ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ανέλαβε καθήκοντα ο νέος επικεφαλής του EuroWorking Group

Ανέλαβε καθήκοντα ο νέος επικεφαλής του EuroWorking Group
EPA

Αλλαγή σκυτάλης την εβδομάδα αυτή στο EuroWorking Group (EWG) με τον απερχόμενο Τόμας Βίζερ να «παραδίδει» στον Ολλανδό Χανς Φάιλμπριφ, ο οποίος άφησε το γραφείο του στο υπουργείο Οικονομικών στη Χάγη και μετέβη στις Βρυξέλλες, στον τρίτο όροφο του Justus Lipsius, του κτιρίου του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελάφρυνση χρέους και ειδικότερα η επεξεργασία της γαλλικής πρότασης, όπως αποφασίστηκε στο Eurogroup του Ιανουαρίου, θα απασχολήσει κατά προτεραιότητα τον νέο επικεφαλής του EWG σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό του νέου πλαισίου το οποίο θα κληθεί να εφαρμόσει η Ελλάδα μετά το τέλος του προγράμματος στήριξης. Τα πρώτα δείγματα δουλειάς θα βρεθούν στο επίκεντρο του EuroWorking Group στην επόμενη συνάντηση στις 8 Φεβρουαρίου, ώστε να γίνει μια πρώτη συζήτηση σε επίπεδο υπουργών της Ευρωζώνης στο Eurogroup της 19ης Φεβρουαρίου.

Κατά πληροφορίες, πρώτο μέλημα του Χανς Φάιλμπριφ, ο οποίος παρακολουθούσε από κοντά ως στενός συνεργάτης του Γερούν Ντεϊσελμπλούμ τις εξελίξεις για την Ελλάδα και συνέβαλε, μάλιστα, σε σημαντικές διατυπώσεις αποφάσεων του Eurogroup, θα είναι η επεξεργασία των σεναρίων για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Ο ESM θα έχει τον πρώτο λόγο και ήδη έχει κάνει τα πλάνα του. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το βασικό σενάριο θέλει να γίνουν όλες οι αναγκαίες κινήσεις – επιμήκυνση χρόνου ωριμάσεων δανείων, κλείδωμα επιτοκίων, εξόφληση ακριβών δανείων όπως αυτά του ΔΝΤ – ώστε η Ελλάδα για 15 χρόνια, ύστερα από το 2022 που εκπνέει η περίοδος χάριτος του μεγάλου βάρους του δανεισμού από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τον ESM, να έχει συγκεκριμένες, μικρές και ανεκτές για το οικονομικό περιβάλλον υποχρεώσεις πληρωμών.

Σύμφωνα με το Βήμα το σχέδιο προβλέπει, π.χ., να τεθεί όριο – πλαφόν – πληρωμής τόκων ίσο με 1% του ΑΕΠ ετησίως και όριο για την πληρωμή χρεολυσίων 2% του ΑΕΠ για το σύνολο των δανείων προς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Για να γίνει αντιληπτό ότι το όριο αυτό αποτελεί ουσιαστικά μια νέα περίοδο χάριτος, αρκεί να σημειωθεί ότι η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλλει ετησίως περίπου 6 δισ. ευρώ για δάνεια άνω των 220 δισ. ευρώ. Ασφαλώς οι τόκοι και ένα μέρος θα καλύπτονται από το πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά οι Ευρωπαίοι θέλουν ένα τμήμα πληρωμών της τάξης του 1% του ΑΕΠ να καταβάλλεται ετησίως από τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως άλλωστε προβλέπεται στο τρίτο μνημόνιο.

Βέβαια η χώρα θα πρέπει να αναζητεί από τις αγορές τα ποσά για την ανανέωση των δανείων (ομολόγων) που θα λήγουν στο μέλλον και βρίσκονται στα χέρια τραπεζών, funds και ιδιωτών. Αυτά στο σύνολό τους αναλογούν στο 25% περίπου του ελληνικού χρέους και δεν υπερβαίνουν τα 80 δισ. ευρώ, ενώ με τις τελευταίες επιτυχείς ανταλλαγές και εκδόσεις του ΟΔΔΗΧ οι λήξεις τους έχουν μετατεθεί στο μέλλον.

Με αυτές τις παραδοχές και με βασικό δεδομένο ότι με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους έχουν ήδη κλειδωθεί σε χαμηλά επίπεδα κάτω από 1,5% τα επιτόκια του 50% του συνολικού δανεισμού της χώρας, το ελληνικό χρέος καθίσταται βιώσιμο σε βάθος 50 ετών με την υπόθεση ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινείται γύρω στο 2% ετησίως.

Ωστόσο αν το ΔΝΤ αμφισβητεί κάποιο από τα δεδομένα, και κυρίως τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022 και 2% του ΑΕΠ στη συνέχεια, τις επόμενες δεκαετίες, έρχεται η γαλλική πρόταση που λέει ότι αν ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα εκτιμηθεί σε χαμηλότερο επίπεδο, π.χ. 1% ετησίως, τότε η 15ετία χαμηλών πληρωμών θα πρέπει να γίνει 20ετία ή περισσότερο, όσο κριθεί αναγκαίο.

Εν πάση περιπτώσει το γαλλικό σχέδιο προβλέπει να υπάρχει οροφή στις πληρωμές, άρα και στις δανειακές ανάγκες της Ελλάδας, που θα καθορίζεται από τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης Το κυριότερο είναι ότι οι Γάλλοι έχουν αναλάβει διαμεσολαβητικό ρόλο για να ξεπεραστούν οι προστριβές ΕΕ και ΔΝΤ, να βγει από τη δύσκολη θέση η Ελλάδα και να δοκιμαστεί ένα μοντέλο ρύθμισης χρέους που μπορεί να χρειαστεί σε μια μελλοντική κρίση χρέους μιας άλλης χώρας.

Το ΔΝΤ, όπως διαφαίνεται από τη στάση του που είναι πιο ήπια, διαλλακτική και συζητήσιμη, θέλει να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα και το ζήτημα που εγείρει τώρα είναι να διασφαλιστούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα, κάτι που εύκολα επιτυγχάνεται με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου από το 2019 αντί το 2020.

Αυτό το μεγάλο πακέτο μέτρων συμπληρώνεται από την πρόταση για εξόφληση από τον ESM των δανείων του ΔΝΤ προς την Ελλάδα, από το πρώτο μνημόνιο, που είναι πανάκριβα (έχουν επιτόκιο 3,8%), από τα κέρδη που έχουν οι κεντρικές τράπεζες των χωρών-μελών της ευρωζώνης και η ΕΚΤ από τις τοποθετήσεις σε ελληνικά ομόλογα SMP – ANFAs. Τα κέρδη αυτά, μετά και το ράλι των ελληνικών τίτλων, πλησιάζουν, αν δεν υπερβαίνουν, τα 8 δισ. ευρώ. Επίσης, από τα αδιάθετα χρήματα του τρίτου πακέτου βοήθειας – του τελευταίου μνημονίου – μπορεί να αρχίσει η εξόφληση μέρους των διακρατικών δανείων προς την Ελλάδα του πρώτου μνημονίου.