Πλειστηριασμοί: Τι σημαίνει η απόφαση του Αρείου Πάγου για τους δανειολήπτες
Ανανεώθηκε:
Σημαντικές συνέπειες για εκατοντάδες χιλιάδες δανειολήπτες έχει η απόφαση του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες διαχείρισης δανείων (servicers) μπορούν να διενεργούν πλειστηριασμούς για λογαριασμό funds που έχουν αγοράσει «πακέτα» κόκκινων δανείων.
Μολονότι η απόφαση δεν έχει καθαρογραφεί, η συντριπτική πλειοψηφία των Αεροπαγητών φέρεται να τάχθηκε υπέρ των servicers και των funds, δημιουργώντας τη σχετική νομολογία που «ανοίγει το δρόμο» για την πραγματοποιήση των πλειστηριασμών.
Η εξέλιξη αυτή, αλλά και το γεγονός ότι η απόφαση ελήφθη σε χρόνο-ρεκόρ, μόλις λίγων ημερών μετά τη σχετική συνεδρίαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου αλλάζει τα δεδομένα σε σχέση με τους πλειστηριασμούς.
Αύξηση πλειστηριασμών αλλά και ρυθμίσεων
Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, η εξέλιξη αυτή ουσιαστικά επιτρέπει στους servicers να «πατήσουν γκάζι», εφόσον το επιθυμούν, στη διενέργεια πλειστηριασμών. Και, μολονότι για όσο διάστημα υπήρχε η δικαστική διχογνωμία διενεργούνταν κανονικά πλειστηριασμοί από μέρους τους, όπως τόνισε και το Υπουργείο Οικονομικών σε σχετική ανακοίνωση.
Πλέον, με το νέο τοπίο, ακόμα και αν η απόφαση του Αρείου Πάγου δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί, ήδη στη σχετική πλατφόρμα αναγγελίας πλειστηριασμών εκτιμάται ότι θα παρατηρηθεί μεγαλύτερη κινητικότητα το προσεχές χρονικό διάστημα καθώς αναμένεται να «ανέβει» σημαντικός αριθμός νέων ακινήτων που βγαίνουν στο «σφυρί».
Εντούτοις, όπως αναφέρουν στο CNN Greece στελέχη του κλάδου, αυτό δεν σημαίνει ότι «σε μία ημέρα» θα δούμε χιλιάδες ακίνητα να βγαίνουν προς πλειστηριασμό, καθώς μια τέτοια εξέλιξη δεν συμφέρει κανέναν, ούτε καν τους ίδιους τους servicers και τα funds που εκπροσωπούν.
Όπως εξηγούν, μαζικοί πλειστηριασμοί θα φέρουν κοινωνική αναταραχή, εντάσεις μεταξύ funds, τραπεζών και κυβέρνησης –ειδικά εν μέσω προεκλογικής περιόδου- και ταυτόχρονα μείωση των τιμών των ακινήτων λόγω της υπερπροσφοράς. Ένα ντόμινο δηλαδή εξελίξεων που δεν συμφέρει κανέναν, άρα δεν υπάρχει λόγος για γίνει πράξη.
Εξάλλου, όπως προσθέτουν, μόνο το 20% περίπου των εσόδων των servicers προκύπτει από πλειστηριασμούς με την πλειονότητα των εισπράξεων να προέρχονται από ρυθμίσεις δανείων, «φιλικούς» διακανονισμούς και «κουρέματα» οφειλών με ταυτόχρονη αποπληρωμή τους.
Έτσι, ζητούμενο για τους ίδιους τους servicers είναι να αυξηθούν οι ρυθμίσεις των δανείων και αυτά να αρχίσουν να πληρώνονται κανονικά ώστε, εν ευθέτω χρόνο να «θεραπευθούν» και ιδανικά να επιστρέψουν στις τράπεζες σε πολύ υψηλότερη τιμή σε σχέση με αυτή που αγοράστηκαν.
Πίεση προς τους δανειολήπτες
Ταυτόχρονα πάντως, το γεγονός ότι οι πλειστηριασμοί είναι «ξανά στο τραπέζι» εντείνει τις πιέσεις προς τους δανειολήπτες ώστε είτε να προχωρήσουν σε μια ρύθμιση με τις τράπεζες/servicers, είτε να προσφύγουν σε κάποιας μορφής νομική προστασία, είτε αυτός είναι ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός είτε η Προσωπική/Εταιρική πτώχευση και η παροχή δεύτερης ευκαιρίας.
Μάλιστα, δεν αποκλείεται σε πολλές περιπτώσεις οι servicers να εκκινήσουν τις σχετικές διαδικασίες ώστε να πιέσουν τους δανειολήπτες να «καθίσουν στο τραπέζι» των διαπραγματεύσεων προκειμένου να ρυθμίσουν ή να αποπληρώσουν τα χρέη τους με τον υπαρκτό πλέον φόβο του πλειστηριασμού. Ακόμα δηλαδή και αν οι servicers δεν είναι διατεθειμένοι να φτάσουν την υπόθεση ως το τέλος, η εκκίνηση της διαδικασίας εκπλειστηριασμού των ακινήτων λειτουργεί ως καταλύτης εξελίξεων ώστε οι δανειολήπτες είτε να διαπραγματευθούν είτε να προσφύγουν σε κάποιας μορφής νομική προστασία, εφόσον βέβαια πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις.
Παράλληλα, όπως τονίζουν στελέχη του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η απόφαση του Αρείου Πάγου σίγουρα αποτελεί «μοχλό πίεσης» προς τους λεγόμενους στρατηγικούς κακοπληρωτές που εδώ και χρόνια εκμεταλλεύονται νομικά κενά και ιδιαίτερες περιπτώσεις προκειμένου να μην πληρώνουν τα χρέη τους, μολονότι έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Κίνδυνος νέων επισφαλειών
Την ίδια στιγμή όμως, κρίσιμη παράμετρος είναι το πώς οι ίδιοι οι servicers αλλά και οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν τα αντικειμενικά προβλήματα που δημιουργούν στη συντριπτική πλειονότητα των δανειοληπτών τα αυξημένα κόστη από την αύξηση των επιτοκίων.
Γιατί, όπως τονίζουν στελέχη της αγοράς, πέρα από τα «κόκκινα δάνεια», τα οποία ενδεχομένως χρειάζεται να ρυθμιστούν εκ νέου, υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας μιας νέας γενιάς επισφαλειών αν δεν γίνουν οι απαραίτητες ρυθμίσεις, αυτή τη φορά από τις τράπεζες. Άρα, στην περίπτωση αυτή το βάρος πέφτει στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ώστε να μην οδηγήσουν τα δάνεια στο να «σκάσουν» αλλά αντίθετα να κινηθούν έγκαιρα και να ρυθμίσουν με ρεαλιστικούς και βιώσιμους όρους τις οφειλές.