Το πλεόνασμα αυξάνεται, η ανάπτυξη «φρενάρει»
Μπορεί στην καθοριστική σύνοδο για το ευρώ τον Ιούνιο του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας να κέρδισε μια τριετία χαμηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για την ελληνική οικονομία, δηλαδή λιγότερη λιτότητα και πιο πρόσφορο έδαφος για ταχύτερη ανάκαμψη, ωστόσο η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθήθηκε αμέσως μετά, κατήργησε στην πράξη τις ευνοϊκές αποφάσεις για μικρά πλεονάσματα, καθώς περιελάμβανε αυξήσεις φόρων και μειώσεις μισθών και συντάξεων, ήτοι υφεσιακά μέτρα.
Τις αρνητικές επιπτώσεις αυτής της επιλογής ήρθαν να επιβεβαιώσουν στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν τις τελευταίες δύο εβδομάδες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Eurostat.
Όπως κατέδειξαν αυτή η επιλογή είχε επιπτώσεις και ένα ακριβό τίμημα. Τα υπερβολικά μέτρα φρέναραν την ανάπτυξη και έκοψαν τη δυναμική της οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο πως το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά μόλις 1,4% το 2017, όταν ο αρχικός στόχος του προγράμματος έκανε λόγο για ανάπτυξη 2,7%. Φέτος αναμένεται ανάπτυξη 1,9% όταν η αρχική πρόβλεψη μιλούσε για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5%.
Πώς φρέναρε η ανάπτυξη;
Το 2017 η Ελλάδα σημείωσε πρωτογενές πλεόνασμα 7,08 δισ. ευρώ ή 4% του ΑΕΠ, όταν βάσει προγράμματος είχε την υποχρέωση να καταγράψει πλεόνασμα 1,75% ή 3,09 δισ. ευρώ! Ουσιαστικά τα 4 δισ. ευρώ αυτής της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης ήταν χρήματα που στερήθηκε η πραγματική οικονομία, τα νοικοκυριά , οι συνταξιούχοι και οι επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρχει λόγος. Πιο απλά ήταν «δημοσιονομικός χώρος» που καλύφθηκε από μέτρα λιτότητας.
Μάλιστα σε επίπεδο διετίας (2016-2017) η εικόνα είναι ακόμη πιο επιβαρυντική. Ενώ το πρόγραμμα του ESM προέβλεπε πως αθροιστικά έπρεπε να καταγραφούν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2,25% του ΑΕΠ (0,5% +1,75%) ή 4 δισ. ευρώ σε απόλυτα νούμερα, τελικά η κυβέρνηση μέσα από τα μέτρα που επέβαλε, κατέγραψε πρωτογενή πλεονάσματα 7,9% του ΑΕΠ περίπου μέσα σε 24 μήνες, ήτοι συνολικά πλεονάσματα 13,7 δισ. ευρώ!
Αυτή η πολιτική της κυβέρνησης οδήγησε και το Eurogroup ήδη από το Μάιο του 2016 να επιβάλει στην κυβέρνηση την κατάρτιση μιας συνεκτικής αναπτυξιακής στρατηγικής, ώστε να ανακτηθεί το χαμένος αναπτυξιακό έδαφος.
Tο αναπτυξιακό σχέδιο
Αυτό το αναπτυξιακό σχέδιο έχει πλέον καταρτιστεί από την κυβέρνηση και προβλέπει «δημοσιονομικό χώρο» για στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις και κοινωνικές δαπάνες συνολικού ύψους 1,8% του ΑΕΠ ή 3,5 δισ. ευρώ.
Η πρόβλεψη «δημοσιονομικού χώρου» 1,8% του ΑΕΠ σε βάθος τετραετίας θα μπορούσε να στηρίξει την ανάπτυξη, αλλά τα οφέλη θα εξαρτηθούν από το πώς θα δουλέψουν οι περίφημοι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές.
Εάν η κυβέρνηση περικόψει φόρους ή κατευθύνει κονδύλια σε δημόσιες επενδύσεις τότε για κάθε ένα ευρώ ευνοϊκών μέτρων θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να δημιουργηθεί ένα ευρώ πρόσθετης της παραγωγής. Δηλαδή σωρευτικά πρόσθετη ανάπτυξη 1,8% στην περίοδο αναφοράς (2019-2022) ή 0,45% ανά έτος. Ωστόσο, εάν τα 3,5 δισ. ευρώ κατευθυνθούν για δαπάνες που δεν έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα τότε η πρόσθετη ανάπτυξη στην περίοδο 2019-2022 θα είναι αθροιστικά μικρότερη και του 1%.