«Καμπανάκι» στην αγορά γάλακτος – Μειωμένη η παραγωγή, σε πίεση οι επιχειρήσεις
Ανανεώθηκε:
Αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις είναι η ελληνική αγορά γάλακτος εξαιτίας των έντονων πληθωριστικών πιέσεων, των αυξήσεων του κόστους ενέργειας και των τιμών πρώτων υλών αλλά και των ελλείψεων στην παραγωγή γάλακτος, λόγω του αυξημένου κόστους στην κτηνοτροφία.
Οι κτηνοτρόφοι καλούνται να διαχειριστούν το αυξημένο κόστος των ζωοτροφών παράλληλα με το ενεργειακό κόστος.
Προβλήματα που ξεκίνησαν τον περασμένο Οκτώβριο αλλά γιγαντώθηκαν με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αφού οι ελλείψεις που προκλήθηκαν, έφεραν επιπλέον αυξήσεις στις τιμές.
Από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις αυτής της μειωμένης παραγωγής.
Χαρακτηριστικά είναι όσα περιέγραψε σχετικά με τον κλάδο ο διευθύνων σύμβουλος της Vivartia, Θανάσης Παπανικολάου, απευθυνόμενος στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργο Γεωργαντά κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ετήσιας γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, σημειώνοντας ότι η Δέλτα αντιμετωπίζει ζήτημα ελλείψεων σε γάλα.
Στο ίδιο ζήτημα αναφέρθηκε και ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΛΤΑ, Χρήστος Τσόλκας επισημαίνοντας ότι παρατηρείται μείωση της παραγωγής γάλακτος, καθώς πολλοί κτηνοτρόφοι λόγω του αυξημένου κόστους που αντιμετωπίζουν, προτιμούν να οδηγούν κάποια από τα ζώα τους σε σφαγή».
Το ίδιο φαινόμενο έχει αναφερθεί το προηγούμενο διάστημα και για τα τυροκομικά προϊόντα. Όπως για παράδειγμα στη Νάξο, όπου η έλλειψη ζωοτροφών έχει πλήξει την κτηνοτροφία και κατά συνέπεια την παραγωγή της γραβιέρας που αποτελεί το ΠΟΠ τυρί του νησιού.
Οι ανατιμήσεις και η μείωση της κατανάλωσης
«Όσον αφορά στις ανατιμήσεις, η πίεση στα κόστη είναι μεγάλη. Σύμφωνα με τους δημοσιευμένους δείκτες η τιμή γάλακτος έχει αυξηθεί πάνω από 15% -20% σε σχέση με πέρσι» σημείωσε από την πλευρά του ο Σίμος Λουλούμαρης, Country Manager Country Manager, της Danone Ελλάδος κατά τη διάρκεια χθεσινής δημοσιογραφικής εκδήλωσης.
Σημείωσε ωστόσο πως η Danone έχει τη δυνατότητα να απορροφά το 60% με 70% αυτών των πιέσεων κυρίως επειδή έχει δική της παραγωγική διαδικασία. Εξήγησε πάντως πως «μεγάλο στοίχημα είναι τα εργοστάσια να λειτουργούν με 100% πληρότητα. Εάν ένα εργοστάσιο λειτουργήσει με 90% πληρότητα, αυτό που λείπει θα αναγκαστεί να το περάσει στην τιμή».
Σε ό,τι αφορά στην κατανάλωση επεσήμανε ότι στο πρώτο τετράμηνο του έτους, «έχει επηρεαστεί σημαντικά. Συγκεκριμένα, σε όγκο πωλήσεων το γιαούρτι είναι κατά 10% μειωμένο ενώ τα φυτικά ροφήματα και το γάλα κατά 4-5%.
Ο κ. Λουλούμαρης διευκρίνισε πάντως ότι η σύγκριση των πωλήσεων γίνεται με το πρώτο τετράμηνο του 2020 που βρισκόμασταν σε συνθήκες lockdown, οπότε υπήρχε «υπερκατανάλωση στο σπίτι και μεταφορά από άλλα κανάλια που δεν μετρούν οι εταιρείες ερευνών».
«Όταν υπάρχουν κρίσεις, μετρά η ψυχολογία στον καταναλωτή και έπειτα επανέρχεται η ισορροπία» σημείωσε ο ίδιος περιγράφοντας την εικόνα στην αγορά, προσθέτοντας πως για ασφαλή συμπεράσματα, αναμένονται τα στοιχεία μετά το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Η αγορά την περίοδο της πανδημίας
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι σε μελέτη της ICAP CRIF για τον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων εκτιμάται πως το 2022 η εγχώρια αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων θα σημειώσει θετικούς ρυθμούς μεταβολής στις περισσότερες κατηγορίες προϊόντων.
Σύμφωνα με την Σταματίνα Παντελαίου, διευθύντρια οικονομικών κλαδικών μελετών της ICAP CRIF, η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος παρουσίασε καθοδική πορεία την περίοδο 2020-2021, έπειτα από μία διετία θετικών μεταβολών.
Ωστόσο, η εγχώρια αγορά του γάλακτος υψηλής παστερίωσης, μακράς διάρκειας και του συμπυκνωμένου εμφάνισαν θετικούς ρυθμούς μεταβολής κατά το 2020, με την τάση αυτή να συνεχίζεται και το 2021, καθώς παρατηρήθηκε αλλαγή των προτιμήσεων των καταναλωτών οι οποίοι στράφηκαν προς προϊόντα γάλακτος που διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Σύμφωνα με την Αναστασία Κυριακίδη, Consultant της διεύθυνσης οικονομικών και κλαδικών μελετών της ICAP CRIF, η φύση των γαλακτοκομικών προϊόντων επέδειξε χαρακτηριστική "αντοχή" απέναντι στην πανδημία. Κατά συνέπεια η λειτουργία των γαλακτοκομείων αντιμετώπισε ήπιες επιπτώσεις στις περισσότερες κατηγορίες προϊόντων από τα μέτρα περιορισμού ενώ, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, το 2021 είχε ήδη εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης.
Παράλληλα, ο βαθμός συγκέντρωσης σε κάθε κατηγορία γαλακτοκομικών προϊόντων κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα με τις μεγαλύτερες γαλακτοβιομηχανίες να αποσπούν αξιόλογα μερίδια αγοράς.
Στη συνολική αγορά του φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος, σύμφωνα με τη μελέτη, οκτώ εταιρείες κάλυψαν το 70% περίπου των συνολικών πωλήσεων το 2020, ενώ στη συνολική αγορά του γάλακτος υψηλής παστερίωσης, μόλις τρεις εταιρείες εκτιμάται ότι κάλυψαν από κοινού το ίδιο ποσοστό (70%).
Τέλος αξιοσημείωτη θεωρείται και η παρουσία των προϊόντων private label (ιδιωτική ετικέτα) στον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων, το μερίδιο των οποίων στη λιανική αγορά, ενισχύεται συνεχώς.