ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Σε «B+» αναβάθμισε την Ελλάδα η S&P

Σε «B+» αναβάθμισε την Ελλάδα η S&P
EUROKINISSI/ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Σε «B+» από «Β» αναβάθμισε την αξιολόγηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας η S&P, αναθεωρώντας σε σταθερές τις προοπτικές.

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε, η S&P αναφέρει ότι η αναβάθμιση της Ελλάδας οφείλεται στην επιπρόσθετη ελάφρυνση χρέους και στα σημαντικά μαξιλάρια ρευστότητας που αποφάσισε το Eurogroup.

«Στις 22 Ιουνίου του 2018, το Eurogroup ενέκρινε τη δημιουργία ενός σημαντικού μαξιλαριού ρευστότητας για την Ελλάδα ενόψει της αποχώρησης της Ελλάδας από το τελευταίο πρόγραμμα προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018. Η τελική εκταμίευση του προγράμματος, στα 15 δισ. ευρώ, θα αυξήσει το συνολικό μαξιλάρι ρευστότητας της Ελλάδας στα 24 δισ. ευρώ (περίπου το 13% του προβλεπόμενου ΑΕΠ του 2018). Δεδομένης της εκτίμησής μας ότι τα δημόσια οικονομικά θα παραμείνουν ισορροπημένα, αναμένουμε ότι το μαξιλάρι ρευστότητας θα καλύψει πλήρως την εξόφληση του ελληνικού δημόσιου χρέους μέχρι το 2021 και θα καλύψει εν μέρει και τις αποπληρωμές του 2022» τονίζει η S&P.

«Κατά την εκτίμηση μας, το μαξιλάρι ρευστότητας μειώνει σημαντικά τα ρίσκα χρηματοδότησης για την κυβέρνηση και αυξάνει την δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές σε πιο ευνοϊκούς όρους για τον κρατικό και τον τραπεζικό τομέα» προσθέτει.

Όσον αφορά στα επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, η S&P επισημαίνει ότι περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων μέτρα για την επιμήκυνση της ωρίμανσης του χρέους μέσω αναβολής πληρωμής των τόκων και της απόσβεσης των δανείων του EFSF.

Η S&P τονίζει επίσης πως οι όροι που συνοδεύουν τη χρήση του μαξιλαριού ρευστότητας, μαζί με την εποπτεία του προγράμματος, θα αποτρέψουν την κατάργηση των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και θα αποτελέσει στήριγμα για την διενέργεια επιπρόσθετων μεταρρυθμίσεων. Το τελευταίο θα είναι εξαιρετικά σημαντικό για την αποκατάσταση της οικονομικής υγείας και της εμπιστοσύνης στον τραπεζικό τομέα, καθώς και για την προσέλκυση ξένων κεφαλαιακών ροών για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, υπογραμμίζει ο οίκος αξιολόγησης.

Η S&P σημειώνει ακόμα πως η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από το ασυνήθιστα χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και της συνεχούς στήριξης των πιστωτών με τη μορφή δανείων με πολύ μεγάλες ωριμάνσεις και με την ελάφρυνση χρέους. Ακόμα και πριν την ανακοίνωση των μέτρων για την επιπρόσθετη ελάφρυνση χρέους, η μέση ωρίμανση του χρέους της Ελλάδας ήταν στα 18 έτη, τονίζει η S&P.

Οι σταθερέες προοπτικές της Ελλάδας αντανακλούν την ισορροπία των κινδύνων στη φερεγγυότητα της χώρας. Από τη μια πλευρά η απόφαση του τελευταίου Eurogroup να παράσχει στην Ελλάδα επιπρόσθετη επιμήκυνση δανείων και ένα ευμεγέθες μαξιλάρι ρευστότητας έχει ενισχύσει περαιτέρω το βελτιωμένο προφίλ χρέους της.

Ταυτόχρονα οι τράπεζες της χώρας καταγράφουν πρόοδο στη μείωση του υψηλού αριθμού κόκκινων δανείων, δεδομένο που έχει ενισχύσει την ανάπτυξη και το χρηματοοικονομικό περιβάλλον. Από την άλλη πλευρά το ιδιωτικό αλλά και το δημόσιο χρέος παραμένουν υψηλά και το track record των αρχών στην προσέλκυση επενδύσεων είναι αδύναμο.

«Το ύψος του χρέους της Ελλάδας είναι ένα βαρίδι για τις αξιολογήσεις. Μετά την Ιαπωνία, η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από τις χώρες που καλύπτουμε», τονίζει ο διεθνής οίκος.

Το ιστορικό της πολιτικής αβεβαιότητας στην Ελλάδα και οι πελατειακές σχέσεις έχουν επίσης επιβαρύνει το ζήτημα του χρέους καθώς προκαλούν αβεβαιότητα στην οικονομία, αποτρέπουν τις εισροές κεφαλαίων, ενώ προκαλούν εκροές τραπεζικών καταθέσεων, φαινόμενο που κορυφώθηκε την περίοδο του Ιουνίου-Αυγούστου 2015», τονίζει ο οίκος.

Τέλος, καταλήγει τονίζοντας πως οι μελλοντικές προοπτικές των τραπεζών αλλά και η ικανότητα εξυγίανσής των χαρτοφυλακίων εξαρτάται και από τις περαιτέρω δράσεις για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος.