Ανοικτά μέτωπα με τη συνταγματικότητα των παραγραφών
Αν και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους έκρινε αντισυνταγματική την παράταση του χρόνου παραγραφής σε 20 έτη σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής που ανάγονται στη χρήση του 2011 και προγενέστερες, μέλλει να καταδειχθεί τι θα αποφασίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας για το ζήτημα της συνταγματικότητας της παράτασης του χρόνου παραγραφής στα 20 έτη σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής που ανάγονται σε χρήσεις μεταγενέστερες του 2012.
Κατά το σκεπτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η 20ετής παραγραφή είναι εφαρμοστέα σε εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου που αφορούν στις χρήσεις 2012 και εφεξής, εφόσον υφίσταται μεγάλη φοροδιαφυγή (δηλαδή αποφυγή πληρωμής φόρου άνω των 100.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος ή άνω των 50.000 ευρώ για ΦΠΑ).
Συνεπώς, για χρήσεις μέχρι και το 2011 δεν πρέπει να εφαρμόζεται η 20ετής παραγραφή, ακόμη και εάν προκύπτουν στοιχεία μεγάλης φοροδιαφυγής. Ωστόσο, κατά τη γνώμη της μειοψηφίας, η 20ετής παραγραφή θα πρέπει να καταλαμβάνει μόνο τις χρήσεις από 1ης/1/2013 και εντεύθεν.
Η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τους φορολογουμένους, καθώς με τις προηγούμενες αποφάσεις του το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν είχε προβεί σε ευθεία κρίση για το ζήτημα της συνταγματικότητας της 20ετίας – μόνον εμμέσως αυτή είχε θιγεί ως αντισυνταγματική στο σκεπτικό της Ολομέλειας (ΣτΕ 1738/2017).
Απομένει πλέον να κριθεί οριστικά το ζήτημα της συνταγματικότητας της παράτασης του χρόνου παραγραφής στα 20 έτη σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής που ανάγονται σε χρήσεις μεταγενέστερες του 2012. Κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η διάρκεια της παραγραφής πρέπει να είναι εύλογη και η λήξη της δεν μπορεί να συναρτάται με το ύψος του ποσού, στο οποίο η διοίκηση θα προσδιορίσει τις φορολογικές υποχρεώσεις του διοικουμένου.
Συνεπώς, νομικοί και λογιστές θεωρούν πως κατά την ερμηνεία της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας θα πρέπει η 20ετής παραγραφή λόγω ύψους φοροδιαφυγής να θεωρηθεί αντισυνταγματική στο σύνολό της.