Το χαμηλότερο κόστος εξυπηρέτησης χρέους στην ευρωζώνη θα έχει η Ελλάδα έως το 2032
Στο 10,6% του ΑΕΠ θα διαμορφωθούν την περίοδο 2018-2032 οι ετήσιες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος κατά μέσο όρο, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιοποίησε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) για τη βιωσιμότητα του χρέους και τις αποφάσεις του Eurogroup της 22ας Ιουνίου.
Η ανάλυση αναφέρει πως η δυναμική του χρέους είναι σαφώς βιώσιμη και σε καθοδική πορεία μετά τα νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και πως με αυτά το χρέος θεωρείται βιώσιμο ακόμη και μακροπρόθεσμα. Στη βάση αυτή τονίζεται πως ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 128% του ΑΕΠ το 2032 έναντι 134% του ΑΕΠ που ήταν πριν τις αποφάσεις της Ευρωομάδας.
Κατά τον ΟΔΔΗΧ η Ελλάδα έχει ξεκάθαρες προοπτικές και δεν αντιμετωπίζει κινδύνους αναχρηματοδότησης του χρέους της. Όπως υπογραμμίζεται, η Ελλάδα θα είναι εφοδιασμένη με μετρητά 24,1 δισ. ευρώ στο τέλος του προγράμματος που καλύπτουν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες δύο ετών και τις λήξεις χρέους τεσσάρων ετών με την παραδοχή ότι τα έντοκα γραμμάτια θα μετακυλιστούν. Ομοίως, η Ελλάδα θα λάβει στο διάστημα 2018-2022 τα κέρδη των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών από τα ελληνικά ομολόγα (SMP / ANFA) ύψους 5,8 δισ. ευρώ. Ο ΟΔΔΗΧ αναφέρει πως η η κατάργηση του επιτοκίου πέναλτι (step-up interest rate margin) από τα δάνεια του EFSF θα επιτρέψει την εξοικονόμηση ακόμη 0,2 δισ. ευρώ ετησίως.
Μια παράμετρος που αναδεικνύει ο ΟΔΔΗΧ είναι πως ο κίνδυνος επιτοκίου πλέον περιορίζεται. Όπως σημειώνει, οι μεταβλητοί συντελεστές αντιπροσωπεύουν πλέον μόνο το 49% του συνολικού χαρτοφυλακίου, αφενός χάρη στα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που εφαρμόστηκαν το προηγούμενο διάστημα, αφετέρου λόγω της επικέντρωση της Ελλάδας σε εκδόσεις σταθερού επιτοκίου τους τελευταίους 12 μήνες. Γενικά η Ελλάδα προστατεύεται από τον επιτοκιακό κίνδυνο μέσω συμφωνιών ανταλλαγής επιτοκίων, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες, το σημαντικό όγκο μετρητών, τη χαμηλή ευαισθησία του κόστους χρηματοδότησης του ESM, αλλά και από τις μελλοντικές επαναγορές χρέους.
Στο σημείο αυτό ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους αναφέρει πως το Eurogroup έχει προβλέψει μια «ρήτρα ραντεβού» ( rendez-vous clause) για νέα μέτρα για το χρέος το 2032, εάν η δυναμική του χρέους δεν θεωρηθεί ικανοποιητική και απαιτηθεί εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.
Ο ΟΔΔΗΧ αναφέρει πως με μια δεκαετή παράταση στις πληρωμές τόκων και κεφαλαίου των δανείων του EFSF ύψους 96 δισ. ευρώ, με μια δεκαετή επέκτασης των ωριμάνσεων τους και με μια επαναγορά των ομολόγων ύψους 3,3 δισ. ευρώ που διακρατούν το ΔΝΤ και η ΕΚΤ, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος περιορίζονται στο διάστημα 2019-2022 στο 9,9% του ΑΕΠ κατά μέσον όρο (στο 10,8% του ΑΕΠ το 2019), ενώ ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ το 2033 και παραμένουν χαμηλότερα του 20% του ΑΕΠ έως το 2060.
Οι εκτιμήσεις αυτές γίνονται με την παραδοχή πως η μακροπρόθεσμη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ την περίοδο 2023-2060 θα είναι 3%, το μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ και το μέσο ποσοστό αναχρηματοδότησης της Ελλάδος από τις αγορές στο 5,2%!
Να σημειωθεί πως ο ESM αναμένεται να εκταμιεύσει τη δόση των 15 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα στο τέλος της επόμενης εβδομάδας. Από αυτά, 9,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν για το ταμειακό μαξιλάρι των 24,1 δισ. ευρώ και τα υπόλοιπα 5,5 δισ. ευρώ θα διατεθούν -σε ξεχωριστό λογαριασμό- για την κάλυψη των αναγκών εξυπηρέτησης του χρέους.