UBS: Ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία - Οι εκτιμήσεις για την Ευρώπη
Μία υποτονική οικονομική ανάπτυξη αναμένει να καταγράψει η Ευρώπη για το 2025 η ελβετική επενδυτική τράπεζα UBS, ωστόσο εκτιμά πως θα είναι ισχυρότερη από ό,τι το 2024, ενώ δίνει «ψήφο» εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία που φαίνεται να ξεχωρίζει.
Σύμφωνα με την έκθεση «Year Ahead» για το 2025, ο επενδυτικός οίκος καταγράφει τα θετικά και τα αρνητικά που θα χαράξουν την οικονομική πορεία της επόμενης χρονιάς.
H UBS παραμένει αισιόδοξη για τις μακροοικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας, προβλέποντας ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% και 2,3% την περίοδο 2025-2026, η οποία θα οφείλεται στην απορρόφηση των κεφαλαίων του Ταμείου Αξιολόγησης της Σταθερότητας, σε συνδυασμό με ισχυρή μείωση του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται να ανακάμψει στο 2,8% το 2025 από το αναμενόμενο 2,5% το 2024.
Στη συνέχεια προβλέπει μικρή συγκράτηση του ρυθμού αύξησης της δραστηριότητας στο 2,3% το 2026, ενώ για τα επόμενα δύο χρόνια, πιστεύει ότι η ανάπτυξη θα πρέπει να οδηγηθεί ακόμη περισσότερο από την αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ελληνική κυβέρνηση αναμένεται να συνεχίσει την πρόωρη αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων του Ελληνικού Μηχανισμού Στήριξης (GLF) με μια αναμενόμενη αποπληρωμή 7,9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του τρέχοντος έτους, μετά από προηγούμενες αποπληρωμές άλλων 7,9 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι τουλάχιστον άλλα 5,3 δισ. ευρώ θα αποπληρωθούν πρόωρα, συμπεριλαμβανομένων των συνολικών δόσεων των δανείων του GLF για την περίοδο 2033-2042.
Οι εκτιμήσεις για την Ευρώπη
Όπως αναφέρει στην έκθεση της η UBS, ένας παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος αποτελεί δυνητικό κίνδυνο για την Ευρώπη το επόμενο έτος, ιδίως για τις οικονομίες με εξαγωγικό προσανατολισμό.
Ταυτόχρονα, οι υψηλότερες ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες και οι πρόσθετες επενδύσεις που συνδέονται με την παράλληλη μεταφορά πόρων (near-shoring) ενδέχεται να στηρίξουν την ανάπτυξη.
Επιπλέον εκτιμούν ότι η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία θα παρουσιάσουν μέτρια ανάπτυξη της τάξης του 1%, με τις διαρθρωτικές προκλήσεις και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς να περιορίζουν την ανάπτυξη.
Παράλληλα, σημειώνουν πως η Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ελβετία θα έχουν καλύτερες επιδόσεις, με ρυθμούς ανάπτυξης περίπου 2,3%, 1,5% και 1,3%, αντίστοιχα.
Στα αρνητικά τοποθετούν οι δημοσιονομικοί και κατασκευαστικοί αντίξοοι άνεμοι, «οι σφιχτοί δημοσιονομικοί προϋπολογισμοί περιορίζουν τις δημόσιες δαπάνες και περιορίζουν την ικανότητα των κυβερνήσεων να τονώσουν τις οικονομίες τους μέσω των δημόσιων επενδύσεων».
Ο τομέας της μεταποίησης δέχεται επίσης πιέσεις λόγω της αδύναμης ζήτησης από την Κίνα, σημειώνουν οι αναλυτές.
Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι αναλυτές διατηρούν την αισιοδοξία τους και αναμένουν ότι τα υψηλά πρόσφατα ποσοστά αποταμίευσης και τα αυξανόμενα πραγματικά εισοδήματα θα ενισχύσουν τις καταναλωτικές δαπάνες καθώς ο πληθωρισμός θα μειώνεται.
Επιπλέον, περιμένουν περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Τράπεζα της Αγγλίας και την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας που θα στηρίξουν τις εταιρικές επενδύσεις.