ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Μηλαπίδης: Ο νέος κατώτατος μισθός θα είναι πάντα πάνω από τον πληθωρισμό

Μηλαπίδης: Ο νέος κατώτατος μισθός θα είναι πάντα πάνω από τον πληθωρισμό
Υπουργείο Εργασίας

Το νομοσχέδιο που εισήχθη για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή ενσωματώνει μία Ευρωπαϊκή οδηγία η οποία λέει ότι τα κράτη – μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν επαρκείς κατώτατους μισθούς σε όλους τους εργαζόμενους στην επικράτειά τους, είτε είναι στο δημόσιο, είτε στον ιδιωτικό τομέα, εξηγεί ο Γενικός Γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων Νίκος Μηλαπίδης σε συνέντευξη του.

Το νομοσχέδιο κινείται σε δύο άξονες, αφενός, να καθορίσει τον τρόπο αύξησης του κατώτατου μισθού και αφετέρου να εκπονήσει ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Τι ισχύει με τον αλγόριθμο

Ο μαθηματικός τύπος με τον οποίο θα προκύπτει ο κατώτατος μισθός έχει δύο βασικούς συντελεστές. Ο ένας είναι ο πληθωρισμός, ειδικά για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας και η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.

Στόχος του Υπουργείου Εργασίας είναι όσο αυξάνονται οι τιμές του καλαθιού των ευάλωτων συμπολιτών μας, τόσο να αυξάνεται και ο κατώτατος μισθός για να θωρακιστούν απέναντι στην ακρίβεια ενώ, όσο αυξάνεται η παραγωγικότητα της οικονομίας, τόσο θα αυξάνεται και ο κατώτατος μισθός διασφαλίζοντας ότι η ανάπτυξη και τα κέρδη των επιχειρήσεων θα αντανακλώνται και στους μισθούς των εργαζομένων.

«Υπάρχει παρερμηνεία της οδηγίας και του σχεδίου νόμου από μέρος της αντιπολίτευσης, ότι ο αλγόριθμος αντικαθιστά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Αυτό δεν ισχύει» επισημαίνει ο ΓΓ.

Ποιοι διαφωνούν στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις

Δεν συμφωνούν όλοι οι κοινωνικοί εταίροι στην επιστροφή στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και σε καμία περίπτωση αυτό το νομοσχέδιο δεν αναιρεί το δικαίωμα να συμφωνήσουν πάνω από τον επαρκή κατώτατο μισθό, τονίζει ο κ. Μηλαπίδης.

«Είναι η πάγια στάση της ΓΣΕΕ ότι πρέπει να επανέλθουμε στις ελεύθερες λογικές, δηλαδή οι κοινωνικοί εταίροι να προσδιορίζουν το μισθό» τονίζει και προσθέτει:

«Όμως αυτό το οποίο προτείνουμε ως πρόταση για τον προσδιορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού έχει δύο μεγάλα πλεονεκτήματα. Παρέχει μια ασφάλεια και μια προβλεψιμότητα σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να διαρκούν πολύ μεγάλο διάστημα.

Όμως, οι ανάγκες των εργαζομένων για το νοίκι, για τα πάγια έξοδα, για την ενέργεια, τα τρόφιμα, δεν μπορούν να περιμένουν πότε θα συμφωνήσουν οι κοινωνικοί εταίροι. Εμείς, βάζουμε έναν οδικό άξονα, εισάγουμε την προβλεψιμότητα στο σύστημα. Θα ξέρουν και οι επιχειρήσεις τον επιχειρησιακό τους σχεδιασμό, πότε θα κάνουν προσλήψεις, ποιοι θα είναι οι μισθοί των εργαζομένων, και θα ξέρουν και οι εργαζόμενοι τι αυξήσεις θα περιμένουν».