Ντόλμαν: Οι εκλογές να μην επηρεάσουν τις μεταρρυθμίσεις
Στην ανάγκη μεγαλύτερης ευελιξίας στην αγοράς εργασίας, βελτίωσης του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής και ταχύτερη εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα, αναφέρθηκε από την Ουάσιγκτον ο επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ για την Ελλάδα Πίτερ Ντόλμαν , σχολιάζοντας το περιεχόμενο της έκθεσης για την μεταπρογραμματική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας που έδωσε σήμερα το Ταμείο στη δημοσιότητα.
Ο Ντόλμαν δήλωσε πως στόχος των συστάσεων του ΔΝΤ είναι η επίτευξη μιας υψηλότερης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης και ως εκ τούτου οι συμβουλές του Ταμείου επικεντρώνονται γύρω από αυτούς τους στόχους. Ο ίδιος είπε πως οι προτροπές του ΔΝΤ χωρίζονται σε τρία μέρη: «Το πρώτο είναι ότι προτρέπουμε τις αρχές να προβούν σε περισσότερες ενέργειες για την ευελιξία της αγοράς εργασίας και να επιταχύνουν τις μεταρρυθμίσεις στη αγορά προϊόντων. Δεύτερον, καλούμε τις αρχές να κάνουν περισσότερα για την ανάπτυξη μέσω ενός μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής. Τρίτον, καλούμε την κυβέρνηση να κάνει περισσότερα για την ανάπτυξη μέσω της εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα», ανέφερε σχετικά.
Όπως είπε, στην αγορά εργασίας η κυβέρνηση θα πρέπει να επιτύχει μια ισορροπία που να επιτρέπει στις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στις συνθήκες της αγοράς και να μπορούν να κρατούν τους πελάτες τους, αλλά και επικεντρωθεί στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους. «Ανησυχούμε ότι ο συνδυασμός της πολύ μεγάλης αύξησης του κατώτατου μισθού και της επιστροφής των συλλογικών διαπραγματεύσεων θα δημιουργήσει δυσκαμψίες στις επιχειρήσεις, δεν θα τους επιτρέψει να προσαρμοστούν στις συνθήκες της αγοράς που αλλάζει και επομένως απειλούν την βάση των πελατών και τελικά τις θέσεις εργασίας και τις εξαγωγές», σημείωσε και προσέθεσε: «Η κυβέρνηση μπορεί να κάνει περισσότερα για να μειώσει τους φόρους και να μειώσει το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων».
Όσον αφορά στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, το στέλεχος του ΔΝΤ επικέντρωσε την προσοχή του στη μείωση του αφορολογήτου το 2020. «Πιστεύουμε ότι είναι ένας καλός τρόπος για να απελευθερωθεί κάποιος δημοσιονομικός χώρος που θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να στραφεί προς υψηλότερης προτεραιότητας δαπάνες, επενδύσεις και κοινωνικές πολιτικές, αλλά και να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές, οι οποίοι είναι πολύ υψηλοί στις επιχειρήσεις και στα φυσικά πρόσωπα», σημείωσε.
Όσον αφορά στις τράπεζες, ο Ντόλμαν εστίασε στην ανάγκη να υπάρξει μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση στο ζήτημα των «κόκκινων» δανείων που θα λαμβάνει υπόψη όλα τα μέρη, όλες τις ρυθμιστικές αλλαγές, όλες τις προτάσεις που έχουν προχωρήσει και να κάνει περισσότερα για την αναβάθμιση της νομικής εργαλειοθήκης και την ενθάρρυνση της ταχύτερης μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ερωτηθείς από τους Έλληνες ανταποκριτές στην Ουάσιγκτον για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ο Ντόλμαν εστίασε στην επιτάχυνση της ανάπτυξης εφέτος και στην επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές. «Η Ελλάδα επανεμφανίστηκε πρόσφατα στις αγορές, ένα γεγονός που αποτελεί πολύ θετική εξέλιξη. Η ανεργία μειώνεται, αν και είναι ακόμα πολύ υψηλή», είπε, θέλοντας να αναδείξει τα θετικά.
Αναφερόμενος στις προκλήσεις, επικεντρώθηκε στο πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, καθώς και στο πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό τομέα, στη «χαλαρή πειθαρχία» στην εξόφληση των οφειλών νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καθώς και στα αρνητικά δημογραφικά στοιχεία. «Τα δημογραφικά στοιχεία θέτουν πολλές προκλήσεις στον δρόμο της Ελλάδας προς την επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης ανάπτυξης», δήλωσε με νόημα.
Ερωτηθείς για τις δικαστικές αποφάσεις και για το εάν το ΔΝΤ ανησυχεί ότι ανατροπές μεταρρυθμίσεων που έχουν εγκριθεί στο παρελθόν θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δημοσιονομικές πιέσεις, ο Ντόλμαν δεν έκρυψε τον προβληματισμό του. «Ναι, μας ανησυχεί αυτό και το συζητήσαμε με την κυβέρνηση. Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι είναι δυνητικά αρκετά μεγάλοι. Στην έκθεσή μας ασχολούμαστε με τα πιθανά σοκ. Για παράδειγμα, αν η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2012 και οι μεταρρυθμίσεις των μισθών του δημόσιου τομέα που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο του προγράμματος, αναστραφούν, αυτό θα επιβάρυνε αναδρομικά περίπου με 5% του ΑΕΠ. Εάν η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2016 ανατραπεί αυτό θα είχε πολύ μεγαλύτερο κόστος που κυμαίνεται από 2% έως 4% του ΑΕΠ ετησίως», υπογράμμισε ο επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ για την Ελλάδα.
Τέλος, ερωτηθείς για το πώς μπορούν οι επερχόμενες εκλογές να επηρεάσουν τις γενικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας ο αξιωματούχος του ΔΝΤ δεν έκρυψε ξανά την ανησυχία του. «Ανησυχούμε για τις πιέσεις που θα ασκήσουν οι εκλογές στις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Και πιστεύω ότι ένα καλό παράδειγμα είναι η συζήτηση που διεξάγεται σχετικά με τον νέο νόμο Κατσέλη. Συνεχίζουμε να παροτρύνουμε την ελληνική κυβέρνηση να σκεφτεί τον νόμο πιο στοχευμένα, αλλά σε ένα έτος εκλογών υπάρχει ο πειρασμός να διευρυνθεί το πλαίσιο προστασίας. Ανησυχούμε γι 'αυτό και ειδικότερα πώς μπορεί να επηρεάσει την ήδη αδύναμη κουλτούρα πληρωμών στην Ελλάδα. Αυτός είναι, λοιπόν, ένας τομέας ανησυχίας. Αλλά όποιος και αν ηγείται της επόμενης κυβέρνησης, θα κάνουμε τις ίδιες πολιτικές συστάσεις και συζητήσεις για τους τομείς που ανέφερα προηγουμένως», απάντησε σχετικά ο Ντόλμαν.