ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Αύξηση 27% στα οργανικά κέρδη της ΕΤΕ - Ανήλθαν σε 646 εκατ. ευρώ στο εξάμηνο

Αύξηση 27% στα οργανικά κέρδη της ΕΤΕ - Ανήλθαν σε 646 εκατ. ευρώ στο εξάμηνο

Αύξηση 27% κατέγραψαν σε ετήσια βάση, τα οργανικά κέρδη μετά φόρων της Εθνικής Τράπεζας σε επίπεδο Ομίλου φτάνοντας τα 646 εκατ. ευρώ ως αποτέλεσμα των ισχυρών τάσεων στα οργανικά έσοδα.

Η αύξηση των λειτουργικών εξόδων παρέμεινε κάτω του 4% ετησίως σε επαναλαμβανόμενη βάση 1 , ενώ η αποκλιμάκωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου αντανακλά τις ευνοϊκές τάσεις στην ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους συνέχισαν να επιδεικνύουν ανθεκτικότητα έναντι της αναμενόμενης τάσης ομαλοποίησής τους.

Μειωθήκαν κατά -3% σε τριμηνιαία βάση, αλλά ενισχύθηκαν κατά +13% σε ετήσια βάση, αγγίζοντας τα 1,2 δισ. ευρώτο Α’ εξάμηνο 2024, απορροφώντας την πλήρη επίπτωση του κόστους αντιστάθμισης των καταθέσεων πελατών, τις υψηλότερες εκδόσεις MREL, καθώς και τα χαμηλότερα επιτόκια Euribor που απορροφήθηκαν μερικώς από την αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους δανείων, ως αποτέλεσμα των ισχυρών εκταμιεύσεων στο Β’ τρίμηνο 2024.

Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε στις 323μ.β. το Α’ εξάμηνο 2024, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον στόχο μας για το 2024 ύψους <290μ.β., ο οποίος πλέον αναβαθμίζεται σε πάνω από 300μ.β.

Η αύξηση των εσόδων από προμήθειες κατά +15% ετησίως και 6% σε τριμηνιαία βάση αποτυπώνει τον αυξημένο όγκο συναλλαγών, με διψήφια ποσοστά αύξησης σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες προμηθειών, ιδιαιτέρως δε στις προμήθειες από επενδυτικά προϊόντα και τη χορήγηση δανείων, με τις τελευταίες να επωφελούνται από την ανάκαμψη της νέας παραγωγής δανείων. Ο αριθμός των συναλλαγών αυξήθηκε κατά +10% ετησίως, ως αποτέλεσμα της αύξησης των ψηφιακών καναλιών κατά +22% σε ετήσια βάση

Συνεχής συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών κατά το Α’ εξάμηνο 2024, με το κόστος του Β’ τριμήνου 2024 να παραμένει αμετάβλητο σε τριμηνιαία βάση. Σε συγκρίσιμη βάση 1 , οι λειτουργικές δαπάνες αυξήθηκαν μόλις κατά +3,6% ετησίως το Α’ εξάμηνο 2024, με το δείκτη κόστους προς οργανικά έσοδα να διατηρείται στο 30%

Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 55μ.β. το Α’ εξάμηνο 2024, αντανακλώντας αμελητέες οργανικές ροές ΜΕΑ o Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,4% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων και σε 18,1% σε επίπεδο αναλογούντων κερδών μετά φόρων το Α’ εξάμηνο 2024, χωρίς να αναπροσαρμόζουμε για το υπερβάλλον κεφάλαιο CET1 άνω των εποπτικών ορίων

Οι αμελητέες οργανικές ροές Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων το Α’ εξάμηνο 2024 είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις κατά -17% σε ετήσια βάση σε €81 εκατ., ήτοι 51μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις.

Η ισχυρότερη πορεία των καθαρών εσόδων από τόκους, η θετική δυναμική των καθαρών εσόδων από προμήθειες, με την αύξησή τους να διατηρείται σε διψήφια ποσοστά, καθώς και οι ευνοϊκές τάσεις στην ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου το Α’ εξάμηνο 2024, οδήγησαν στην αναθεώρηση προς τα πάνω του στόχου κερδοφορίας για το 2024 σε επίπεδο Ομίλου, με τα οργανικά κέρδη μετά φόρων να αναμένονται πλέον σε ~€1,3 δισ. (~€1,4 κέρδη ανά μετοχή) από ~€1,2 δισ. προηγουμένως (~€1,2 κέρδη ανά μετοχή). Αυτό μεταφράζεται σε έναν αναβαθμισμένο στόχο απόδοσης ιδίων κεφαλαίων σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων άνω του 16% σε σύγκριση με ~15% προηγουμένως.

Οι οικονομικές μας επιδόσεις το Α’ εξάμηνο 2024 οδήγησαν σε αναβάθμιση των στόχων μας σε όλους τους βασικούς τομείς.

