Στα 3,9 δισ. ευρώ υπολογίζει η κυβέρνηση το «λογαριασμό» των αναδρομικών στο Δημόσιο
Στα 3,9 δισ. ευρώ ανέρχεται το συνολικό ποσό των αναδρομικών που θα επιστραφεί στους δημοσίους υπαλλήλους αν η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφασίσει την επιστροφή των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος θερινής άδειας για την περίοδο 2013-2018.
Το συνολικό κόστος των αναδρομικών αλλά και το ακριβές ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε κατηγορία εργαζομένων στο Δημόσιο αποκαλύπτει το επίσημο έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών το οποίο διαβιβάστηκε στο ΣτΕ με αφορμή την πρόσφατη συνεδρίασή του για το θέμα αυτό. Πρόκειται για τα ποσά των αναδρομικών από τα κομμένα δώρα που αναλογούν σε δικαστικούς, διπλωμάτες, σώματα ασφαλείας και Ένοπλες Δυνάμεις, ερευνητές, ιατροδικαστές, ιατρούς, μουσικούς, πανεπιστημιακούς, καθώς και σε όσους αμείβονται με το ενιαίο μισθολόγιο.
Παράλληλα, η ετήσια πρόσθετη επιβάρυνση στον προϋπολογισμό από ενδεχόμενη επιστροφή των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος αδείας υπολογίζεται σύμφωνα με το υπουργείο ότι υπερβαίνει τα 700 εκατομμύρια ευρώ. Τη μερίδα του λέοντος στα αναδρομικά της περιόδου 2013-2018 θα λάβουν οι αμειβόμενοι με το ενιαίο μισθολόγιο (2,8 δισ. ευρώ), για να ακολουθήσουν τα σώματα ασφαλείας και οι Ένοπλες Δυνάμεις (885 εκατ. ευρώ), οι γιατροί (101,9 εκατ. ευρώ) και οι πανεπιστημιακοί (55,1 εκατ. ευρώ).
Στο έγγραφό του το υπουργείο Οικονομικών απευθύνει προειδοποίηση ότι σε περίπτωση που δοθούν αναδρομικά τα επιδόματα στους δημοσίους υπαλλήλους, διαταράσσεται η δημοσιονομική ισορροπία και θα αυξηθεί η φορολογία, καθώς δεν θα υπάρχει δημοσιονομικό πλεόνασμα και δεν θα είναι βιώσιμο το χρέος.
Ειδικότερα αναφέρεται ότι «η δημοσιονομική επιβάρυνση από ενδεχόμενη επαναχορήγηση των επιδομάτων στους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους θα οδηγήσει στην απώλεια του δημοσιονομικού στόχου της χώρας με ιδιαίτερα αρνητικές – άμεσες και έμμεσες – συνέπειες στην αξιοπιστία των ελληνικών δημόσιων οικονομικών, τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους και τη μακροοικονομική ισορροπία της ελληνικής οικονομίας».