Προσδοκίες... συμφωνίας για το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη
Χαμηλές «οροφές» στα όρια ένταξης των υπερήμερων δανειοληπτών στο διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη θα προβλέπει εκτός απροόπτου το νομοσχέδιο για την προστασία της κύριας κατοικίας, το οποίο αναμένεται να κατατεθεί τα επόμενα 24ωρα προς ψήφιση στη Βουλή.
Οι διαπραγματεύσεις του Μεγάρου Μαξίμου με τους θεσμούς συνεχίζονται με την κυβέρνηση να εξαντλεί όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, εν όψει και του αυριανού EuroWorking Group, για να αποφύγει ενδεχόμενη ρήξη.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, διαφαίνεται πως η επίτευξη συμφωνίας είναι θέμα 24ώρων, εκτιμώντας πως τελικά θα βρεθεί μια συμβιβαστική λύση που θα ικανοποιεί και τις δύο πλευρές. Θα προστατεύει δηλαδή το σύστημα από τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και θα επιτρέπει στην κυβέρνηση, εν όψει εκλογών, να διατυπώσει το αφήγημά της περί προστασίας της λαϊκής κατοικίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Ντέκλαν Κοστέλο ζήτησε σε άτυπες συζητήσεις με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών να γίνουν αποδεκτές οι προσαρμογές που έχουν ζητηθεί, ώστε να αποφευχθεί ένας νέος κύκλος αντιπαράθεσης με το Eurogroup. Υπενθύμισε δε πως η εφαρμογή της επιδότησης των δόσεων που προβλέπει το σχέδιο προϋποθέτει την έγκριση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπονοώντας πως εάν δεν υπάρξει συμβιβασμός, είναι πιθανό ένα μπλόκο από τις Βρυξέλλες, ακόμη και αν η ελληνική Βουλή έχει νομοθετήσει.
Οι θεσμοί θέλουν να μπει πλαφόν στην αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας από 180.000 έως 230.000 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη, έναντι 250.000 ευρώ που προέβλεπε η αρχική συμφωνία της κυβέρνησης με τις τράπεζες. Παράλληλα επιθυμούν να εισαχθεί όριο 100.000 ευρώ στη συνολική οφειλή από ενυπόθηκα δάνεια, το οποίο είναι «κουρεμένο» κατά περίπου 23% σε σχέση με τα 130.000 ευρώ της κυβερνητικής πρότασης.
Οι θεσμοί θέλουν να εξαιρεθούν από την προστασία όσοι δανειολήπτες διατηρούν καταθέσεις ή άλλα επενδυτικά μέσα τρέχουσας αποτίμησης άνω των 20.000 ευρώ. Με βάση το αρχικό σχέδιο, η κινητή περιουσία δεν έπρεπε να ξεπερνά το 50% της προς ρύθμιση οφειλής, άρα τα 65.000 ευρώ, με δεδομένο το όριο των 130.000 ευρώ σε σχέση με το υπόλοιπο. Αντίστοιχα, με την πρόταση των θεσμών περιορίζεται και η αξία της λοιπής ακίνητης περιουσίας, η οποία δεν επιθυμούν να ξεπερνά σε καμία περίπτωση τα 100.000 ευρώ. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε όριο 200% επί της προς ρύθμιση οφειλής, στο ύψος της αντικειμενικής αξίας του συνόλου των ακινήτων του οφειλέτη.
Το μεγάλο παζάρι γίνεται για τα επιχειρηματικά δάνεια. Εάν οι δανειστές αποδεχθούν τελικά την ένταξή τους στο νέο πλαίσιο, θέλουν να τεθούν αυστηρότερες προϋποθέσεις, τόσο στο ύψος της οφειλής (50.000 ευρώ) όσο και στην αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας (130.000 ευρώ). Και αυτό διότι εκτιμούν πως μεγάλο ποσοστό των επαγγελματιών φοροδιαφεύγει και είναι πιθανό να επωφεληθεί των νέων διατάξεων, παρότι έχει τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει τα χρέη του.
Επιπλέον, αντιρρήσεις εκφράζουν οι θεσμοί και για τον χρόνο που κατέστη το χρέος μη εξυπηρετούμενο, συμπλήρωσε δηλαδή τρεις μήνες καθυστέρησης. Η συμφωνία κυβέρνησης και τραπεζών έθετε ως προϋπόθεση το δάνειο να είχε «κοκκινίσει» στις 31/12/2018. Ωστόσο, οι θεσμοί εκτιμούν πως τους τελευταίους μήνες ένας μεγάλος αριθμός δανειοληπτών σταμάτησε σκόπιμα να πληρώνει τις δόσεις του, προσδοκώντας σε ευνοϊκή αναδιάρθρωσή του από το νέο πλαίσιο. Για τον λόγο αυτόν ζητούν το χρονικό όριο να μπει έως και τρεις μήνες νωρίτερα.