ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι συνθήκες στις αγορές θα κρίνουν την «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο

Οι συνθήκες στις αγορές θα κρίνουν την «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο
Reuters

Με όπλα τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και το «μαξιλάρι ασφαλείας» των 14 δισ. ευρώ (6 δισ. ευρώ από την Ελλάδα και 8 δισ. ευρώ από τον ESM) που θα καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας έως τον Αύγουστο του 2019, σχεδιάζεται η έξοδος της Ελλάδος από το τρίτο πρόγραμμα στήριξης.

Αυτό το σενάριο που υποστηρίζεται εκτός από την ελληνική κυβέρνηση και από την Κομισιόν και την ευρωζώνη εδράζεται στην παραδοχή πως οι συνθήκες στις αγορές θα παραμείνουν υποστηρικτικές ή πως σε κάθε περίπτωση δεν θα μεταβληθούν δραματικά.

Για το λόγο αυτό και δεν συζητείται καν η χορήγηση στην Ελλάδα μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης κάτι που θα ήταν πολιτικά τοξικό για το ΣΥΡΙΖΑ, καθώς θα συνεπαγόταν ένα νέο πρόγραμμα με νέες δεσμεύσεις.

Πιο απλά, μπορεί για μια χώρα όπως η Ελλάδα που έχει δεσμευθεί σε ένα πολύ συγκεκριμένο δημοσιονομικό μονοπάτι έως το 2060 οι δεσμεύσεις μιας πιστωτικής γραμμής να μην είναι σκληρές, αλλά μια προληπτική γραμμή θα στερούσε από το ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να μιλά για έξοδο από τα Μνημόνια.

Από την άλλη, οι θιασώτες της προληπτικής πιστωτικής γραμμής ξεκαθαρίζουν πως αν και η ενεργοποίηση της γραμμής δεν είναι απαραίτητη θα ήταν καλό να ξέρουν όλοι πως αυτή είναι διαθέσιμη, δεδομένου ότι ο δανεισμός του ESM είναι εξαιρετικά φθηνός και θα μπορούσε να κρατήσει χαμηλά το κόστος δανεισμού της Ελλάδος από τις αγορές σε περιόδους κρίσης.

Η προοπτική αύξησης των επιτοκίων σε ΗΠΑ και ευρωζώνη, η αύξηση του πληθωρισμού, η εμπορική πολιτική του προέδρου Τράμπ, αλλά και η αβεβαιότητα για το πολιτικό σκηνικό σε Γερμανία, Ιταλία , αλλά και την ίδια την Ελλάδα είναι πιθανές απειλές.

Διότι εάν το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου διατηρηθεί πάνω από το 4% ή το 5%, αυτό το κόστος που αποτυπώνει τον κίνδυνο χώρας, θα περάσει στο σύνολο της οικονομίας!

Πάντως, το ιδανικό σενάριο για τους Ευρωπαίους είναι η Ελλάδα να καλύπτει τις ανάγκες της μέσα από τους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και να μην καταφεύγει στις ακριβές αγορές ή στον ESM για νέα δάνεια. Άλλωστε σε αυτό αποβλέπουν και οι παρεμβάσεις για την ελάφρυνση του χρέους και τη συγκράτηση των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας κάτω από το 15% του ΑΕΠ.

Σε αυτά τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα περιλαμβάνεται η επέκταση των ωριμάσεων των δανείων του EFSF έως και 15 έτη και η πρόωρη αποπληρωμή των ακριβών δανείων του ΔΝΤ (αλλά όχι των διακρατικών δανείων του πρώτου Μνημονίου που έχουν μικρό επιτόκιο).

Τέλος, αν και από πολιτικής άποψης καμία χώρα δεν επιθυμεί να βρίσκεται σε πρόγραμμα, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως η δανειακή σύμβαση που από το 2015 έχει συνομολογήσει η Ελλάδα με τον ESM και έχει διάρκεια 32 ετών, δεσμεύει τη χώρα ασφυκτικά δεσμεύοντας μεταξύ άλλων μεγάλο μέρος της δημόσιας περιουσίας. Αυτό θα καταστεί πιο ορατό όταν στο προσεχές διάστημα περάσει από τη Βουλή η αναθεώρηση της δανειακής σύμβασης του 2015 με την προσθήκη ως αντισυμβαλλομένου και του Υπερταμείου Αποκρατικοποιήσεων.

Σε κάθε περίπτωση η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν καταδείξει πως και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος υπάρχει κάποιος βαθμός επιτήρησης από τους θεσμούς, κάτι που αναμένεται να ισχύσει σε μεγαλύτερο βαθμό για την Ελλάδα, όπου η ελάφρυνση του χρέους θα συσχετιστεί με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.