Κεφαλαιακή θωράκιση και καλύτερη διακυβέρνηση ζητεί το ΔΝΤ για τις ελληνικές τράπεζες
Στην ανάγκη ενίσχυσης της εταιρικής διακυβέρνησης των ελληνικών τραπεζών αλλά και στη λήψη μέτρων για την κεφαλαιακή ενίσχυση των πιστωτικών ιδρυμάτων εστιάζει το ΔΝΤ στην έκθεση του για την ελληνική οικονομία.
Το Ταμείο εστιάζει στην ποιότητα των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών και ιδιαίτερα στο γεγονός ότι οι αναβαλλόμενος φορολογικές απαιτήσεις τους κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα και καλύπτουν το ήμισυ των κεφαλαίων τους.
Σύμφωνα με το Ταμείο, στο δυσμενές σενάριο για 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας κινήθηκε χαμηλότερα από το 7,5%-8% και η σχετική κεφαλαιακή ανάγκη υπολογίζεται ότι θα μπορούσε να διαμορφωθεί από 1,3 δισ. ευρώ έως 1,9 δισ. ευρώ. Κατά το ΔΝΤ, ενώ τα αποτελέσματα του stress test δεν έδειξαν ότι απαιτείται άμεση δράση, οι τράπεζες εξακολουθούν να είναι ευάλωτες σε αρνητικά σοκ και επερχόμενες αποφάσεις των ρυθμιστικών αρχών.
Το ΔΝΤ υπογραμμίζει πως υπάρχει ανάγκη να μειωθεί η σχετική βαρύτητα που έχουν οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTC), που αντιστοιχούν σε πάνω από το 50% του δείκτη κεφαλαίων CET1 των τραπεζών και προσφέρουν περιορισμένη απορρόφηση ζημιών. Το ΔΝΤ αναφέρει πως σαφής εικόνα για τις κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών θα υπάρξει στο τέλος του 2018 ή στις αρχές του 2019, όταν θα είναι έτοιμη η συνολική έκθεση αξιολόγησης που θα κάνει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) για τις ελληνικές τράπεζες.
Το ΔΝΤ τάσσεται υπέρ αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου που θα γίνουν με τρόπο που δεν θα οδηγεί σε απίσχναση των υφιστάμενων μετόχων των τραπεζών και θα καλύπτει τις κεφαλαιακές ανάγκες που θα προκύψουν από το νέο λογιστικό πρότυπο IFRS9. Το ΔΝΤ υιοθετεί συντηρητικές εκτιμήσεις για τις προοπτικές που σχετίζονται με την ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών.
Το Ταμείο επισημαίνει ότι υπάρχει ακόμη αβεβαιότητα στον στόχο επιστροφής των καταθέσεων κι αυτό σε συνδυασμό με την κατάργηση του waiver και τη δυσκολία απευθείας χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από τις αγορές ομολόγων, επηρεάζουν αρνητικά τη ρευστότητα. «Οι τράπεζες ίσως χρειασθεί να αξιοποιήσουν περισσότερο την ακριβή ρευστότητα του Έκτακτου Μηχανισμού Ρευστότητας (ELA), εξέλιξη που θα επηρεάσει αρνητικά την κερδοφορία τους», αναφέρει σχετικά. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναφέρει πως οι ελληνικές τράπεζες πρέπει να επιταχύνουν τα σχέδιά τους για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Όπως αναφέρει πρέπει να προχωρήσουν σε μεγαλύτερες διαγραφές, σε περισσότερες πωλήσεις, τιτλοποιήσεις, αλλά και σε μακροπρόθεσμου χαρακτήρα ρυθμίσεις. Πέραν τούτο το Ταμείο προειδοποιεί πως η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πάρει χρόνο να αποτυπωθεί στα αποτελέσματα των τραπεζών.
Αναφέρει δε πως τα μεγάλα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα συνεχίσουν να βαραίνουν τις τράπεζες, επηρεάζοντας αρνητικά την κερδοφορία και την κεφαλαιακή επάρκειά τους.