Μυλωνάς: Η ισχυρή κερδοφορία ενίσχυσε περαιτέρω τα κεφαλαιακά μας αποθέματα

Την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα της ΕΤΕ εξέφρασε ο διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας κ. Παύλος Μυλωνάς.

Αναλυτικά δήλωσε:

«Το Β’ τρίμηνο εξελίχθηκε θετικά σε πολλούς τομείς. Η ελληνική οικονομία εμφάνισε σημάδια ισχυροποίησης εν μέσω περαιτέρω βελτίωσης των συνθηκών στο επιχειρηματικό περιβάλλον και την αγορά εργασίας, καθώς και ενδυνάμωσης των επενδύσεων σε πάγιο κεφάλαιο. Επιπρόσθετα, οι προβλεπτικοί δείκτες οικονομικής δραστηριότητας δείχνουν ότι η θετική δυναμική είναι διατηρήσιμη. Η ισχυρή δημοσιονομική αξιοπιστία και οι συνεχιζόμενες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας μας παρέχουν πρόσθετη προστασία έναντι εξωγενών κινδύνων.

Σε αυτή την ευνοϊκή μακροοικονομική συγκυρία, επιτύχαμε για μία ακόμη φορά ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα το Α’ εξάμηνο 2024. Πράγματι, τα οργανικά κέρδη μετά από φόρους αυξήθηκαν κατά 27% σε ετήσια βάση, στα €646 εκατ. το Α’ εξάμηνο 2024, με τον δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να διαμορφώνεται σε 17,4%. Η θετική δυναμική στα οργανικά κέρδη αντανακλά την ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους έναντι της μείωσης των επιτοκίων, καθώς και την ισχυρή αύξηση των εσόδων από προμήθειες, ως αποτέλεσμα της επιτάχυνσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Αντικατοπτρίζει, επίσης, τη συνετή διαχείριση των δαπανών και τη σταδιακή ομαλοποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου, ως αποτέλεσμα των αμελητέων ροών Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων. Τα αποτελέσματα αυτά μας ώθησαν να αναθεωρήσουμε προς τα πάνω τους οικονομικούς στόχους που έχουμε θέσει για την περίοδο 2024-2026.

Η ισχυρή κερδοφορία ενίσχυσε περαιτέρω τα κεφαλαιακά μας αποθέματα, τα οποία κυμαίνονται στα υψηλότερα επίπεδα του εγχώριου τραπεζικού κλάδου, με αποτέλεσμα ο δείκτης CET1 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας να αυξηθούν περίπου κατά 50μ.β. και 70μ.β. από την αρχή του έτους, και να διαμορφωθούν στο 18,3% και 20,9% αντίστοιχα. Το πλεόνασμα κεφαλαίου προσφέρει στην Τράπεζα σημαντική στρατηγική ευελιξία, συμπεριλαμβανομένης της μελλοντικής διανομής κεφαλαίου στους μετόχους. Ως πρώτο δείγμα αυτής της πρόθεσης, μετά την επιστροφή μας στη διανομή μερισμάτων, καταβάλλοντας 30% επί των καθαρών κερδών του 2023, παίρνουμε πρόβλεψη για μέρισμα ύψους 40% επί των κερδών αυτού του έτους, φιλοδοξώντας να αυξήσουμε σημαντικά τη διανομή μερισμάτων στο μέλλον.

Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του ισολογισμού μας εξακολουθούν να ξεχωρίζουν. Οι εκταμιεύσεις δανείων σημείωσαν αισθητή άνοδο, αγγίζοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών ύψους €2,8 δισ. το Β’ τρίμηνο 2024. Επιπλέον, τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα το Α’ εξάμηνο 2024 ενισχύθηκαν κατά €1,1 δισ. από την αρχή του έτους και διαμορφώθηκαν στα €9,1 δισ., παρέχοντας σημαντική στήριξη στα καθαρά έσοδα από τόκους και ενισχύοντας περαιτέρω το μοναδικό πλεονέκτημα ρευστότητας της Εθνικής Τράπεζας.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, θα συνεχίσουμε να εστιάζουμε στρατηγικά στην τεχνολογική και ψηφιακή βελτιστοποίηση των υποδομών της Τράπεζας, γεγονός που θα μας παρέχει τη δυνατότητα να στηρίξουμε την πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, παρέχοντάς στους πελάτες μας καινοτόμες χρηματοοικονομικές λύσεις και βελτιωμένη εμπειρία. Με την εμπιστοσύνη και την αφοσίωση των ανθρώπων μας, οι οποίοι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του οργανισμού μας, θα συνεχίσουμε να προσφέρουμε αξία στους μετόχους μας, καλλιεργώντας παράλληλα μια νοοτροπία αριστείας και πελατοκεντρικής προσέγγισης.»