ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΙΟΒΕ: Ελάφρυνση χρέους και μείωση φόρων θα φέρουν επενδύσεις

ΙΟΒΕ: Ελάφρυνση χρέους και μείωση φόρων θα φέρουν επενδύσεις
ΕUROKINISSI//ΛΥΔΙΑ ΣΙΩΡΗ

Τη μεταβολή του σημερινού δημοσιονομικού μίγματος, ώστε να μειωθούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις στην επιχειρηματικότητα και την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, ώστε να εμπεδωθεί η επενδυτική εμπιστοσύνη χαρακτηρίζει το ΙΟΒΕ ως τις βασικές προϋποθέσεις για την προσέκλυση επενδύσεων στην Ελλάδα.

Σε εκδήλωση που διοργάνωσαν σήμερα το Χρηματιστήριο Αθηνών και το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών παρουσιάσθηκε μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο: «Η χρηματοδότηση μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς και το νέο αναπτυξιακό πρότυπο της Ελλάδας». Στην εκδήλωση μίλησαν ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ενώ μετά την παρουσίαση της μελέτης ακολούθησε συζήτηση, στην οποία μετείχαν, επίσης, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου του Χρηματιστηρίου Αθηνών Σωκράτης Λαζαρίδης και ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας.

Στο χαιρετισμό του ο Πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών και Πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς Γιώργος Χαντζηνικολάου, τόνισε ότι «οι χρηματιστηριακές αγορές, στην ευρεία έννοιά τους, με πυρήνα το Χηματιστήριο, μπορούν και πρέπει να παίξουν σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας».

Ο κ. Βέττας ανέφερε πως η οικονομική πολιτική στην Ελλάδα πρέπει να στηρίξει το επενδυτικό ενδιαφέρον όσο κρατά η παγκόσμια ρευστότητα, καθώς σε δυο χρόνια το τοπίο θα είναι διαφορετικό. Στη βάση αυτή ανέφερε πως το φορολογικό πλαίσιο πρέπει να γίνει πιο φιλικό, ενώ πρότεινε μέρος των χρημάτων του ασφαλιστικού συστήματος να επενδυθεί στην κεφαλαιαγορά.

Από την πλευρά του ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου του Χρηματιστηρίου Αθηνών Σωκράτης Λαζαρίδης ανέφερε πως σήμερα η χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων πάσχει τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ελλάδα, κάτι που είναι πηγή προβληματισμού, καθώς αυτες είναι ο μοχλός ανάπτυξης.

Με μια ατάκα που έσπασε τον πάγο τοποθετήθηκε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στην εκδήλωση. «Μου είπαν να μη πω κακό για τον Στουρνάρα και θα το τηρήσω», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος έλαβε αποστάσεις από τους ομιλητές που προηγήθηκαν τονίζοντας πως κατά τον Λάρυ Σάμερς, τον πρώην υπουργό Οικονομικών τον ΗΠΑ, λεφτά υπάρχουν, αλλά δεν κατευθύνονται σε επενδύσεις. «Η έλλειψη κερδοφορίας φταίει για αυτό και εξηγεί γιατί η ανάπτυξη παγκοσμίως είναι ισχνή», τόνισε ο κ. Τσακαλώτος.

Κατά τον ίδιο ούτε η ενοποίηση των αγορών ούτε η ενοποίηση του τραπεζικού συστήματος θα βοηθήσει στην αύξηση των επενδύσεων. Υποστήριξε δε πως μόνον οι μη συστημικές τράπεζες μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη, καθώς η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Ελλάδος απέτυχαν σε αυτό.

Άμεση απάντηση έδωσε σε αυτή την αναφορά ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας ο οποίος τόνισε πως στην Ελλάδα οι συνεταιριστικές τράπεζες απέτυχαν να στηρίξουν την ανάπτυξη.

Κατά τον κ. Στουρνάρα η μετάβαση σε ένα νέο πιο εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο έχει ήδη ξεκινήσει κι αναμένεται να συνεχιστεί. Τόνισε ωστόσο ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ, με έμφαση στις πιο παραγωγικές και εξωστρεφείς επιχειρηματικές επενδύσεις, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα υστέρησης του προϊόντος και να δοθεί ώθηση στο μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου προς διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες.

Ο ίδιος αναφερόμενος στις συζητήσεις για την αλλαγή της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης είπε πως υπάρχουν δύο κυρίαρχα μοντέλα το γαλλικό και το γερμανικό που πρέπει να έρθουν κοντά.

