Οι ελληνικές τράπεζες εξαρτώνται ακόμη από τη στήριξη των φορολογουμένων – Μελέτη της ΕΚΤ
Αν και σήμερα το τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης είναι σε θέση να αντέξει μεγάλες κρίσεις χωρίς να καταφύγει στη στήριξη των φορολογουμένων, ωστόσο αυτό δεν ισχύει για όλες τις χώρες και σίγουρα δεν ισχύει για την Ελλάδα.
Σύμφωνα με ανάλυση που δημοσίευσε χθες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η πιθανότητα πτώχευσης μιας τράπεζας στην ζώνη του ευρώ έχει υποχωρήσει σήμερα στο 1,1%, από 3,5% το 2007.
Αυτό οφείλεται στο ότι η ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τραπεζών έχει αυξηθεί από το 7,2% του συνόλου του ενεργητικού τους στο 12%, κάτι που επετεύχθη μέσω αυξήσεων κεφαλαίου, αλλά και μέσω της θέσπισης των κανόνων για το bail-in που επέφεραν σημαντικές αλλαγές στη κεφαλαιακή δομή και στα αποθέματα ασφαλείας των τραπεζών. Παράλληλα, και η θέσπιση του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης (Single Resolution Fund) συνέβαλε περαιτέρω στην ενίσχυση της ικανότητας απορρόφησης ζημιών του τραπεζικού συστήματος της ζώνης του ευρώ.
Τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν πως με αυτόν τον τρόπο η ικανότητα απορρόφησης ζημιών του τραπεζικού συστήματος της ευρωζώνης αυξήθηκε στο 55,5% του συνόλου του ενεργητικού των τραπεζών, κάτι που αντιστοιχεί σε συνολική αύξηση κατά 12 φορές της ικανότητάς των τραπεζών να απορροφούν τις απώλειες, ελαχιστοποιώντας αντίστοιχα το κόστος διάσωσης για τους φορολογουμένους.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δεν ισχύουν για την Ελλάδα. Αν και οι Έλληνες φορολογούμενοι διέσωσαν τις τράπεζες άμεσα με 46 δισ. ευρώ φρέσκου χρήματος και έμμεσα με 16 δισ. ευρώ αναβαλλομένης φορολογίας, ωστόσο η κεφαλαιακή τους δομή σήμερα δεν είναι ικανή να απορροφήσει νέα σοκ και μεγάλες ζημιές, διότι η ποιότητα των κεφαλαίων τους είναι χαμηλή.
Αυτό, όμως, που είναι πραγματικά ανησυχητικό είναι πως οι τράπεζες δεν μπορούν να παράξουν έσοδα και να βελτιώσουν έτσι τους ισολογισμούς τους και τους κεφαλαιακούς τους δείκτες.
Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση έκανε δύο μεγάλα δώρα στις τράπεζες και ειδικά στους ιδιώτες μετόχους τους με τις τροπολογίες που κατέθεσε στη Βουλή για το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας και για τα πιστωτικά υπόλοιπα παρακρατούμενων φόρων των τραπεζών.
Με την πρώτη τροπολογία μέσα σε βάθος τεσσάρων ετών το Δημόσιο θα παράσχει συνολικά 800 εκατ. ευρώ προς τις τράπεζες ως επιδότηση των δόσεων αδύναμων δανειοληπτών. Δηλαδή τα έντοκα έσοδα εκάστης συστημικής τράπεζας θα αυξηθούν κατά 50 εκατ. ευρώ ετησίως από αυτή την κίνηση.
Αλλά ανάσα θα πάρουν οι τράπεζες και από τη δεύτερη τροπολογία και λογιστική διευκόλυνση αξίας άνω των 300 εκατ. ευρώ που του έκανε η κυβέρνηση και η οποία προβλέπει πως τα πιστωτικά υπόλοιπα που προέκυψαν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 2009, 2011, 2012 και 2013 των πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά το μέρος που οφείλονται σε φόρο που παρακρατήθηκε δεν επιστρέφονται κατά τη χρήση που προέκυψαν, αλλά μπορούν να συμψηφιστούν σε βάθος δεκαετίας, όταν προκύψει φόρος εισοδήματος και κατά το μέρος που ο φόρος επαρκεί για το σκοπό του συμψηφισμού αυτού και μέχρι ολοσχερούς συμψηφισμού τους.
Οι δύο λοιπόν τροπολογίες γεννούν όφελος 1,1 δισ. ευρώ για τις εγχώριες τράπεζες, αλλά και απώλειες 1,1 δισ. ευρώ για τον κρατικό προϋπολογισμό και τους Έλληνες φορολογουμένους. Έτσι, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης η Ελλάδα εξακολουθεί να ενισχύει με χρήματα των φορολογουμένων το τραπεζικό της σύστημα , με τους ιδιώτες μετόχους των τραπεζών να μην έχουν εισφέρει ούτε ένα ευρώ σε νέα κεφάλαια την τελευταία τετραετία.