ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

COYA Mykonos: Ανακαλύπτοντας την υψηλή γαστρονομία στο «νησί των ανέμων»

Μπορεί οι κλάδοι της εστίασης και του τουρισμού να επλήγησαν περισσότερο από οποιουσδήποτε άλλους τον τελευταίο χρόνο, ωστόσο, ακριβώς επειδή οι ανάγκες των σύγχρονων καταναλωτών για γαστρονομικές εμπειρίες υψηλού επιπέδου και ταξίδια μεγάλωσαν ιδιαιτέρως, ο ελληνικός τουρισμός ανέκαμψε σημαντικά φέτος και η χώρα μας, αναδείχθηκε για μία ακόμη χρονιά σε κορυφαίο γαστρονομικό προορισμό.

Το γεγονός αυτό δεν είναι τυχαίο, ειδικότερα αν αναλογιστούμε πως σε ό,τι αφορά στις κορυφαίες τουριστικές τάσεις των τελευταίων ετών, τα γαστρονομικά ταξίδια βρίσκονται στην κορυφή της λίστας, ειδικότερα για τους λάτρεις των ταξιδιών πολυτελείας. Πράγματι, οι σύγχρονοι ταξιδιώτες φαίνεται πως βάζουν τον παράγοντα «απόλαυση» σε πρώτο πλάνο. Και αυτό σημαίνει πως δεν δίνουν απλώς έμφαση στα καταλύματα στα οποία διαμένουν, αλλά επενδύουν πολύ και στο κομμάτι της υψηλής γαστρονομίας.

Σίγουρα, λοιπόν, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι κορυφαίος τουριστικός προορισμός στη χώρα μας, τόσο για τους Έλληνες, όσο και τους ξένους ταξιδιώτες, αναδείχθηκε και φέτος η Μύκονος. Το δημοφιλές κυκλαδίτικο νησί είχε φέτος πληρότητα που ξεπέρασε το 85%, ενώ η τουριστική κίνηση βρίσκεται σε πολύ καλά επίπεδα και τον Σεπτέμβριο. Σε αντίθεση με περασμένες χρονιές, ωστόσο, η διασκέδαση και οι εντυπωσιακές παραλίες δεν είναι οι μοναδικές παράμετροι που μετατρέπουν τη Μύκονο σε πόλο έλξης ταξιδιωτών από Ελλάδα και εξωτερικό. Διότι το τελευταίο διάστημα, το «νησί των ανέμων» έχει αναδειχθεί και σε κορυφαίο προορισμό για τους λάτρεις της υψηλής γαστρονομίας, με το COYA Mykonos να αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα, σε ό,τι αφορά στο τι μπορεί να προσφέρει σήμερα η Μύκονος σε επίπεδο γεύσης και απόλαυσης.

Φέρνοντας την απόλαυση σε πρώτο πλάνο με «οδηγό» τη γεύση

Τορτίγιες καλαμποκιού με κράκερ γαρίδας και γουακαμόλε, περουβιανό σεβίτσε με φρέσκο ψάρι, περουβιανό σασίμι, φιλέτο σολομού με stir-fry κινόα, σόγια και πράσινα λαχανικά,

αρνίσια παϊδάκια με τριμμένη μελιτζάνα και τσιπς σκόρδου, τάκος με καβούρι χιονιού, μάνγκο, φύλλα shiso και πιπέρι shishito.

Αυτό είναι ένα μικρό μόνο δείγμα από το μενού υψηλών προδιαγραφών που έχει ετοιμάσει ο Μάριος Τσουρής, head chef του COYA Mykonos για δεύτερη συνεχή χρονιά, ένα μενού το οποίο έχει μετατρέψει τα Ματογιάννια σε σημείο γαστρονομικής εξερεύνησης της περουβιανής και λατινοαμερικάνικης κουζίνας και κουλτούρας. Διότι συνδυάζοντας την αυθεντική fusion κουζίνα του Περού με στοιχεία της λατινοαμερικάνικης μαγειρικής σε πιάτα με ελαφριές γεύσεις και ωραίες εντάσεις, φτιαγμένα από ποιοτικές πρώτες ύλες και φρέσκα υλικά από ντόπιους προμηθευτές, ο Μάριος Τσουρής δημιουργεί λατινοαμερικάνικες σπεσιαλιτέ με μεσογειακές «νότες» και φέρνει τώρα την υψηλή γαστρονομία στην «καρδιά» του «νησιού των ανέμων».

Από το Περού στο «νησί των ανέμων» με ένα πολυταξιδεμένο μενού

Γιατί όμως η λατινοαμερικάνικη κουζίνα κυριαρχεί στο μενού -αλλά και την αισθητική- του COYA Mykonos; Διότι η ιστορία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το Περού. Για την ακρίβεια, ξεκίνησε το 2012 με ένα ταξίδι του σεφ και culinary & brand ambassador του COYA Global, Sanjay Dwivedi, στο κέντρο του πολιτισμού των Ίνκας.

