Στην αναμονή 300.000 συντάξεις και εφάπαξ
Σε εκκρεμότητα βρίσκονται 300.000 συντάξεις και εφάπαξ εκ των οποίων οι 100.000 αφορούν κύριες συντάξεις. Μάλιστα διαπιστώνεται ότι σε περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης (πάνω από δυο Ταμεία) η σύνταξη εκδίδεται με τρία χρόνια καθυστέρηση και μέσω αλληλογραφίας, αφού δεν υπάρχει ηλεκτρονική διασύνδεση των ασφαλιστικών ταμείων.
Όπως αναφέρεται σε σχετική εγκύκλιο, το 80% της προσωρινής σύνταξης αφορά μόνο όσους θα υποβάλουν ηλεκτρονική αίτηση χορήγησης προσωρινής σύνταξης στον ΕΦΚΑ. Σήμερα η προσωρινή σύνταξη αντιστοιχεί στο 50% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών που ο αιτών είχε κατά τους 12 μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης. Για περιπτώσεις αναπήρων με ποσοστό αναπηρίας 67% έως 79,99% χορηγείται ως προσωρινή σύνταξη το 75% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών και για περιπτώσεις με αναπηρία από 50% έως 66,99% χορηγείται το 50% ως προσωρινή σύνταξη. Στο 50% είναι η προσωρινή σύνταξη και για περιπτώσεις θανάτου.
Πρόκειται για προσωρινές συντάξεις που θα χορηγηθούν εξ ιδίου δικαιώματος λόγω ανικανότητας (αναπηρίας), εκ μεταβιβάσεως και λόγω θανάτου. Για προσωρινές συντάξεις σε περιπτώσεις σύνταξης γήρατος, ο δικαιούχος θα λάβει το 80% της σύνταξης που θα του χορηγηθεί όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία. Βέβαια, αν χορηγείται μειωμένη σύνταξη γήρατος, τότε ανάλογα μειώνεται και το ποσό της χορηγούμενης προσωρινής.
Το ίδιο ισχύει και για προσωρινές συντάξεις λόγω αναπηρίας, όπου εκεί η όποια μείωση κρίνεται από το ποσοστό αναπηρίας του δικαιούχου. Εάν όμως πρόκειται για σύνταξη αναπηρίας που προήλθε από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια, τότε το ποσό της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται των 768 ευρώ.
Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 50% της οριστικής, με τον όρο ότι δεν πρέπει να υπολείπεται τα 360 ευρώ. Το ίδιο ισχύει εάν υπάρχουν δύο δικαιοδόχα τέκνα. Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται με όριο τα 360 ευρώ για καθένα από αυτά. Στα πρόσωπα που έχουν δικαιωθεί προσωρινής σύνταξης, πριν από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου (ν. 4499/2017) η εγκύκλιος δίνει το δικαίωμα υποβολής νέας αίτησης για να κριθεί η χορήγησή της σύμφωνα με τις νέες διατάξεις.