Σε Brexit, stress test και IFRS 9 η προσοχή του SSM το 2018
Στο Brexit, στα stress test, στη διαχείριση κινδύνων, στον πιστωτικό κίνδυνο και σε επιχειρηματικά μοντέλα και παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων θα επικεντρωθούν οι εποπτικές προτεραιότητες του SSM για το 2018.
Ο SSM δίνει μεγάλο βάρος στα stress test, καθώς τα αποτελέσματα των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων θα ενσωματωθούν στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP), θα ενισχύσουν τις ικανότητες προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και διαχείρισης κινδύνων των ίδιων των τραπεζών και θα παράσχουν ποσοτική αξιολόγηση των προφίλ κινδύνου των τραπεζών σε διάφορες κατηγορίες κινδύνου.
Το Brexit θα συνεχίσει να καταλαμβάνει θέση προτεραιότητας στο εποπτικό πρόγραμμα για το 2018. Το επίκεντρο των δραστηριοτήτων θα μετατοπιστεί από τις προπαρασκευαστικές εργασίες στην πρακτική εφαρμογή των θέσεων πολιτικής που θα αναπτυχθούν. Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση επηρεάζει επίσης αρκετά σημαντικά ιδρύματα που εδρεύουν στη ζώνη του ευρώ.
Τα επιχειρηματικά μοντέλα και οι παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών εξακολουθούν να αποτελούν προτεραιότητα για τον SSM. Στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων θα τεθούν η εξέλιξη της κερδοφορίας των τραπεζών στο τρέχον περιβάλλον και η αξιολόγηση των επιδράσεων που μπορεί να ασκήσει ο κίνδυνος επιτοκίου στις τράπεζες.
Ο πιστωτικός κίνδυνος συνεχίζει να αποτελεί σημαντική εποπτική προτεραιότητα για το 2018. Αρκετά ιδρύματα εξακολουθούν να καταγράφουν μεγάλα αποθέματα κόκκινων δανείων, πράγμα που μπορεί τελικά να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις τραπεζικές χορηγήσεις προς την οικονομία. Τα υψηλά επίπεδα των κόκκινων δανείων επηρεάζουν το κεφάλαιο και τη χρηματοδότηση, μειώνουν την κερδοφορία και, κατά συνέπεια, περιορίζουν την προσφορά πιστώσεων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η διευθέτηση των κόκκινων δανείων είναι επομένως σημαντική τόσο για τη βιωσιμότητα των τραπεζών όσο και για τις μακροοικονομικές επιδόσεις.
Καθώς διάφορες ρυθμιστικές αλλαγές επηρεάζουν τις τράπεζες, το 2018 ο SSM της ΕΚΤ θα συνεχίσει να παρακολουθεί τον βαθμό ετοιμότητας των τραπεζών για τις σχετικές αλλαγές καθώς και την εφαρμογή αυτών. Μια σημαντική αλλαγή είναι η εισαγωγή του Διεθνούς Πρότυπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9, για την οποία τα ενδιάμεσα αποτελέσματα της θεματικής εξέτασης έδειξαν ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά την ετοιμότητα των τραπεζών για το ΔΠΧΑ 9 και την εφαρμογή του.
Λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές εξελίξεις στο οικονομικό, ρυθμιστικό και εποπτικό περιβάλλον, οι εποπτικές προτεραιότητες του SSM στηρίζονται στην αξιολόγηση των βασικών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες οι εποπτευόμενες τράπεζες.
Οι πηγές κινδύνου για τον τραπεζικό τομέα προσδιορίστηκαν από τον SSM σε συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές και λαμβάνουν υπόψη στοιχεία προερχόμενα από τις μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ), από αναλύσεις μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας της ΕΚΤ, καθώς και από εκθέσεις διεθνών οργάνων.
Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για τον τραπεζικό τομέα που εντοπίστηκαν είναι η παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων, τα μεγάλα αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων, η γεωπολιτική αβεβαιότητα, οι διαρθρωτικές οικονομικές προκλήσεις στη ζώνη του ευρώ (μεταξύ των οποίων οι δημοσιονομικές ανισορροπίες και οι ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους), οι προοπτικές για την ανάπτυξη στις οικονομίες με αναδυόμενες αγορές, οι αντιδράσεις των τραπεζών σε νέες ρυθμιστικές πρωτοβουλίες, οι εξελίξεις στις αγορές κατοικιών και εμπορικών ακινήτων, η ανατιμολόγηση του κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές, το ηλεκτρονικό έγκλημα και οι δυσλειτουργίες των πληροφοριακών συστημάτων, περιπτώσεις παραβάσεων, ο μη τραπεζικός ανταγωνισμός, η δυνητική χρεοκοπία κεντρικού αντισυμβαλλόμενου και το δύσκαμπτο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν αυτές τις βασικές προκλήσεις αποτελεσματικά, ο SSM αναθεώρησε τις εποπτικές της προτεραιότητες, καθώς η κατάσταση κινδύνου που περιγράφεται παραπάνω απαιτεί να διατηρηθεί η έμφαση στους τομείς προτεραιότητας υψηλού επιπέδου που είχαν καθοριστεί το 2017, αν και με κάποιες τροποποιήσεις.