ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΝΤ: Πώς και γιατί «ξέφυγε» η ελληνική κρίση χρέους

ΔΝΤ: Πώς και γιατί «ξέφυγε» η ελληνική κρίση χρέους
REUTERS/Yuri Gripas

Το πως η προβληματική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και ειδικά η κωλυσιεργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συνέβαλαν στην επιδείνωση της ελληνικής κρίσης χρέους και στη διάχυσή των προβλημάτων που είχαν συσσωρευτεί από την ανευθυνότητα των ελληνικών κυβερνήσεων και την πλημμελή εποπτεία των ευρωπαϊκών θεσμών, αναλύει έκθεση που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Στην έκθεση παρατίθενται μια σειρά από δεδομένα που οδήγησαν την Ελλάδα εκτός αγορών και επισημαίνονται οι ευθύνες τόσο των ελληνικών κυβερνήσεων, όσο και των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, αλλά και η ελλιπής δομή του Ευρωσυστήματος που είχε ως αποτέλεσμα η παρέμβαση της ΕΚΤ να καθυστερήσει, κάτι που όπως τονίζεται διόγκωσε τα προβλήματα.

Με απλά λόγια η έκθεση του ΔΝΤ υποστηρίζει πως υπό το πρίσμα της διαθεσιμότητας χρηματοδότησης από τις κεντρικές τράπεζες μπορεί εύκολα να εξηγηθεί το γιατί τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα στις χώρες της περιφέρειας της ζώνης του ευρώ, όπως η Ελλάδα οδήγησαν σε κρίση, αλλά τα υψηλά ελλείμματα στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είχαν την ίδια επίπτωση. Όπως εξηγείται στην έκθεση, η κρίσιμη διαφορά είναι ότι οι χώρες της περιφέρειας της ζώνης του ευρώ δεν είχαν τη δική τους κεντρική τράπεζα «διαθέσιμη». Καθώς τα ξένα κεφάλαια έφευγαν και οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονταν, δεν υπήρξε παρέμβαση της ΕΚΤ για να μειώσει το κόστος χρήματος.

«Εν ολίγοις, η κρίση στη ζώνη του ευρώ προέκυψε όταν οι αγορές ανησύχησαν για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Σε ένα περιβάλλον όπου δεν υπήρχε χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα, η αποψίλωση της ιδιωτικής χρηματοδότησης οδήγησε σε απότομη αύξηση των ασφαλίστρων κινδύνου. Η αύξηση των ασφαλίστρων κινδύνου σκότωσε την παραγωγή του ιδιωτικού τομέα, η οποία με τη σειρά της μείωσε τα φορολογικά έσοδα, γεγονός που απαίτησε περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση του ΔΝΤ.

Κατά το ΔΝΤ, αυτό που θα έκανε τη δημοσιονομική προσαρμογή πολύ λιγότερο επώδυνη θα ήταν τα πολύ χαμηλότερα επιτόκια, καθώς αυτό θα καθιστούσε την ύφεση λιγότερο βαθιά και επώδυνη. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στην έκθεση, «η Ελλάδα έπρεπε να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα σε μια εποχή που τα επιτόκια της έφθασαν ακόμη και το 36%».

Πάντως η έκθεση αποσαφηνίζει πως η ελληνική κρίση προκλήθηκε από τις ανησυχίες σχετικά με τη διατηρησιμότητα του ελληνικού χρέους και όχι από τις ανησυχίες για τους ρυθμούς ανάπτυξης, κάτι που ενέσκηψε αργότερα.

Θέλοντας να δείξει την απώλεια αξιοπιστίας με την οποία ήλθε αντιμέτωπη η Ελλάδα το 2010 το ΔΝΤ παραθέτει ένα παράδειγμα: Την άνοιξη του 2008, αναμενόταν πως ο δείκτης χρέους της Ελλάδας θα μειωνόταν κατά 20% μεταξύ του 2007 και του 2013. Την άνοιξη του 2010, προβλεπόταν πως ο δείκτης χρέους της Ελλάδας θα αυξανόταν κατά 50%. Δηλαδή προέκυψε μια αύξηση της προβλεπόμενης μεταβολής του χρέους κατά 70% μέσα σε δύο χρόνια!

«Τα ασφάλιστρα κινδύνου άρχισαν να αυξάνονται το φθινόπωρο του 2010, αφού αποκαλύφθηκε ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2009 δεν θα ανερχόταν στο 6% του ΑΕΠ αλλά στο 12,5%. Τα υψηλότερα ελλείμματα συνέβαλαν στην περαιτέρω επιδείνωση της δυναμικής του χρέους», σημειώνει η έκθεση του ΔΝΤ και προσθέτει πως η ελληνική περίπτωση «καταδεικνύει ότι τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα μπορεί να είναι πιο επικίνδυνα από ό, τι πιστεύαμε προηγουμένως».

Στο σημείο αυτό παρατίθεται και ένα έμμεσο «mea culpa» από το Ταμείο, καθώς αναφέρεται πως στην έκθεση του ΔΝΤ για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές (WEO) του Ιανουαρίου 2010 τονιζόταν ότι ο λόγος του ελληνικού χρέους θα αυξανόταν στο 165% του ΑΕΠ το 2014, «70% μονάδες υψηλότερα από ό, τι είχε προβλεφθεί πριν από ένα χρόνο». Πιο απλά, η φράση αυτή δείχνει πως ακόμη και το 2009 το ΔΝΤ δεν είχε εικόνα για την κακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.

Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν πως τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα της Ελλάδος θα μπορούσαν να συνεχιστούν μόνο εφόσον υπήρχε χρηματοδότηση από τις αγορές. Δεδομένου ότι οι αγορές δεν ήταν πλέον πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν τα μεγάλα ελληνικά ελλείμματα, η δημοσιονομική σύσφιγξη μεγάλης κλίμακας ήταν αναπόφευκτη. «Ακόμα και μια πλήρης διαγραφή χρέους δεν θα είχε εξαλείψει αυτή την ανάγκη», σημειώνεται σχετικά.

Έτσι, οι δημόσιες δαπάνες της Ελλάδα μειώθηκαν κατά 25%, κάτι που έπληξε την ανάπτυξη και επιδείνωσε περισσότερο το λόγο του χρέους ως προς το ΑΕΠ. «Σε ένα περιβάλλον βαθιάς ύφεσης, γίνεται πιο δύσκολο να τεθούν τα δημόσια οικονομικά σε βιώσιμη βάση», αναφέρει διαπιστωτικά το ΔΝΤ, κάτι που οι Έλληνες πολίτες το βίωσαν στην πράξη.