Η μελέτη του ΙΟΒΕ

Σύμφωνα με την μελέτη του ΙΟΒΕ που παρουσιάσθηκε στην εκδήλωση, την περίοδο 2008 - 2015 η ελληνική οικονομία απώλεσε το 26,1% του προϊόντος της και ως εκ τούτου επείγον ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, για τη σταδιακή αναπλήρωση των απωλειών στο εγχώριο προϊόν της, αλλά και προκειμένου να υποστηριχθεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της.

Το ΙΟΒΕ θεωρεί πως για την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χρειάζεται αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο πρέπει να δομηθεί στους εξής βασικούς στόχους:

1) Περιορισμός της σημασίας της καταναλωτικής δαπάνης για την ανάπτυξη,

2) Ενίσχυση του ρόλου των επιχειρηματικών επενδύσεων,

3) Αύξηση «καθαρής» συμβολής του εξωτερικού τομέα, κυρίως με αύξηση εξαγωγών.

Για την επιδίωξη αυτών των στόχων απαιτείται πρωτίστως η διευκόλυνση των επενδύσεων και της εξαγωγικής δραστηριότητας τομέων οι οποίοι καινοτομούν και παράγουν διεθνώς ανταγωνιστικά εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, με υψηλή προστιθέμενη αξία και πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην ελληνική οικονομία.

Η μελέτη εστιάζει στις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν, στην Ελλάδα και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων. Όπως αναφέρει, εγχωρίως, αυτές πρέπει να αποσκοπούν στην επίτευξη και διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας μακροπρόθεσμα, προκειμένου να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στη σταθερότητα της οικονομίας.

Για αυτόν το σκοπό το ΙΟΒΕ υποστηρίζει πως θα χρειαστεί μεταβολή του δημοσιονομικού μίγματος που οδήγησε στην τρέχουσα δημοσιονομική θέση και βασίζεται κυρίως σε αύξηση φόρων, δημιουργώντας υψηλές επιβαρύνσεις και στην επιχειρηματικότητα. Επιπλέον, είναι αναγκαία η διευθέτηση του υψηλού αποθέματος δημόσιου χρέους, με την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσής του και την οριστικοποίηση του μηχανισμού λήψης μακροπρόθεσμων μέτρων.

Εξίσου απαραίτητη είναι με τις προηγούμενες πολιτικές για την ενίσχυση της ελκυστικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι η συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών, με έμφαση σε όσες αφορούν στις επιχειρήσεις (χαλάρωση ρυθμιστικών περιορισμών, μείωση διοικητικών «βαρών», επέκταση ηλεκτρονικών συναλλαγών με το δημόσιο κ.ά.).

«Η δυνατότητα του τραπεζικού συστήματος να παράσχει σε αυτούς τους τομείς τους πόρους που χρειάζονται, είναι περιορισμένη. Για την άντληση των απαραίτητων κεφαλαίων για τη μετάβαση στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο, εναλλακτικές ως προς τον τραπεζικό δανεισμό μορφές χρηματοδότησης πρέπει να αναπτυχθούν. Η χρηματοδότηση μέσω της εγχώριας χρηματιστηριακής αγοράς μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό», αναφέρεται στη μελέτη του ΙΟΒΕ.

Ακόμη, από τη μελέτη του ΙΟΒΕ προκύπτει πως αν και για την ανάκτηση της αναπτυξιακής δυναμικής, χρειάζεται η σταθερή, ισχυρή αύξηση των επενδύσεων, αυτή δεν μπορεί να προέλθει από τις ίδιες κατηγορίες σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου με εκείνες στην περίοδο 1995-2007 (κατοικίες, μεταφορικά μέσα).

Βάσει της μελέτης, σήμερα, στους κλάδους με τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης και υψηλή πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων στα προσεχή έτη συγκαταλέγονται εξωστρεφείς κλάδοι της μεταποίησης, ο τομέας του τουρισμού, το οικοσύστημα δραστηριοτήτων στις μεταφορές και την αποθήκευση και η ενέργεια. Παράλληλα, τονίζεται πως η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας αναμένεται να επιδράσει καταλυτικά στην υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων σε αυτές και άλλες δραστηριότητες.

Στην ίδια βάση επισημαίνεται πως το γεγονός ότι διαχρονικά η ελληνική οικονομία βασίζεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις περισσότερο από ότι οι υπόλοιπες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδεικνύει τον κομβικό ρόλο που θα διαδραματίσουν οι ΜμΕ σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Επομένως, κατά το ΙΟΒΕ οι πολιτικές οι οποίες θα εφαρμοστούν για τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων, αλλά και τα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία θα είναι διαθέσιμα για αυτές, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες, τον τρόπο οργάνωσης κ.λπ. των ΜμΕ.