120 δόσεις: Ποιοι υπάγονται στη ρύθμιση
Μέσα στον Ιανουάριο αναμένεται να ανοίξει η ηλεκτρονική πλατφόρμα υποβολής αιτήσεων για την ένταξη στη ρύθμιση οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Στη ρύθμιση μπαίνουν όσοι ελεύθεροι επαγγελματίες, επιστήμονες - αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες έχουν οφειλές έως 50.000 ευρώ.
Εκτός ρύθμισης μένουν και όσοι χρωστούν στα Ταμεία ποσά από 20.000 έως και 50.000 ευρώ, έχουν όμως πλέον κλείσει την επιχείρησή τους και βρίσκονται σε ηλικία συνταξιοδότησης.
Η ρύθμιση καλύπτει οφειλές που δημιουργήθηκαν έως τις 31/12/2016 με τις αιτήσεις να πρέπει να υποβληθούν ηλεκτρονικά, στο ΚΕΑΟ, έως τις 31/12/2018 και αφορά:
- Φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα (π.χ. έμποροι) ή νομικά πρόσωπα, υπό την προϋπόθεση ότι οι συνολικές οφειλές τους προς όλους τους πιστωτές τους δεν υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ.
- Φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα ή νομικά πρόσωπα των οποίων οι οφειλές προς τα Ταμεία υπερβαίνουν το 85% των συνολικών οφειλών τους.
- Φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα, με επιχειρηματική δραστηριότητα (π.χ. δικηγόροι, αγρότες) υπό την προϋπόθεση ότι έχουν κάνει έναρξη εργασιών και ότι οι οφειλές τους προς τα Ταμεία δεν υπερβαίνουν τις 50.000 ευρώ.
Βάσει των προβλεπόμενων κριτηρίων υπαγωγής στη ρύθμιση, για χρέη έως 20.000 ευρώ ο οφειλέτης πρέπει να έχει θετικό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης.
Για οφειλές από 20.001 έως 50.000 ευρώ, πέρα από το ανωτέρω κριτήριο, λαμβάνεται υπόψη και ο λόγος του χρέους, αφού αφαιρεθούν οι προς διαγραφή προσαυξήσεις και τόκοι, προς το εισόδημα.
Ο μέγιστος αριθμός δόσεων για οφειλές 3.000 - 50.000 ευρώ είναι οι 120 δόσεις και για οφειλές έως 3.000 ευρώ είναι οι 36 δόσεις. Το ελάχιστο ποσό δόσης είναι τα 50 ευρώ.
Εφόσον ο οφειλέτης χρωστά μόνο στα Ταμεία και το 33% του εισοδήματος επαρκεί για την αποπληρωμή της οφειλής σε λιγότερες δόσεις από τον μέγιστο αριθμό, ο αριθμός των δόσεων μειώνεται αναλόγως.
Για ρύθμιση οφειλών 3.000 - 50.000 ευρώ προβλέπεται διαγραφή του 85% των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής.