα τονώσουν σημαντικά τις επενδύσεις στη χώρα είναι ιδιαίτερα υψηλά.
  • Στο φορολογικό σύστημα και στη βάση αναλυτικών μελετών για τη φορολογία εισοδήματος, τη φορολογία ακινήτων και τις ηλεκτρονικές πληρωμές, προκύπτει συνδυαστική πρόταση που χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθεροποίηση τονώνει σημαντικά τις προοπτικές ανάπτυξης. Μια μεταρρυθμιστική τομή πρέπει να συνδυάζει ένα απλούστερο σύστημα φορολογίας εισοδήματος, με ευρύτερη βάση και χαμηλότερους συντελεστές, σε συνδυασμό με εξορθολογισμό των υπερβολικών επιβαρύνσεων στην ακίνητη περιουσία. Η δυνατότητα μεγάλης αύξησης τον εσόδων ΦΠΑ και φόρου εισοδήματος μέσω στοχευμένων κινήτρων για ενίσχυση των ηλεκτρονικών πληρωμών είναι ιδιαίτερα σημαντική και πρέπει να αποτελέσει κρίσιμο συστατικό του μείγματος της φορολογικής πολιτικής.
  • Στο εκπαιδευτικό σύστημα καταγράφεται κατανομή της δαπάνης με μη αποτελεσματικό τρόπο και ιδιαίτερα ασθενής διασύνδεση του συστήματος με την οικονομία. Όμως, οι δημογραφικές εξελίξεις στη χώρα, όπως και οι τεχνολογικές εξελίξεις διεθνώς, καθιστούν τη μεταρρύθμιση του συστήματος απόλυτη προτεραιότητα. Ο αριθμός των μαθητών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αναμένεται ότι θα συρρικνωθεί κατά το 1/3 τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα συνεπαγόμενες μεγάλες αλλαγές και στις απαραίτητες εισροές και στις αναμενόμενες εκροές του εκπαιδευτικού συστήματος.