Έρχεται «καυτός» Μάιος: Οι δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά, τα ισοδύναμα μέτρα και οι εκλογές
Ο Μάιος θα είναι ένας «καυτός» πολιτικά μήνας όχι μόνο λόγω των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά και λόγω του περιεχομένου της τρίτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης των θεσμών.
Αν και η κυβέρνηση προσπαθεί να κρατά χαμηλά το θέμα, το Μάιο θα πρέπει να παρουσιάσει στους θεσμούς το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2020-2023, το οποίο θα εμπεριέχει τα δημοσιονομικά ισοδύναμα που θα αντισταθμίσουν το βάρος από ενδεχόμενες δικαστικές αποφάσεις, με τις οποίες η Πολιτεία θα καλείται να επιστρέψει αναδρομικά σε συνταξιούχους και υπαλλήλους του Δημοσίου.
Και τα δημοσιονομικά ισοδύναμα μέτρα θα είναι πολιτικά «τοξικά» για την κυβέρνηση. Οι θεσμοί έχουν ήδη ξεκαθαρίσει στο οικονομικό επιτελείο πως σε περίπτωση που δικαστικές αποφάσεις ανατρέψουν βασικά διαρθρωτικά στοιχεία των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος, είτε στο ασφαλιστικό, είτε στο Ενιαίο Μισθολόγιο του Δημοσίου, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από μεταρρυθμίσεις και ενέργειες «εντός του ίδιου τομέα πολιτικής», δηλαδή με εξοικονομήσεις σε συντάξεις και μισθούς του Δημοσίου.
Και μπορεί στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους οι συνεργάτες του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη να έχουν ξεκινήσει την αξιολόγηση των δημοσιονομικών επιπτώσεων και των κινδύνων που απορρέουν από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, ωστόσο οι θεσμοί θεωρούν πως ακόμη δεν έχουν αποτυπωθεί επαρκώς τα αντίμετρα.
Χθες το ΔΝΤ ξεκαθάρισε πως αν και έχουν προταθεί δημοσιονομικά μέτρα από τις ελληνικές αρχές που αντιπροσωπεύουν περίπου το 0,6% του ΑΕΠ, αυτά αφενός δεν αντικατοπτρίζονται ακόμη στις προβλέψεις του προϋπολογισμού, αφετέρου οι αβεβαιότητες γύρω από αυτές τις εκτιμήσεις είναι μεγάλες και μια συνολική εκτίμηση είναι δύσκολη.
Το ΔΝΤ υπολογίζει πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση και τους μισθούς στο Δημόσιο θα μπορούσαν να επιφέρουν εφάπαξ αναδρομικές επιβαρύνσεις ύψους 9,5 δισ. ευρώ ή 5% του ΑΕΠ και πως οι μελλοντικοί προϋπολογισμοί θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν με πρόσθετες ετήσιες δαπάνες ύψους περίπου 0,75% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει πως στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2020-2023 που θα παρουσιαστεί στους δανειστές το Μάιο, θα πρέπει να συμπεριληφθούν εξοικονομήσεις μεγάλου ύψους, ώστε να πειστούν πως οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ δεν βρίσκονται σε κίνδυνο.