ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ρεκόρ φτώχειας στην Ελλάδα με τη σφραγίδα της Eurostat

Ρεκόρ φτώχειας στην Ελλάδα με τη σφραγίδα της Eurostat
Άστεγος κοιμάται στην είσοδο κλειστού καταστήματος στην οδό Σταδίου, το βράδυ της Τρίτης 14 Ιανουαρίου 2014. EUROKINISSI/Γιώργος Κονταρίνης

Δραματικά είναι τα στοιχεία που δημοσίευσε σήμερα η Eurostat για την οικονομική κατάσταση του πληθυσμού στην Ελλάδα. Όπως τονίζει η σχετική έκθεση, στη χώρα μας παρουσιάζεται το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Δύο μνημόνια: ένας στους τρεις φτωχός

Η έκθεση επιβεβαιώνει κάτι που είναι ορατό απ’ όλους στην ελληνική επικράτεια. Παραπάνω από ένας στους τρεις Έλληνες ζει σε συνθήκες φτώχειας. Αυτό μεταφράζεται σε 3,88 εκατομμύρια πολίτες και ποσοστό 36%, που είναι το τρίτο χειρότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά τη Ρουμανία (40,2%) και τη Βουλγαρία (40,1%).

Η εικόνα αυτή μπορεί να συνδυαστεί με παλαιότερες δηλώσεις του Πόουλ Τόμσεν (Poul Thomsen) από συναντήσεις του το 2011 με κοινωνικούς φορείς, όπως αποκαλύφθηκαν στον Τύπο τον περασμένο Μάιο. Ο Δανός επιτηρητής του ΔΝΤ φέρεται να είχε δηλώσει στους συνομιλητές του ότι ο μισθός στην Ελλάδα θα έπρεπε να είναι 300 ευρώ, γιατί η χώρα ανήκει στα Βαλκάνια.

Πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, ο φτωχός πληθυσμός στην Ελλάδα ανερχόταν σε μερικές χιλιάδες πλέον των τριών εκατομμυρίων ή ποσοστό 28,1%. Η αύξηση αυτή των 7,9 ποσοστιαίων μονάδων δεν έχει όμοιά της στη σχετική λίστα των χωρών, απ’ όπου προκύπτει αύξηση 4,7% της φτώχειας στην Ισπανία, 4,1% στην Κύπρο και 3,7% στη Μάλτα.

Ολλανδία και Πορτογαλία: δύο πρότυπα σύγκρισης

Εντύπωση προκαλεί ότι, παρά το 27,5% των φτωχών στην Πορτογαλία του απερχόμενου συντηρητικού πρωθυπουργού Πέδρο Πάσους Κοέλιου έναντι 17,1% στην Ολλανδία του σοσιαλδημοκράτη προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, το ποσοστό αύξησης (1,5%) της φτώχειας στη χώρα που μπήκε σε μνημόνιο καταγράφεται μικρότερο τα τελευταία έξι χρόνια από το αντίστοιχο ποσοστό (2,2%) στη χώρα που στήριξε τα προγράμματα διάσωσης ως υπαρχηγός της Γερμανίας (όπου η φτώχεια σημειωτέον αυξήθηκε μόλις 0,5%).

Τα 122 εκατομμύρια των φτωχών Ευρωπαίων είναι το μεγαλύτερο έθνος της Ευρώπης

Τα ενδεικτικά αυτά ευρήματα απαντούν, αφενός, στο γιατί οι κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι στο πορτογαλικό μνημόνιο δεν είχαν την έκταση που πήραν στην Ελλάδα και, αφετέρου, στο γιατί το πολιτικό σύστημα της Ολλανδίας έχει κατακερματιστεί τα τελευταία χρόνια.

Αξίζει να σημειωθεί για την τελευταία ότι, ενώ καταγράφει μερικά από τα μικρότερα ποσοστά εισοδηματικής φτώχειας και υλικής στέρησης, δεν συμβαίνει το ίδιο για την τρίτη επιμέρους κατηγορία που σχετίζεται με την εργασιακή επισφάλεια, δείγμα του πως έχει αρχίσει να επηρεάζει την ολλανδική κοινωνία η αυξανόμενη ανεργία στη χώρα.

Οι τρεις επιμέρους δείκτες της φτώχειας στην Ελλάδα

Η πραγματικότητα των αριθμών για την Ελληνική Δημοκρατία είναι αμείλικτη.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης για το 2014:

  • το 22,1% του πληθυσμού στην Ελλάδα ζει σε συνθήκες εισοδηματικής φτώχειας,
  • το 21,5% ζει σε συνθήκες ένδειας και υλικής στέρησης,
  • το 17,2% ζει σε οικογένειες όπου παρατηρείται «χαμηλή ένταση εργασίας», σε οικογένειες δηλαδή που είναι αντιμέτωπες με τον κίνδυνο της ανεργίας, χωρίς σ’ αυτές να συνυπολογίζονται οι μαθητές.

(Σημειώνεται πως η ένταση εργασίας αναφέρεται στον αριθμό μηνών που έχουν εργαστεί όλα τα μέλη του νοικοκυριού σε εργασιακά ενεργή ηλικία ως ποσοστό του συνολικού αριθμού μηνών που θα μπορούσαν θεωρητικά να έχουν εργαστεί. Η χαμηλή ένταση εργασίας ορίζεται στο 0-20% της συνολικής εργασιακής δυνατότητας στο νοικοκυριό).