Σε μία προσπάθεια να ανακαλύψει και να συνδυάσει στα πιάτα του μοναδικές γεύσεις και υλικά, ο Sanjay Dwivedi πέρασε έναν ολόκληρο χρόνο εξερευνώντας τη Λατινική Αμερική: Από τα ψηλότερα σημεία των Άνδεων μέχρι τα δάση του Αμαζονίου και τις παράκτιες πεδιάδες. Σε ένα «κυνήγι» γεύσεων, ο Dwivedi πήγε παντού και βρήκε ό,τι έψαχνε στο Περού, σε αυτό τον «πλούσιο» τόπο με τα περισσότερα από 25.000 είδη φυτών, τα 1.800 είδη πουλιών και τα 500 είδη ψαριών και θηλαστικών. Πέρασε χρόνο στη φύση, αλλά και στις κουζίνες τοπικών εστιατορίων, ενώ για ένα χρονικό διάστημα εργάστηκε και στο πλευρό του καταξιωμένου Περουβιανού σεφ, Gaston Acurio, στη Λίμα, αξιοποιώντας κάθε στιγμή κοντά του, ώστε να αναπτύξει περαιτέρω και να εμπλουτίσει το δικό του μαγειρικό στυλ.

Όταν το ταξίδι του στο Περού ολοκληρώθηκε και ο Sanjay Dwivedi επέστρεψε στο Λονδίνο, λοιπόν, πέρασε 11 μήνες στην κουζίνα δημιουργώντας το μενού του COYA. Και όσα βρήκε και κατάφεραν να τον εμπνεύσουν στο Περού, είναι όλα όσα μετατρέπουν τώρα κάθε επίσκεψη στο COYA Mykonos σε ένα μοναδικό «ταξίδι» γαστρονομικής εξερεύνησης, σε μία γαστριμαργική εμπειρία υψηλού επιπέδου που ενθουσιάζει τους ουρανίσκους όσων το επισκέπτονται. Για τον ίδιο τον σεφ και culinary ambassador του COYA Global, άλλωστε, η περουβιανή μαγειρική, είναι η βάση της fusion κουζίνας. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, εξακολουθεί να πραγματοποίει συχνά ταξίδια στο Περού, ώστε να ανακαλύπτει συνεχώς νέα συστατικά, να μαθαίνει νέες τεχνικές και να αντλεί έμπνευση για το μενού των εστιατορίων: Από το Λονδίνο μέχρι το Ντουμπάι και από το Άμπου Ντάμπι μέχρι το Μόντε Κάρλο, το Παρίσι, την Ντόχα και από το 2020, τη Μύκονο.

Διότι το COYA Mykonos είναι μέρος του ομώνυμου, πολυβραβευμένου και άκρως επιτυχημένου luxury και lifestyle ομίλου εστιατορίων, που προσφέρει σε κάθε επισκέπτη του σε όλη την υφήλιο μοναδικές εμπειρίες. Και κάθε εμπειρία στο COYA στη Μύκονο συνδυάζει την υψηλή γαστρονομία με τη διασκέδαση, μιας και δεν πρόκειται απλώς για ένα εστιατόριο, άλλα όπως συμβαίνει με κάθε κατάστημα του Ομίλου COYA, αποτελεί έναν κορυφαίο προορισμό διασκέδασης παγκοσμίως, προσφέροντας εκτός από ένα εκλεκτό μενού, premium drinks και signature cocktails, όπως το περιζήτητο Pisco Sour, που απογειώνονται με την υψηλής ποιότητας ήχου μουσική από τους DJ του COYA και το COYA Music label.

Σίγουρα, λοιπόν, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αν και συστήθηκε για πρώτη φορά στο «νησί των ανέμων» το καλοκαίρι του 2020, το COYA Mykonos κατάφερε να ξεχωρίσει ήδη από τις πρώτες ημέρες λειτουργίας του και να αναδειχθεί σε μία από τις πιο πολυσυζητημένες «αφίξεις» στη Μύκονο, γνωρίζοντας τόσο πέρυσι, όσο και φέτος μεγάλη επιτυχία. Πάνω από όλα όμως, το COYA Mykonos απέδειξε πως σε ό,τι αφορά στην υψηλή γαστρονομία, η ποιότητα, η απλότητα, οι καινοτόμες ιδέες και οι φρέσκες πρώτες ύλες, μπορούν να κάνουν τη διαφορά και αποτελούν ζητούμενα για τους σύγχρονους ταξιδιώτες και δη, τους λάτρεις της πολυτέλειας και της γαστρονομίας, οι οποίοι φέτος βρήκαν ό,τι έψαχναν σε έναν χώρο όπου το Περού συναντά τις Κυκλάδες και τους ωθεί σε ένα συναρπαστικό «ταξίδι» αισθήσεων.

Διεύθυνση: οδός Μαλαματένιας, Ματογιάννια, 84600 Μύκονος

Κρατήσεις: reservations.mk@coyarestaurant.com

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης