Κεφαλαιακά θωρακισμένη η ελληνική ασφαλιστική αγορά
Μια αναλυτική χαρτογράφηση της ελληνικής αγοράς ιδιωτικής ασφάλισης περιλαμβάνει η Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Από τα στοιχεία προκύπτει πως η αγορά είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένη, πως υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός και κυρίως προοπτικές να καταστεί ακόμη μεγαλύτερος προς όφελος των καταναλωτών.
Ειδικότερα, στην ελληνική αγορά ιδιωτικής ασφάλισης δραστηριοποιούνται 43 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, έναντι 45 το 2016, οι οποίες κατηγοριοποιούνται βάσει της άδειας λειτουργίας και των ασφαλιστικών τους εργασιών ως εξής: α) 3 επιχειρήσεις ασφαλίσεων ζωής, β) 23 επιχειρήσεις ασφαλίσεων κατά ζημιών, γ) 17 επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και κατά ζημιών.
Εκ των 43 ασφαλιστικών επιχειρήσεων, 40 επιχειρήσεις υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας ΙΙ, ενώ 3 εξαιρούνται λόγω μικρού μεγέθους. Εκ των 40 επιχειρήσεων, 16 ασφαλιστικές επιχειρήσεις ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 6 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα. Επίσης, 4 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται ενεργά σε λοιπές χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται επιπλέον 171 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ είτε μέσω υποκαταστημάτων είτε με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, τα οποία εποπτεύονται, ως προς τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών καταγωγής τους. Στα τέλη του 2016, η ετήσια παραγωγή τους συγκέντρωνε ποσό εγγεγραμμένων ασφαλίστρων 543 εκατ. ευρώ, αποτελώντας ποσοστό 13,3% του συνόλου της ασφαλιστικής αγοράς.
Σύμφωνα με τα οικονομικά μεγέθη των 40 επιχειρήσεων που υπόκεινται στην εποπτεία από την Τράπεζα της Ελλάδος η εγχώρια ασφαλιστική αγορά χαρακτηρίζεται από σημαντική συγκέντρωση, ιδιαίτερα στις εταιρείες ασφαλίσεων ζωής, καθώς οι 5 μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 79% της αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων. Το μερίδιο αγοράς για τις 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών ανέρχεται σε 43%, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων.
Η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017 ανήλθε σε 1,2 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 4,1% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Οι ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις (unit-linked) εμφανίζουν μια μικρή ανάκαμψη μετά την αρνητική επίδραση της επιβολής περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, με τα σχετικά ακαθάριστα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα να αποτελούν ποσοστό 17% επί των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 15% την αντίστοιχη περίοδο του 2016.
Τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,4 δισ. ευρώ, με το μεγαλύτερο ποσοστό εξ αυτών να καταγράφεται στη δραστηριότητα ασφάλισης αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (40%), ενώ ακολουθεί η δραστηριότητα πυρός (21%). Η ανωτέρω ασφαλιστική παραγωγή προέρχεται κυρίως από ασφαλιστικούς πράκτορες και συμβούλους (50%) και δευτερευόντως από τις τράπεζες (bankassurance) (27,5%). Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι οι άμεσες πωλήσεις από τις ίδιες τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, χωρίς τη διαμεσολάβηση τρίτου, ανέρχεται σε περίπου 10% της συνολικής παραγωγής.
Το σύνολο του ενεργητικού των εποπτευομένων ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανήλθε σε 16,4 δισ. ευρώ στις 30.9.2017, παρουσιάζοντας αύξηση 4,4% συγκριτικά με τις 30.9.2016, εκ των οποίων 7,1 δισ. ευρώ αφορούσαν τοποθετήσεις σε κρατικά ομόλογα (43%), 2,3 δισ. ευρώ αφορούσαν τοποθετήσεις σε εταιρικά ομόλογα (14%) και 2,3 δισ. ευρώ αφορούσαν επενδύσεις για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι (unit-linked), εκ των οποίων 68% επενδεδυμένα σε αμοιβαία κεφάλαια και 24% σε χρηματικά διαθέσιμα και καταθέσεις. Η ως άνω αύξηση του ενεργητικού προήλθε κυρίως από τις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής (5,0%), ενώ για τις επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά εργασίες ασφαλίσεων κατά ζημιών το ποσοστό αύξησης ήταν μόνο 0,9%.
Αντίστοιχα, οι συνολικές υποχρεώσεις ανήλθαν σε 13,1 δισ. ευρώ, με το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων να διαμορφώνεται σε 11,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 8,8 δισ. ευρώ αφορούσαν σε ασφαλίσεις δραστηριοτήτων ζωής και 3,1 δισ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών. Εκ των τεχνικών προβλέψεων ζωής, το 62,9% αφορά ασφαλίσεις με συμμετοχή στα κέρδη και το 27,3% αφορά ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις.
Στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, ο δείκτης ζημιών της αγοράς στις 30.9.2017 ανήλθε στο 45% των αντίστοιχων δεδουλευμένων ασφαλίστρων της ίδιας περιόδου και ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) ανήλθε στο 46%. Ειδικότερα, αναφορικά με τις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης από χερσαία οχήματα, ο δείκτης ζημιών της αγοράς ανήλθε στο 48% των αντίστοιχων δεδουλευμένων ασφαλίστρων, ενώ ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) ανήλθε σε 42%, με τους δύο δείκτες να εμφανίζουν αύξηση περίπου 3% σε σύγκριση με το τέλος Σεπτεμβρίου του 2016.
Αναφορικά με την ποιότητα των κεφαλαίων της ασφαλιστικής αγοράς, σημειώνεται ότι το 95% των επιλέξιμων κεφαλαίων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1). Η συνολική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (SCR) διαμορφώθηκε σε 1,7 δισ. ευρώ στις 30.9.2017, με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,2 δισ. ευρώ. Επιπροσθέτως, η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) για το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε 636 εκατ. ευρώ, με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,0 δισ. ευρώ.