Καθαρά Δευτέρα: Πόσο θα πληρώσουμε τη λαγάνα φέτος
Ανανεώθηκε:
Αυξημένη κατά 10% μεσοσταθμικά σε σχέση με πέρσι αναμένεται φέτος η τιμή της παραδοσιακής λαγάνας, σύμφωνα με όσα επισημαίνει στο CNN Greece, o πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος, Μιχάλης Μούσιος.
«Η ανώτερη τιμή στην οποία θα φτάσει η παραδοσιακή λαγάνα είναι τα 3,5 ευρώ, στην πλειονότητα των αρτοποιείων της χώρας, όταν πέρσι η ''οροφή'' ήταν στα 3,20 ευρώ» επισημαίνει ο κ. Μούσιος.
Η τιμή του παραδοσιακού εδέσματος της Καθαράς Δευτέρας βρίσκεται στο επίκεντρο τις τελευταίες ημέρες καθώς, με δεδομένη την άνοδο του ενεργειακού κόστους και των τιμών των πρώτων υλών, ορισμένοι αρτοποιοί, όπως o πρόεδρος της Συντεχνίας Aρτοποιών Aθηνών, έκαναν λόγο και για ακόμη υψηλότερες τιμές πώλησης, δηλαδή 4 - 4,5 ακόμη και 5 ευρώ.
Βεβαίως ο κάθε φούρνος διαμορφώνει την τιμή στην οποία θα πουλήσει, η οποία επίσης εξαρτάται από τις πρώτες ύλες που επιλέγει - για παράδειγμα αν πρόκειται για λαγάνα με αλεύρι ολικής άλεσης- καθώς και εάν περιέχει έξτρα υλικά όπως π.χ ελιές, ντομάτα κ.α.
«Το 85-90% των καταναλωτών προτιμά την παραδοσιακή απλή λαγάνα και ένα μικρό ποσοστό επιλέγει εκείνη με τη γέμιση» εξηγεί ο κ. Μούσιος προσθέτοντας ότι σε επικοινωνία του με τους φούρνους της χώρας, οι επαγγελματίες στην πλειονότητά τους, δηλώνουν πως δεν προτίθενται να ξεπεράσουν την τιμή των 3,50 ευρώ φέτος.
Στην Αττική οι λαγάνες διατίθενται συνήθως ανά 750 γραμμάρια ενώ σε άλλες περιοχές της χώρας όπως για παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη είναι μικρότερες, στα 350 με 380 γραμμάρια. Και στη Θεσσαλονίκη, η αύξηση αναμένεται να φτάσει στα ίδια επίπεδα κοντά στο 10% σύμφωνα με την πρόεδρο του Σωματείου Αρτοποιών Θεσσαλονίκης «Ο Προφήτης Ηλίας» Έλσα Κουκουμέρια.
Η κ. Κουκουμέρια εξηγεί μάλιστα ότι πέραν του αυξημένου κόστους παραγωγής, η παρασκευή της παραδοσιακής λαγάνας γίνεται με το χέρι - πρόκειται δηλαδή για μία επίπονη δηλαδή διαδικασία- ενώ επιπλέον οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δουλέψουν και την Κυριακή προκειμένου οι καταναλωτές να προμηθευτούν τη λαγάνα το πρωί της Καθαράς Δευτέρας. Αυτό, όπως εξηγεί, σημαίνει επιπλέον μεροκάματα και αύξηση του εργατικού κόστους.