Μένουμε Ευρώπη

Η ελληνική εικόνα ξεδιπλώνεται σε όλες τις διαστάσεις, όταν τα παραπάνω ποσοστά στοιχίζονται με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Συνολικά για το 2014, οι φτωχοί στην Ευρώπη ανέρχονται στο 24,4% του πληθυσμού (έναντι 36% για την Ελλάδα) με βάση τον σύνθετο δείκτη φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.

Στους τρεις επιμέρους δείκτες, το 17,2% των Ευρωπαίων ζει σε συνθήκες εισοδηματικής φτώχειας (έναντι 22,1%), το 8,9% ζει σε συνθήκες ένδειας και υλικής στέρησης (έναντι 21,5%), ενώ το 14,6% διαβιεί οικογενειακώς στο φάσμα της ανεργίας (έναντι 17,2%).

Εξετάζοντας μερικές περιπτώσεις χωρών που κατά καιρούς έχουν εμφιλοχωρήσει στις αφηγήσεις περί προτύπων δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμιστικών επιδόσεων, βλέπουμε ότι:

  • η Λετονία συγκαταλέγεται μαζί με την Ελλάδα στις χώρες με τη μεγαλύτερη εισοδηματική ανισότητα,
  • η Σλοβακία –της οποίας η κυβέρνηση καταγγέλλει τους πλούσιους Έλληνες που ζητούν βοήθεια από τους φτωχούς Σλοβάκους φορολογούμενους- βρίσκεται στον αντίποδα, συγκαταλεγόμενη στις χώρες με τη μεγαλύτερη μείωση της φτώχειας και ανάμεσα σ’ αυτές με το λιγότερο φτωχό πληθυσμό,
  • το ποσοστό φτώχειας στη Γερμανία παραμένει σχεδόν αμετάλλακτο από το 2008 και ύστερα.

Συνολικά 121,860 εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες καταγράφονται ως φτωχοί, αποτελώντας το πολυπληθέστερο «έθνος» της Γηραιάς Ηπείρου.

Μία καλή επίδοση κι ένας μύθος για την Ευρώπη των 28

Αξίζει να παρατηρήσει κανείς σ’ αυτό το σημείο ότι η εισοδηματική φτώχεια έχει αυξηθεί ελάχιστα κατά μέσον όρο στην ΕΕ, η υλική στέρηση επιδεινώθηκε κυρίως το 2009-2010, ενώ η εργασιακή επισφάλεια, αν και παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα από το 2008 -έχοντας κάνει το μεγάλο άλμα την κρίσιμη διετία 2010-2012, από το 2012 και μετά υποχωρεί σημαντικά (βλ. φωτ.). Και αυτό είναι πιθανότατα το μοναδικό θετικό εύρημα της έκθεσης.

Βέβαια, με το 0,7% των Σουηδών και το 33,1% των Βουλγάρων να ζούνε σε ένδεια, δηλαδή να στερούνται τέσσερις από τις εννιά βασικές κατηγορίες υλικών αγαθών (έγκαιρη αποπληρωμή ενοικίων/δανείων, θέρμανση, κάλυψη εκτάκτων εξόδων, κατανάλωση κρέατος και ψαριού κάθε δεύτερη μέρα, μία εβδομάδα διακοπών εκτός εστίας, αυτοκίνητο, πλυντήριο, έγχρωμη τηλεόραση, τηλέφωνο), καταλαβαίνει κανείς ότι η ευρωπαϊκή σύγκλιση αποτελεί έως τις μέρες μας τον μεγαλύτερο ευρωπαϊκό μύθο.

Το όριο του 60%

Η τελευταία, αν και εξίσου σημαντική παρατήρηση, αφορά το όριο της εισοδηματικής φτώχειας, που ορίζεται στο 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος.

(Το διάμεσο εισόδημα δεν είναι το μέσο, αλλά το εισόδημα που βρίσκεται στο μέσο των καταγεγραμμένων εισοδημάτων σε μια χώρα. Το ισοδύναμο προκύπτει από την άθροιση διαφορετικών συντελεστών κλίμακας του ΟΟΣΑ για κάθε μέλος του νοικοκυριού: ο πρώτος ενήλικας έχει συντελεστή 1, τα μέλη άνω των 14 ετών συντελεστή 0,5 και κάτω των 14 συντελεστή 0,3. Έτσι, πχ, για μια τετραμελή οικογένεια με δυο παιδιά σε ηλικία Δημοτικού, το άθροισμα βγαίνει 1+0,5+0,3+0,3=2,1, αριθμός με τον οποίο διαιρείται το συνολικό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, ώστε να προκύψει το ισοδύναμο).

Με βάση τα παραπάνω, το κατώφλι σχετικής φτώχειας για την Ελλάδα υπολογίζεται στα 7.680 ευρώ το 2014 και 10.800 ευρώ το 2008, που ταυτόχρονα σημαίνει ότι το διάμεσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα μιας οικογένειας στην Ελλάδα –αυτό δηλαδή που διαχωρίζει τον πληθυσμό στα δύο και δεν επηρεάζεται, όπως ο μέσος όρος, από τυχόν αύξηση των εισοδημάτων των πλουσιοτέρων- μειώθηκε μέσα σε έξι χρόνια στα 12.800 ευρώ από 18.000 ευρώ.

Η Eurostat παρατηρεί ότι, στο μεσοδιάστημα και εξαιτίας της κρίσης, το κατώφλι αυτό παρέμεινε σταθερό σε μερικές χώρες, αναφέροντας τις Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία, ενώ σε άλλες έπεσε σημαντικά, όπως σε Ελλάδα και Κύπρο.