Αυξάνονται διαρκώς οι αποποιήσεις κληρονομιών
Ολοένα και περισσότεροι φορολογούμενοι αποφασίζουν σήμερα να αποποιηθούν την περιουσία που κληρονομούν από τους γονείς ή τους συγγενείς τους. Ο λόγος που το κάνουν είναι κυρίως τα χρέη που αφήνει ο συγγενής τους που απεβίωσε σε εφορία και τράπεζες, ο ΕΝΦΙΑ που επιβάλλεται στα ακίνητα και λιγότερο ο φόρος κληρονομιάς που θα πρέπει να πληρώσουν.
Ο φόρος κληρονομιάς εξαρτάται άμεσα από τον βαθμό συγγένειας του κληρονόμου με τον θανόντα. Οι φορολογούμενοι που αποκτούν πρώτη κατοικία με κληρονομιά σε πολλές περιπτώσεις δεν πληρώνουν φόρο, καθώς τα αφορολόγητα ποσά που ισχύουν είναι υψηλά.
Η απαλλαγή παρέχεται για αξία κατοικίας μέχρι 200.000 ευρώ για κάθε ανήλικο ή άγαμο κληρονόμο και μέχρι 250.000 ευρώ για έγγαμο ή για αυτόν που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Η απαλλασσόμενη αξία για τον έγγαμο ή τον συνάψαντα σύμφωνο συμβίωσης προσαυξάνεται κατά 25.000 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του και κατά 30.000 ευρώ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
Όταν κληρονόμος είναι σύζυγος ή ανήλικο τέκνο του κληρονομουμένου, απαλλάσσεται από τον φόρο κληρονομιάς αξία κληρονομιαίας περιουσίας μέχρι 400.000 ευρώ για κάθε κληρονόμο.
Ο κληρονόμος (σύζυγος ή τέκνο του κληρονομουμένου) για να απαλλαγεί από τον φόρο κληρονομιάς για την πρώτη κατοικία θα πρέπει να μην έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη κατοικία ή ιδανικό μερίδιο κατοικίας που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στα οποία αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων.
Οι στεγαστικές ανάγκες θεωρείται ότι καλύπτονται αν το συνολικό εμβαδόν των ανωτέρω ακινήτων (και των λοιπών αντίστοιχων κληρονομιαίων ακινήτων) είναι 70 τ.μ. προσαυξανόμενο κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου.