Τσακαλώτος σε FT: Έρχεται αυστηρό σύστημα μεταμνημονιακής εποπτείας
Τη θέση πως η Ελλάδα πλησιάζει σε μια κομβική στιγμή και πως οι επόμενες λίγες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες στο να καθοριστούν οι σχέσεις με τους πιστωτές της και το μέγεθος των πληρωμών χρέους για τα επόμενα χρόνια εκφράζουν σε δημοσίευμα τους οι Financial Times. Το δημοσίευμα φιλοξενεί δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μπρούνο Λε Μερ και του Ευκλείδη Τσακαλώτου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης θα μαζευτούν αύριο στη Σόφια για να προχωρήσουν τις διαπραγματεύσεις, ώστε να υπάρξει μια πολιτική συμφωνία ως τον Ιούνιο για το «πακέτο εξόδου» της Ελλάδας. Πρόθεση είναι να εξασφαλίσει ότι η χώρα μπορεί ομαλά να επιστρέψει σε ενός είδους κανονικότητα χρηματοδότησης από τις αγορές, που απολαμβάνουν οι περισσότερες χώρες.
Αυτό όμως θα απαιτήσει να αντιμετωπίσουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κάτι που απέφευγαν για χρόνια: το πόση ελάφρυνση χρέους θα επιτραπεί στην Ελλάδα.
Η ευρωζώνη «έχει φτάσει σε μια κρίσιμη στιγμή», δηλώνει στους Financial Times o Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λε Μερ. «Πρέπει τώρα να αρχίσουμε να προβληματιζόμαστε για το μέλλον και τα μέτρα για το χρέος».
Η Ελλάδα παλεύει κάτω από το βάρος των 248 δισ. ευρώ που οφείλει στην ευρωζώνη και στο ΔΝΤ, και το θέμα της ελάφρυνσης μέρους αυτού του χρέους έχει φέρει τη Γερμανία και «γεράκια» συμμάχους της στη Βόρεια Ευρώπη ενάντια σε άλλα κράτη-μέλη.
Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, το γερμανικό κοινοβούλιο συμφώνησε να στηρίξει το υφιστάμενο πρόγραμμα των 86 δισ. ευρώ το 2015, με τον όρο να συνεχιστεί η εμπλοκή του ΔΝΤ. Αλλά παρότι το Ταμείο συμμετέχει στην παρακολούθηση του προγράμματος, απαίτησε οι κυβερνήσεις να προσφέρουν περισσότερη σαφήνεια για την ελάφρυνση χρέους, πριν αναλάβει οικονομική δέσμευση.
Tο σχέδιο και οι διαφωνίες
Σημειώνεται δε πως αξιωματούχοι της ευρωζώνης για μήνες δουλεύουν πάνω σε έναν τρόπο να εξασφαλίσουν ότι η Ελλάδα, όπου το συνολικό δημόσιο χρέος αντιστοιχεί στο 180% του ΑΕΠ της, μπορεί να παραμείνει αξιόχρεη. Το κεντρικό κομμάτι των σχεδίων των πιστωτών για την ελάφρυνση είναι ένας δυναμικός μηχανισμός που θα «δέσει» τις πληρωμές χρέους με την οικονομική επίδοση. Η λογική είναι απλή. Σε κακές οικονομικά στιγμές, η Ελλάδα θα μπορεί να αντέξει λιγότερο και θα καταλήξει να πληρώσει λιγότερα στους πιστωτές. Αν η οικονομία πάει καλύτερα απ' όσο αναμένεται, η κυβέρνηση θα μπορεί να αντέξει να πληρώσει περισσότερα και θα το κάνει.
Το σχέδιο αποφεύγει μια ρητή μείωση, μια ιδέα που απορρίπτουν όλοι οι πιστωτές της ευρωζώνης -και ικανοποιεί περισσότερο «γερακίσιες» κυβερνήσεις που θέλουν η ελάφρυνση χρέους να είναι σχεδιασμένη με βάση τις ανάγκες της οικονομίας. Υπάρχουν όμως ακόμα διαφωνίες για το πώς θα εφαρμοστεί αυτή η ιδέα.
Η Γαλλία, η Κομισιόν και το ΔΝΤ θέλουν έναν αυτόματο μηχανισμό που θα δίνει στους επενδυτές εμπιστοσύνη ότι η ΕΕ είναι σοβαρή στο θέμα της ελάφρυνσης χρέους. Η Γερμανία ωστόσο, θέλει οι κυβερνήσεις να έχουν περισσότερο πολιτικό έλεγχο και απαιτεί ετήσιες αξιολογήσεις με κοινοβουλευτική εποπτεία.
Ο παράγοντας Βερολίνο
Μια ακόμα σημαντική διαφωνία είναι πόσο ελληνικό χρέος θα καλύπτει. Η Γερμανία στηρίζει τον περιορισμό του σχεδίου στα περίπου 130 δισ. ευρώ υφιστάμενου χρέους της χώρας από το δεύτερο πρόγραμμα. Το ΔΝΤ ανησυχεί ότι αυτό είναι πολύ λίγο για να μειωθεί το βάρος της Αθήνας.
Το να πειστεί το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα -αν και έχει λιγότερους από τέσσερις μήνες- παραμένει πιεστικό. Για Παρίσι, Βερολίνο και Βρυξέλλες, θα είναι ένας τρόπος να δοθεί στις αγορές διαβεβαίωση ότι το χρέος είναι βιώσιμο καθώς το Ταμείο συμμετέχει σε προγράμματα μόνο αν πληρούται αυτός ο όρος.
Πέρυσι το ΔΝΤ δήλωσε ότι είναι έτοιμο «επί της αρχής» να συμμετάσχει στο πρόγραμμα με χρηματοδότηση 1,6 δισ. ευρώ, εάν πρώτα η ευρωζώνη παράσχει λεπτομέρειες για τα μέτρα περαιτέρω ελάφρυνσης χρέους.
Η Κριστίν Λαγκάρντ υπενθύμισε στην Ευρώπη ότι ο χρόνος τελειώνει. Το Ταμείο θα πρέπει να εκταμιεύσει μια πρώτη δόση, να αξιολογήσει τις επιδόσεις της Αθήνας και να εκταμιεύσει και μια δεύτερη δόση πριν τις 20 Αυγούστου.
Αξιωματούχοι που συμμετείχαν στις σχετικές διαπραγματεύσεις τόνισαν ότι για να είναι ρεαλιστικό κάτι τέτοιο, θα πρέπει να υπάρξει απόφαση του ΔΝΤ για συμμετοχή στο πρόγραμμα εντός των επόμενων εβδομάδων και σίγουρα πριν τα τέλη Μαΐου.
Η ελάφρυνση χρέους είναι ένα από τα διάφορα διασυνδεδεμένα θέματα που πρέπει να διευθετήσουν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης. Ένα ακόμη είναι το σύστημα μεταμνημονιακής εποπτείας, που θα παράσχει στις κυβερνήσεις της ευρωζώνης τη βεβαιότητα ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις θα διατηρήσουν την οικονομία σε τροχιά.
O Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε ότι οι αξιολογήσεις της ΕΕ θα είναι πιθανότατα πιο συχνές από τις εξαμηνιαίες αξιολογήσεις που προβλέπονται για τις χώρες που εξέρχονται από μνημόνια. «Είναι πιθανόν να έχουμε τρεις ή τέσσερις επισκέψεις αντί για δύο», δήλωσε στους Financial Times.
Η Αθήνα προετοιμάζει και τη μακροχρόνια στρατηγική ανάπτυξης, θέτοντας σχέδια μεταρρυθμίσεων για τη μεταμνημονιακή περίοδο. Ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε ότι τα σχέδια θα περιλαμβάνουν κινήσεις για την επιτάχυνση των δικαστικών αποφάσεων, τη βελτίωση της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης και τη βελτίωση του περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις.
«Αυτό είναι το δικό μας σχέδιο ανάπτυξης και η ιδιοκτησία είναι σημαντική για εμάς», δήλωσε. «Δεν θέλουμε να υπάρξουν εκπλήξεις για κανέναν, είτε είναι οι αγορές, είτε οι θεσμοί».
Πριν τον καθορισμό των όρων για τη μεταμνημονιακή περίοδο, η Αθήνα και οι δανειστές καλούνται να ολοκληρώσουν μια φαινομενικά τυπική αλλά πολιτικά ευαίσθητη αξιολόγηση για το αν η χώρα ευθυγραμμίζεται με τις δεσμεύσεις του προγράμματος.
Πολλά από τα 88 προαπαιτούμενα που θα έπρεπε να έχει ολοκληρώσει η Ελλάδα παραμένουν ανολοκλήρωτα, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας, αν και το νομοσχέδιο για την πώληση μονάδων της ΔEH εγκρίθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο την Τετάρτη.
Υψηλόβαθμος Ευρωπαίος διπλωμάτης τόνισε ότι η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι κρίσιμη για τη διαμόρφωση του πακέτου «εξόδου», στο οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνεται και το ζήτημα της αντιμετώπισης του χρέους-μαμούθ των 248 δισ. ευρώ. «Από τη στιγμή που η Ελλάδα θα έχει εκπληρώσει τα εκκρεμή μέτρα και είναι έτοιμη να εξέλθει από το πρόγραμμα, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε να συζητάμε την ελάφρυνση χρέους», σημείωσε.